Οικονομικό Σπουδαστήρι

Οικονομικό Σπουδαστήρι
Γι'Αυτούς που Θέλουν Εξειδίκευση
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φωτεινή Μαστρογιάννη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φωτεινή Μαστρογιάννη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2023

Η Ναρκισσιστική Οικογένεια - Μία συνέντευξη με τη Δρ. Κέρυλ Μάκ Μπράιντ

 Φωτεινή Μαστρογιάννη




Το 2017 η Δρ. Κέρυλ Μακ Μπράιντ (Dr Karyl McBride), θεραπεύτρια γάμου και οικογένειας με έμφαση στα παιδιά των ναρκισσιστικών οικογενειών, μου είχε δώσει μία συνέντευξη με βάση το παγκοσμίως ευπώλητο βιβλίο της "Will I ever be good enough?" 
Έκτοτε μεσολάβησαν πολλά σε όλο τον κόσμο. Βιβλία της μεταφράστηκαν στα Ελληνικά και ετοίμασε το καινούριο της βιβλίο 
Δρ. Κέρυλ Μακ Μπράιντ
Δρ. Κέρυλ Μακ Μπράιντ


(ελεύθερη απόδοση τίτλου στα Ελληνικά 
«Θα τελειώσει ποτέ το δράμα
Ξεδιπλώνοντας και θεραπεύοντας τις 
βλαβερές συνέπειες του 
γονικού ναρκισσισμού»)

H Δρ. Κέρυλ Μακ Μπράιντ μου έκανε την τιμή να συζητήσει για άλλη μία φορά μαζί μου για τον ναρκισσισμό με βάση το καινούριο της βιβλίο.

Φ.Μ. Κέρυλ στο καινούριο σου βιβλίο «Θα τελειώσει ποτέ το δράμα;» αναφέρεις ότι η δυναμική του οικογενειακού ναρκισσισμού περνάει από τη μία γενιά στην άλλη. Γιατί συμβαίνει κάτι τέτοιο; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της ναρκισσιστικής οικογένειας;

 

ΚΜΒ: Ναρκισσιστική οικογένεια σημαίνει ότι στην οικογένεια υπάρχει ένας νάρκισσος γονέας. Στη ναρκισσιστική οικογένεια αυτό κυριαρχεί είναι ότι οι ανάγκες του γονέα προηγούνται τις ανάγκες των παιδιών. 

Ο νάρκισσος γονέας ηγείται της οικογένειας ενώ ο άλλος γονέας  που τον υποστηρίζει και έτσι τα παιδιά είναι συναισθηματικά «ασυνόδευτα». 

Ο ακρογωνιαίος λίθος της ναρκισσιστικής οικογένειας είναι η έλλειψη ενσυναίσθησης και η αδυναμία συντονισμού με τον συναισθηματικό κόσμο των άλλων. Εάν η «κληρονομιά» δεν σπάσει με τη θεραπεία,  και την επίγνωση, η ναρκισσιστική δυναμική μπορεί να μεταδοθεί από γενιά σε γενιά με έναν αθέλητο τρόπο. Οι άνθρωποι συχνά γίνονται  γονείς προερχόμενοι από γονείς που δεν τους είχαν φροντίσει συναισθηματικά.

 

Φ.Μ. Ο ρόλος του γονέα που υποστηρίζει τον ναρκισσιστή γονέα είναι πολύ ενδιαφέρων. Αυτός ο γονέας, στην ουσία, βοηθά τον ναρκισσιστή. Μπορείς, σε παρακαλώ, να εξηγήσει τον ρόλο αυτού του «υποστηρικτή» γονέα; Πρόκειται περί ενός κεκαλυμμένου ναρκισσιστή; Αυτή η δυναμική του «υποστηρικτή» περνά από τη μία γενιά στην άλλη;

 

ΚΜΒ: Ο ρόλος του «υποστηρικτή» είναι να υποστηρίξει τον ναρκισσιστή πάση θυσία ακόμα και εις βάρος της ευημερίας των παιδιών. 

Η δουλειά του «υποστηρικτή» είναι να κάνει τον ναρκισσιστή να εμφανίζεται ως καλός και να διατηρήσει τα ψέματα, τον χειρισμό, την ανέντιμη επικοινωνία ή οτιδήποτε άλλο. 

Συχνά ο υποστηρικτής πιστεύει ότι εάν αγαπά αρκετά τον ναρκισσιστή, ο ναρκισσιστής θα αλλάξει. Ο υποστηρικτής μπορεί να είναι και ο ίδιος ναρκισσιστής αλλά τις περισσότερες φορές δεν είναι. Ο υποστηρικτής διδάσκει τη συν-εξάρτηση που σημαίνει να φροντίζουμε τους άλλους εις βάρος των δικών μας αναγκών. 

Η συν-εξάρτηση μπορεί να περάσει από τη μία γενιά στην άλλη εάν δεν γίνει κατανοητή. Οι ναρκισσιστικές οικογένειες αποτελούν ένας εξαιρετικός χώρος διδασκαλίας της συν-εξάρτησης.

 

Φ.Μ. Υπήρξες παιδί ναρκισσιστών που δεν σε ενθάρρυναν να επιτύχεις. Πώς κατάφερες να ξεφύγεις από τον κύκλο της αποτυχίας; Πώς μπορεί ένα παιδί να προστατευθεί από τους ναρκισσιστές γονείς ιδιαίτερα εάν το ζηλεύουν;

 

ΚΜΒ. Αρκετά συχνά, τα παιδιά έχουν στον περίγυρό τους ένα άτομο που τα διδάσκει πως να αγαπούν και ότι τα ίδια αξίζουν και είναι αξιαγάπητα. Το άτομο αυτό μπορεί να είναι ένας δάσκαλος, ένας παππούς ή γιαγιά, η θεία, ο θείος ή κάποιος άλλος. 

Όταν ήμουν παιδί είχα αναλάβει υπερβολικές ευθύνες και έμαθα από πολύ νωρίς πως να φροντίζω τον εαυτό μου και να εργάζομαι σκληρά.  Η γονική ζήλεια είναι επώδυνη και το παιδί δύσκολα μπορεί να την αντιμετωπίσει. Πολλά παιδιά δεν καταλαβαίνουν ότι υπάρχει ζήλεια, θεωρούν ότι κάτι πάει στραβά με αυτά.

Κατά την άποψή μου, τα παιδιά των ναρκισσιστών μπορούν να επιλέξουν δύο δρόμους επιβίωσης: 1) Να επιλέξουν τη στάση «θα σου δείξω πόσο καλός είμαι» και μετά να προσπαθήσουν να επιτύχουν και να αποδείξουν την αξία τους 2) Είτε να τα παρατήσουν και να αποφασίσουν ότι ο γονέας είχε δίκιο και ότι δεν είναι αρκετά καλά.

Κάποιες φορές τα παιδιά υιοθετούν και τις δύο στάσεις σε διαφορετικούς χρόνους κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής τους.

 

Φ.Μ.  Γράφεις στο βιβλίο σου ότι όταν ένας ή και οι δύο γονείς δεν είναι πλήρως παρόντες στις συναισθηματικές ανάγκες των παιδιών τους, τα παιδιά δεν αναπτύσσουν μία ισχυρή αίσθηση του εαυτού. Τί σημαίνει να έχει κάποιος ισχυρή αίσθηση του εαυτού;

 

ΚΜΒ. Ισχυρή αίσθηση του εαυτού είναι να γνωρίζεις, να αναπτύσσεις και να δημιουργείς τον αυθεντικό εαυτό σου. 

Αυτοί που έχουν ισχυρή αίσθηση του εαυτού, γνωρίζουν ποιοι είναι, ποιες είναι οι αξίες τους, τι πιστεύουν και πως θέλουν να ζήσουν τη ζωή τους. Δεν ελέγχονται από το τι πιστεύουν ή υπαγορεύουν οι άλλοι.  Πιστεύουν στον εαυτό τους.


Φ.Μ. Οι ναρκισσιστές γονείς μπορεί να αγνοούν ή να καταπνίγουν τα παιδιά τους. Θα μπορούσες, παρακαλώ, να το εξηγήσεις; Το ίδιο ισχύει και με τους «υποστηρικτικούς» στον ναρκισσιστή γονείς;

KMB.  Οι ναρκισσιστές γονείς που «καταπνίγουν» τα παιδιά τους είναι αυτοί που αναλαμβάνουν τη ζωή του παιδιού υπαγορεύοντάς του τι να πιστεύει, τι να κάνει, τι να λέει, τι να φορά και πως να συμπεριφέρεται. Προσδοκούν το παιδί να ανταποκριθεί στο δικό τους καλούπι τελειότητας. 

Οι ναρκισσιστές γονείς που αγνοούν, παραμελούν και δεν είναι συντονισμένοι με το παιδί τους. Το παιδί που αγνοείται ξοδεύει την ψυχική του ενέργεια προσπαθώντας να προσελκύσει την προσοχή του γονιού, να αποκτήσει την έγκρισή του και δεν εργάζεται στο να δημιουργήσει τον εαυτό του.  

Από την άλλη, το «πνιγμένο» παιδί βομβαρδίζεται από τον γονιό και δεν μπορεί να αναπτύξει τον εαυτό του. Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο! Κανένα παιδί δεν μπορεί να αναπτύξει την έννοια του εαυτού.

Φ.Μ. Γιατί στη ναρκισσιστική οικογένεια χρησιμοποιείται η επικοινωνία ως όπλο;

ΚΜΒ. Το σύστημα επικοινωνίας στη ναρκισσιστική οικογένεια είναι αυτό της ανεντιμότητας. Η έμμεση επικοινωνία χρησιμοποιείται για να κρατήσει το σύστημα εκτός ισορροπίας και για να δημιουργήσει σύγχυση και για να πληγώσει. 

Αυτό διατηρεί την οικογένεια σε άρνηση, κρατά κρυμμένα τα οικογενειακά μυστικά και θέτει τα μέλη της οικογένειας υπό τον έλεγχο του ναρκισσιστή.

Φ.Μ. Γράφεις ότι: «Το τραύμα στην πρώιμη παιδική ηλικία μπορεί να προκαλέσει διαταραγμένη προσκόλληση, γνωστικές καθυστερήσεις και μειωμένη συναισθηματική ρύθμιση». Θα μπορούσες, παρακαλώ, να μας εξηγήσεις αυτή σου την πρόταση σου; Τί επίπτωση μπορεί να έχει σε ένα παιδί; Μπορεί να προκαλέσει άλλου είδους ψυχικές ασθένειες στα παιδιά;


KMB. Το τραύμα που προκαλείται σε όσους μεγάλωσαν μέσα σε μία ναρκισσιστική οικογένεια είναι μεγάλης διάρκειας. 

Συνήθως, οι ασθένειες που παρατηρούμε στα παιδία είναι:  μετα-τραυματικό στρες, άγχος, κατάθλιψη και πολλά άλλα συμπτώματα που χρειάζονται θεραπεία. 

Το δεύτερο και τρίτο μέρος του βιβλίου μου « Will the Drama Ever End? Untangling and Healing from the Harmful Effects of Parental Narcissism» (ελεύθερη απόδοση τίτλου στα Ελληνικά «Θα τελειώσει ποτέ το δράμα; Ξεδιπλώνοντας και θεραπεύοντας τις βλαβερές συνέπειες του γονικού ναρκισσισμού»), αναλύει τις βλαβερές συνέπειες και παρέχει ένα Πρόγραμμα Ανάρρωσης 5 Βημάτων.



Φωτεινή Μαστρογιάννη
Φωτεινή Μαστρογιάννη
Φ.Μ. Κέρυλ, σε ευχαριστώ. Εύχομαι καλή επιτυχία στο βιβλίο σου.

 


Την προηγούμενη συνέντευξη μου με την Δρ. Κέρυλ Μάκ Μπράιντ μπορείτε να διαβάσετε εδώ:

https://mastroyanni.blogspot.com/2017/05/blog-post_15.html

Μπορείτε να ανατρέξετε στην ιστοσελίδα της Δρ. Κέρυλ Μάκ Μπράιντ για επιπλέον υλικό για τον ναρκισσισμό :

                                     www.willieverbegoodenough.com  




Δευτέρα 19 Ιουλίου 2021

Κοινωνική αλλαγή και δημοσιογραφία των πολιτών


Φωτεινή Μαστρογιάννη     


Η δημοσιογραφία των πολιτών δίνει φωνή στους απλούς ανθρώπους και ως εκ τούτου,     εκπληρώνει μία βασική προϋπόθεση της κοινωνικής αλλαγής. 
Οι πολίτες δεν είναι πλέον παθητικοί καταναλωτές ειδήσεων αλλά αντίθετα, αρκετές φορές,  είναι αυτοί που  διανέμουν ειδήσεις σε πολλούς ανθρώπους με τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ιστολογίων κτλ προσπερνώντας τα παραδοσιακά ΜΜΕ.
Η δημοσιογραφία των πολιτών δεν είναι απλώς συμμετοχική επικοινωνία ενώ η κοινωνική αλλαγή δεν αφορά μόνο ποιος μιλά και εάν οι πολίτες έχουν ευκαιρίες να μιλήσουν γενικά αλλά εάν μπορούν οι φωνές τους να ακουστούν στις συζητήσεις και στις αποφάσεις που λαμβάνονται για τις κοινές υποθέσεις.
Η δημοσιογραφία των πολιτών παρέχει «ορατότητα» σε κοινωνικά προβλήματα που δεν θα είχαν σε διαφορετική περίπτωση. Πλέον η επαγγελματική δημοσιογραφία δεν διαδραματίζει τον ρόλο του ενδιάμεσου που ενημερώνει το κοινό σχετικά με το τι είναι και δεν είναι είδηση. Ο εμπλουτισμός με ειδήσεις που αφορούν την κοινωνία βοηθά στη διεύρυνση της ενημέρωσης και της γνώσης του κοινού, διαμορφώνει τη δημόσια ατζέντα αλλά και πληροφορεί τη δημόσια συζήτηση σχετικά με τις κρατικές πολιτικές που πρόκειται να εφαρμοσθούν.
Τα κοινωνικά θέματα είναι πιθανόν να καλυφθούν από τους επαγγελματίες δημοσιογράφους μόνο εάν έχουν στοιχεία που να τα καθιστούν άξια αναφοράς. Εάν και το Διαδίκτυο είναι ανοικτό και μπορεί να φιλοξενήσει τη γνώμη οποιουδήποτε ωστόσο τα παραδοσιακά ΜΜΕ καρπώνονται το μεγαλύτερο μέρος της αναγνωσιμότητας. Μπορεί οι επιτυχημένοι ιστολόγοι να έχουν κάποιες χιλιάδες ακόλουθους ωστόσο δεν μπορούν να φθάσουν το εύρος των παγκόσμιων ειδησεογραφικών οργανισμών. Πέραν αυτού, οι οργανισμοί που επιδιώκουν την κοινωνική αλλαγή επιζητούν την προσοχή των μεγάλων ειδησεογραφικών οργανισμών προκειμένου να αποκτήσουν μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητα (Waisbord, 2010).
Ωστόσο και τα παραδοσιακά ΜΜΕ προσπαθούν να δημιουργήσουν επίσημες συνεργασίες μεταξύ των πολιτών και των δικών τους γραφείων σύνταξης.  Στην περίπτωση αυτή οι πολίτες παράγουν την πληροφορία και διευκολύνουν την πρόσβαση στις πηγές ή ακόμα και με τα σχόλιά τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αναδεικνύουν κοινωνικά προβλήματα που τα παραδοσιακά ΜΜΕ με τη σειρά τους επιλέγουν και τα προβάλλουν ως ειδήσεις. Η ειδησεογραφική κάλυψη των κοινωνικών προβλημάτων καθίσταται, κατ’αυτό τον τρόπο, ευρύτερη. Ωστόσο, τί γίνεται με τα κοινωνικά προβλήματα που δεν παρουσιάζουν ειδησεογραφικό ενδιαφέρον για τα παραδοσιακά ΜΜΕ; Τέτοια θέματα είναι η ειδησεογραφική κάλυψη της φτώχειας  που δεν συνοδεύεται από δηλώσεις πολιτικών κοκ.
Εάν και πλέον τα παραδοσιακά ΜΜΕ έχουν αποδεχτεί σε κάποιο βαθμό τη δημοσιογραφία των πολιτών ωστόσο στην αρχή, οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι δεν θεωρούσαν ότι οι ιστολόγοι και οι άλλες μορφές της δημοσιογραφίας των πολιτών έχουν την εκπαίδευση και την εμπειρία για να παράξουν ποιοτική δημοσιογραφία.  Για την αξιολόγηση της πληροφορίας που παράγεται από τους πολίτες δημοσιογράφους, οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι ανατρέχουν στο Διαδίκτυο και βρίσκουν πληροφορίες που προέρχονται από τους πολίτες δημοσιογράφους οι οποίες πρέπει πληρούν τα κριτήρια για ειδησεογραφική κάλυψη δηλ. αξιοπιστία, ακρίβεια, πραγματικότητα και κύρος (Volkmer & Firdaus, 2012).
Η ειδησεογραφική κάλυψη των κοινωνικών προβλημάτων ειδικότερα αυτών που είναι τεχνικά και πολιτικά περίπλοκα απαιτούν χρόνο και πόρους κάτι που διαθέτουν μόνο μεμονωμένοι πολίτες δημοσιογράφοι. Κάποιοι ιστολόγοι συνεισφέρουν σε σημαντικό βαθμό όταν καταθέτουν τις εμπειρίες τους και όταν διενεργούν πρωτογενή έρευνα ωστόσο δεν έχουν τους πόρους για να καλύψουν και να ερευνήσουν σε βάθος τις ενέργειες των κυβερνήσεων και των επιχειρήσεων, κατά συνέπεια, μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν επιδρούν σημαντικά στην κοινωνική αλλαγή.
Η κοινωνική αλλαγή συνδέεται άμεσα με τη συλλογική δράση.  Ποια είναι όμως η  σχέση μεταξύ της δημοσιογραφίας των πολιτών και της συλλογικής δράσης; Όπως η δημοσιογραφία των πολιτών κατέλυσε τις παραδοσιακές διακρίσεις μεταξύ των επαγγελματιών και των ερασιτεχνών έτσι κατέλυσε και τα συμβατικά όρια μεταξύ της δημοσιογραφίας και του ακτιβισμού. Οποιοσδήποτε μπορεί να είναι δημοσιογράφος αλλά μπορεί να είναι και ακτιβιστής (Bromley, 2010). 
Αρωγός σε κάτι τέτοιο είναι η τεχνολογία ανοικτού κώδικα που μέσω αυτής τα δημοσιογραφικά καθήκοντα όπως είναι η καταγραφή και ανάλυση δεδομένων συνδέονται με διαστάσεις του κοινωνικού ακτιβισμού όπως είναι η οργάνωση, η λήψη δωρεών και οι εκλογές. Η δημοσιογραφία των πολιτών απαλλαγμένη από τις συμβατικές έννοιες της αμερόληπτης και με βάση τα στοιχεία δημοσιογραφίας μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε κινητοποίηση. Εδώ έγκειται και το καινοτόμο δημοκρατικό δυναμικό της δημοσιογραφίας των πολιτών γιατί αναδεικνύει ένα εύρος φωνών και εμπλέκει τους πολίτες σε συλλογική δράση  (Shirky 2011).
Η δημοσιογραφία των πολιτών ευθύνεται για τη μεγάλη μείωση των εμποδίων στη συλλογική οργάνωση και δράση χωρίς  φυσική παρουσία ή χωρίς τους συμβατικούς οργανισμούς.  Σύμφωνα με τον Schudson (2020, σελ. 78) όσο καλύτερα είναι ενημερωμένοι οι πολίτες τόσο είναι πιθανότερο να συμμετέχουν σε πολιτικές δράσεις ωστόσο δεν είναι σαφές εάν η συμμετοχή οδηγεί στην ενημέρωση ή η ενημέρωση στη συμμετοχή.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα της δημοσιογραφίας των πολιτών και της συλλογικής δράσης. Για παράδειγμα, η πλατφόρμα επιτήρησης επιδημιών (healthmap.org), οι αναφορές για τα εγκλήματα στις φαβέλες της Βραζιλίας, για τις κηλίδες του πετρελαίου στον Κόλπο του Μεξικού καπ αποτελούν περιπτώσεις δημοσιογραφίας των πολιτών όπου οι πολίτες συζητούν για δράσεις, ενημερώνουν τους κατοίκους και λαμβάνονται αποφάσεις βάσει στοιχείων (de Oliveira, 2012). Τα παραδείγματα αυτά δείχνουν τη δημοκρατική χρήση της δημοσιογραφίας των πολιτών αλλά αυτό δεν συνεπάγεται ότι η δημοσιογραφία των πολιτών οδηγεί απαραίτητα σε συλλογική δράση.
Δεν είναι, όμως, όλοι οι πολίτες δημοσιογράφοι ακτιβιστές. Στην κοινωνική αλλαγή είναι σημαντικός ο ρόλος των οργανισμών που δραστηριοποιούνται στη συλλογική δράση, η δραστηριοποίηση δικτύων συμμετοχής και η αλλαγή πολιτικής. Σύμφωνα με την Μαστρογιάννη (2018), οι παράγοντες που προκαλούν την κοινωνική αλλαγή είναι: «η ανακάλυψη, το αναπόφευκτο της κοινωνικής σύγκρουσης, ο τεχνολογικός ντετερμινισμός (σημ. μεπολύ απλά λόγια είναι η θεωρία που υποστηρίζει ότι η κοινωνία δεν μπορεί ναεπιδράσει στην τεχνολογία), οι τεχνολογικές εφευρέσεις, η γνώση, οι πεποιθήσειςκαι οι αξίες, οι πολιτιστικές επαφές, η πολιτισμική διάχυση και η ύπαρξηκοινωνικών κινημάτων».
Οι πολίτες δημοσιογράφοι έχουν κινητοποιήσει την κοινή γνώμη σε θέματα υγείας όπως π.χ. η αξιοσημείωτη μείωση της βρεφικής και μητρικής θνησιμότητας στην υποσαχάριο Αφρική καπ.  Η κινητοποίηση για τα θέματα αυτά εμπίπτει με το πρώτο στάδιο της δημιουργίας ενός κοινωνικού κινήματος ως κοινωνικής αλλαγής που είναι η ανησυχία και η αναταραχή για συγκεκριμένα θέματα (Μαστρογιάννη, 2018).
Αυτές οι δράσεις συνδύαζαν παλιές και ψηφιακές μορφές επικοινωνίας ωστόσο δεν θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν χωρίς τη βοήθεια των κυβερνήσεων, ειδικών, ακτιβιστών, τοπικών οργανισμών και διεθνών οργανισμών  (Obregon & Waisbord 2012).
Η δημοσιογραφία των πολιτών μπορεί να εγείρει, σε συγκεκριμένες περιστάσεις, συλλογική δράση και να συνεισφέρει στην κοινωνική αλλαγή πληροφορώντας για κοινωνικά προβλήματα. Ωστόσο, η διατηρήσιμη αλλαγή ειδικά εάν αφορά πολιτικά θέματα προϋποθέτει πόρους και τις απαραίτητες συνθήκες. Σύμφωνα με τη Μαστρογιάννη (2018) ο λόγος της αποτυχίας του κινήματος των Αγανακτισμένων ήταν: «αποδείχτηκαν ανεπαρκείς σε έναν βασικόπαράγοντα που είναι αυτός της κινητοποίησης των πόρων δηλαδή της οργάνωσης καιαπόκτησης πόρων όπως είναι χρήματα αλλά και σωστής εκμετάλλευσης του χρόνου και των δεξιοτήτων των ανθρώπων που τους ακολούθησαν».
Τα κινήματα της δημοσιογραφίας των πολιτών διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην πολιτική αλλαγή αλλά δεν είναι επαρκή έτσι ώστε να προκληθεί η κοινωνική δικαιοσύνη για την οποία είναι απαραίτητη, όπως προαναφέρθηκε, η συμμετοχή οργανισμών και κινητοποιημένων πολιτών.
Ο ισχυρισμός ότι οι επαναστάσεις προκλήθηκαν μέσω των κοινωνικών μέσων είναι ελκυστικός ωστόσο προωθεί ένα απολίτικο όραμα μία τεχνολογικής επέμβασης ως απαραίτητο στοιχείο για την ανθρώπινη βελτίωση (Morozov, 2013) ενώ παραλείπει την οργανωσιακή δουλειά που προϋποθέτει η κοινωνική αλλαγή.
Είναι λάθος να υποτεθεί ότι οι αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όσο και δημοφιλή να είναι, τα like ή η ψηφιακή οργάνωση προκαλούν την κοινωνική αλλαγή και την ανατροπή των ανισοτήτων ισχύος. «Κάποιοι ισχυρίζονταιότι τα προσωπικά ιστολόγια αλλά και η γενικότερη συμμετοχή στα κοινωνικά μέσα ενθαρρύνουν τη δημοσιογραφία των πολιτών και τον διαδικτυακό ακτιβισμό (Χασάμελ Χαμαλάουϊ- «σε μία δικτατορία, η ανεξάρτητη δημοσιογραφία είναι από μόνη τηςμία μορφή ακτιβισμού και η διάδοση της πληροφορίας είναι ουσιαστικά μία πράξηαντίδρασης») ενώ κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι αυξάνει απλώς την παθητικότητα(Μαλέκ Μουσταφά – «δεν αρκεί να γράφει κάποιος. Το μπλόγκινγκ πρέπει νασυνδυάζεται με δράση στους δρόμους διαφορετικά είναι μία άδεια, άχρηστηδιαμαρτυρία» (Μαστρογιάννη, 2017).
Η συζήτηση για τη  τη σχέση της κοινωνικής αλλαγής και της δημοσιογραφίας των πολιτών ωστόσο δεν εξαντλείται αλλά χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση. 


Απόσπασμα από το βιβλίο μου "Δημοσιογραφία των πολιτών στην Ελλάδα και στον κόσμο" , Εκδ. Αρναούτη.

Δευτέρα 26 Απριλίου 2021

Πως τα ΜΜΕ μας Eπηρεάζουν

 Φωτεινή Μαστρογιάννη


Η επίδραση των ΜΜΕ και ειδικότερα της τηλεόρασης στην κοινή γνώμη είναι αδιαμφισβήτητη. Πολλοί ισχυρίζονται ότι παρακολουθούν τα ΜΜΕ με κριτική ματιά και αντιστέκονται στα μηνύματα που τους μεταφέρονται. Μάλλον πρόκειται για ευσεβείς πόθους ειδικότερα για όποιον δεν είναι γνώστης της επιστήμης της επικοινωνίας. Οσοι θεωρούν ότι βλέπουν τα ΜΜΕ με κριτικό τρόπο είναι και αυτοί που είναι περισσότερο ευάλωτοι σε αυτά.

Στο σύντομο αυτό κείμενο θα σταθώ σε δύο θεωρίες της επικοινωνίας: τη θεωρία της καλλιέργειας και τη θεωρία ορισμού της θεματολογίας.

Ο Γεώργιος Γκέρμπνερ (George Gerbner) το 1969 εισήγαγε τη θεωρία της καλλιέργειας μελετώντας τη μακρόχρονη επίδραση της τηλεόρασης στη ζωή των ανθρώπων. Υποστήριξε ότι η επαναλαμβανόμενη έκθεση στα ΜΜΕ και ειδικότερα στην τηλεόρασης διαμορφώνει τις απόψεις και τη συμπεριφορά των ανθρώπων αλλά και την αντίληψή τους για τον πραγματικό κόσμο. Σύμφωνα με την έρευνά του, άνθρωποι που έβλεπαν πολλές ώρες τηλεόραση γίνονται φοβικοί και αναπτύσσουν μία ομοιογενή αντίληψη για τον κόσμο γιατί έρχονται σε πιο συχνή επαφή με τα ίδια τηλεοπτικά μηνύματα. 

Πιο πρόσφατες μελέτες επιβεβαίωσαν τη θεωρία του Γκέρμπνερ καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι αυτοί που παρακολουθούν πολλές ώρες τηλεόραση γίνονται υλιστές αλλά και έχουν μία υπερεκτιμημένη αντίληψη για την επιστήμη γιατί τα μηνύματα που μεταφέρει η τηλεόραση για την επιστήμη και τους επιστήμονες είναι ότι «τα γιατρεύουν όλα» και δίνουν απάντηση στα πάντα. Επιστήμη για κάθε νόσο λοιπόν.

Μία τέτοια υπερεκτιμημένη αντίληψη για τους «ειδικούς» (λέξη που έχει αποκτήσει αρνητική χροιά πλέον) διαπιστώσαμε και πρόσφατα στη χώρα μας με την υγειονομική κρίση του κορωνοϊού.

Το 1972 οι Μαξγουελ Μακ Κομπς και Ντόναλντ Σόου (McCombs & Shaw, 1972) δημιούργησαν τη θεωρία ορισμού της θεματολογίας των ΜΜΕ σύμφωνα με την οποία ότι συζητούν και σκέφτονται οι άνθρωποι είναι αποτέλεσμα των θεμάτων που αποφασίζουν τα ΜΜΕ να προβάλλουν. 

Οι Μακ Κομπς και Σόου διενήργησαν μία έρευνα κατά τη διάρκεια των αμερικανικών προεδρικών εκλογών το 1968 στο Τσάπελ Χιλ. Διαπίστωσαν ότι υπήρχε ισχυρή συσχέτιση μεταξύ των θεμάτων που οι συνεντευξιαζόμενοι θεωρούσαν ως σημαντικά και των θεμάτων που πρόβαλλαν τα ΜΜΕ. Με άλλα λόγια, οι συνεντευξιαζόμενοι είχαν επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τα ΜΜΕ.

Την ίδια εποχή οι Μπλουμλερ και Κατς (Blumler & Katz, 1974) κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το κοινό παρακολουθώντας τα ΜΜΕ ικανοποιεί τέσσερις επιθυμίες: τη δραπέτευση ή τη συναισθηματική εκτόνωση από την πίεση της καθημερινότητας, την ανάπτυξη προσωπικών σχέσεων βλ. συζητήσεις για τις εκπομπές με άλλους ανθρώπους, τη σύγκριση με τους χαρακτήρες των εκπομπών/σήριαλ και την πληροφόρηση σχετικά με το τι συμβαίνει στον κόσμο.

Συνεπώς, τα ΜΜΕ δημιουργούν μία πλασματική αντίληψη για τον κόσμο, μία αντίληψη που καθοδηγείται από τα ίδια εκμεταλλευόμενα τις ανθρώπινες επιθυμίες που προανέφερα. 
Υπάρχει όμως λύση και δεν είναι άλλη παρά η περιορισμένη έκθεση στα μέσα και η άμυνα μέσω της αντικατάστασής τους με δημιουργικές ενασχολήσεις όπως το διάβασμα αλλά και η συζήτηση με φίλους. Κατ’αυτό τον τρόπο, θα σταματήσει ο φόβος, θα αναπτυχθεί η κριτική σκέψη αλλά και η ζωή θα αποκτήσει μία ξεχωριστή ποιότητα.

 

 

 

 

 Πηγές 

Gerbner, George. “Cultivation Analysis: An Overview.” Mass Communication & Society, vol. 1, no. 3-4, 1998, pp. 175-194.


Gerbner, George. “Toward ‘Cultural Indicators’: The Analysis of Mass Mediated Public Message Systems." AV Communication Review, vol. 17, no. 2,1969, pp. 137-148.

Katz, E., Blumler, J. G., & Gurevitch, M. (1974). Utilization of Mass Communication by the Individual. In J. G. Blumler, & E. Katz (Eds.), The Uses of Mass Communications: Current Perspectives on Gratifications Research (pp. 19-31). Beverly Hills: Sage Publications.

McCombs, Maxwell E. & Shaw, Donald L. (1972). The agenda-setting function of mass media, Public Opinion Quarterly, 36 (2): 176-187 University of Derby. Retrieved on 1/5/2018 from http: poq.oxfordjournals.org/content/36/2/176.

Πέμπτη 11 Μαρτίου 2021

Η Μεγάλη Επανεκκίνηση

 


Φωτεινή Μαστρογιάννη

 

Το βιβλίο «Κόβιντ 19 – Η Μεγάλη Επανεκκίνηση» συζητήθηκε αρκετά ως στοιχείο σε μία φωτογραφία του πρωθυπουργού εντούτοις λίγες είναι οι συζητήσεις γι’αυτό. Συγγραφείς του είναι οι Κλάους Σβάμπ και Τιέρυ Μάλλερετ. 

Κλάους Σβάμπ
Ο Κλάους Σβάμπ (Klaus Schwab) είναι ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ και ο Τιέρυ Μάλλερετ είναι ο συνιδρυτής του Μηνιαίου Βαρομέτρου. Συνεπώς οι απόψεις τους έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ιδιαίτερα εάν σκεφθούμε ότι αρκετές από τις πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται φαίνονται να έχουν ως βάση το συγκεκριμένο βιβλίο.

Σταχυολόγησα κάποια στοιχεία που θεωρώ ότι είναι σημαντικά. Οι συγγραφείς ήδη από την εισαγωγή αναφέρονται σε στοιχεία  όπως είναι η έλλειψη δικαιοσύνης και συνεργασίας και η αποτυχία παγκόσμιας διακυβέρνησης.

Οι συγγραφείς θεωρούν ότι ποτέ δεν θα γυρίσουμε στην κανονικότητα λόγω των αλλαγών που προκάλεσε ο κορωνοϊός. Το εντυπωσιακό είναι ότι αρχικά αναφέρουν ότι οι καραντίνες ήταν η απομόνωση των ανθρώπων για σαράντα ημέρες για υγειονομικούς λόγους (δεν διευκρινίζουν όμως ότι οι καραντίνες ήταν για τους ασθενείς και όχι για τους υγιείς). Παραδέχονται ότι οι καραντίνες έδωσαν περαιτέρω ισχύ στο κράτος και ότι ο αριθμός σαράντα δεν είχε ιατρική βάση αλλά συμβολική και θρησκευτική (βλ. Σαρακοστή κτλ).

Παραδέχονται επίσης ότι η επιδημία του κορωνοϊού δεν είναι μία καινούρια υπαρξιακή απειλή αλλά ούτε θα καταλήξει σε απρόβλεπτους λιμούς (ωστόσο πολύ παρακάτω αναφέρουν ότι η πανδημία του κορωνοϊού μπορεί να προκαλέσει διατροφική καταστροφή με τον αριθμό των ανθρώπων που υποφέρουν από διατροφική ανασφάλεια να διπλασιάζεται το 2020 στα 265 εκατομμύρια), στρατιωτικές ήττες και αλλαγές πολιτευμάτων. 

Ωστόσο, ο περιορισμός της πανδημίας (σημαντικό ότι από επιδημία στη συνέχεια του έργου αναφέρονται σε πανδημία) υποστηρίζουν ότι θα επιταχύνει ένα παγκόσμιο σύστημα παρακολούθησης το οποίο θα χρησιμοποιείται για την πρόβλεψη νέων επιδημιών (!). 

Αναφέρονται στον Τζιν Κι έναν από τους κορυφαίους Κινέζους επιστήμονες ο οποίος τον Απρίλιο του 2020 είπε ότι: «είναι πιθανό να γίνει μία επιδημία που θα συνυπάρχει με τον άνθρωπο για πολύ καιρό, θα είναι εποχιακή και θα διατηρείται στο ανθρώπινο σώμα» κάτι που θα ήταν αρκετά καθησυχαστικό για τον άνθρωπο γιατί ουσιαστικά είναι μία δήλωση που θεωρεί τον κορωνοϊό αφενός ως επιδημία και όχι ως πανδημία μίας εποχιακής ασθένειας που θα μπορούμε να ζήσουμε με αυτή όπως ζήσαμε με τόσες άλλες, ωστόσο οι συγγραφείς ερμηνεύουν τη συγκεκριμένη παρατήρηση ως στοιχείο φόβου και κοινωνικού άγχους.

Ενώ οι συγγραφείς είχαν αναφερθεί στην αναποτελεσματική μέθοδο της καραντίνας ωστόσο προφητικά είχαν προβλέψει την επανεφαρμογή της το τέταρτο τετράμηνο του 2020 (το βιβλίο γράφτηκε τον Ιούνιο 2020).

Παρά το γεγονός ότι η καραντίνα είναι αμφισβητείται ως αναποτελεσματική ιατρικά είναι και καταστροφική οικονομικά. Θεωρούν ότι θα αφήσει μόνιμες πληγές στην οικονομία – ανεργία, χρεωκοπίες. Κάθε μήνα που μεγάλα τμήματα της οικονομίας παραμένουν κλειστά, η ετήσια ανάπτυξη θα μειώνεται 2 εκατοστιαίες μονάδες. 

Αναφορικά με την οικονομία υποστηρίζουν ότι δύο κατηγορίες ανθρώπων θα αντιμετωπίσει σοβαρό πρόβλημα με την ανεργία: οι νέοι άνθρωποι που θα μπουν για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας και οι εργαζόμενοι θα αντικατασταθούν από ρομπότ. Η πανδημία θα οδηγήσει σε αντικατάσταση της ανθρώπινης εργασίας από ρομπότ. Η αγορά εργασίας θα αποτελείται από υψηλά αμειβόμενους και σε αυτούς που θα είναι χαμηλόμισθους σε βαρετές εργασίες ή θα έχουν εξαφανισθεί οι θέσεις εργασίας τους. Η κατάσταση, επισημαίνουν, θα είναι χειρότερη για τις αναπτυσσόμενες και για τις μικρές υπερχρεωμένες χώρες.

Οι συγγραφείς προτρέπουν τις κυβερνήσεις να ενδιαφερθούν για την ευημερία των πολιτών τους χωρίς όμως να διευκρινίζουν πως αυτό μπορεί να γίνει δεδομένης της αντικατάστασης της εργασίας από τα ρομπότ. Μιλούν για την ανισότητα στον πλούτο  και της αναδιανομής του πλούτου από τους πλούσιους στους φτωχούς και πως αυτή θα πρέπει  να εντοπιστεί πιο συστηματικά χωρίς όμως να λένε αφενός ποιοι θεωρούνται πλούσιοι και σε σύγκριση με ποιους.

Γίνεται επίσης αναφορά στην έννοια της ανθεκτικότητας του συστήματος στις κρίσεις δίνοντας έμφαση στο κοινωνικό, οικονομικά και φυσικό κεφάλαιο χωρίς όμως να το αναλύσουν παρά μόνο λέγοντας ότι η μέτρηση της ανθεκτικότητας μπορεί να γίνει με την ένωση πηγών δεδομένων  του ιδιωτικού και δημοσίου τομέα. Ο δημόσιος τομέας θα αποκτήσει μεγαλύτερη βαρύτητα και θα γίνει ιδιαίτερα παρεμβατικός χωρίς ωστόσο να αποκτά ουσιαστικές αρμοδιότητες γιατί πάλι δημόσιοι πόροι θα κατευθύνονται στις επιχειρήσεις απλά ο γνώμονας θα είναι το δημόσιο συμφέρουν και όχι το κέρδος (!).

Η έρευνα και ανάπτυξη για την υγεία και την κλιματική αλλαγή θα ενισχυθούν και θα αυξηθεί η φορολογία ειδικότερα για τους πιο προνομιούχους (δεν ορίζουν ποιοι είναι αυτοί) γιατί οι κυβερνήσεις θα πρέπει να αυξήσουν την ικανότητα ανθεκτικότητας και θα πρέπει να επενδύσουν περισσότερο σε αυτή (!).

Η παγκοσμιοποίηση θα αντιστραφεί μέσω του περιορισμού των προμηθευτικών αλυσίδων και θα ενισχυθεί η περιφερειοποίηση βλ. ενίσχυση περιφερειών τύπου Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η παγκόσμια κυβέρνηση είναι το επιθυμητό με κίνδυνο να χάσει έδαφος λόγω του εθνικισμού και του απομονωτισμού. Η πανδημία, κατά τους συγγραφείς, ανέδειξε τον παγκόσμιο συντονισμό μέσω του ΠΟΥ. Για άλλη μία φορά, αναφέρονται στον Μπιλ Γκέητς και την ένθερμη υποστήριξή του στον ΠΟΥ (δεν αναφέρουν όμως τις χρηματικές επενδύσεις του Γκέητς στον ΠΟΥ).

Αναφέρονται επίσης στην επιβάρυνση του περιβάλλοντος και πως η πανδημία βοήθησε να μειωθεί η μόλυνση μέσω της απαγόρευσης της κυκλοφορίας (δεν αναφέρονται όμως στα εργοστάσια που παρέμειναν ανοικτά) και ότι πλέον θα μετακινούμαστε με τα ΜΜΜ λιγότερο, θα εργαζόμαστε με τηλεργασία περισσότερο (καμία αναφορά στα δικαιώματα του εργαζόμενου, στη συνέχεια μόνο αναφέρουν ότι οι κυβερνήσεις θα πιέζουν τις επιχειρήσεις να προσφέρουν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και κοινωνική κάλυψη στους εργαζόμενους με μπλοκάκι), θα κάνουμε περισσότερο ποδήλατο αλλά και θα περπατάμε περισσότερο (καμία αναφορά στο πως τα άτομα με αναπηρία και οι γηραιότεροι θα μπορούν να μετακινούνται) και θα κάνουμε διακοπές πιο κοντά στο σπίτι μας.

Ως αποτελεσματική αντιμετώπιση του κορωνοϊού, εάν και οι ίδιοι δεν είναι γιατροί, υποστηρίζουν τον εντοπισμό των επαφών μέσω GPS όπου θα εντοπίζεται τόσο το άτομο όσο και αυτοί με τους οποίους έρχεται σε επαφή, τα μαζικά τεστ, την απομόνωση των κρουσμάτων και την καραντίνα όσων ήρθαν σε επαφή με ένα μολυσμένο άτομο. Βλέπουμε λοιπόν ότι η καραντίνα, εάν και αναποτελεσματική στα πάντα σύμφωνα με τους ίδιους, επανέρχεται συνεχώς στον λόγο τους. Η επιτήρηση θα συνεχισθεί και στον χώρο εργασίας με καταγραφή μέσω κάμερας των εργαζομένων. Η θερμοκρασία των εργαζομένων θα μετράται από θερμικές κάμερες και μέσω εφαρμογής στο κινητό τους τηλέφωνο θα μετράται εάν κρατούν την κοινωνική απόσταση. Και μετά την πάροδο της πανδημίας η επιτήρηση θα συνεχισθεί γιατί οι εργοδότες θα θέλουν να παρακολουθούν την παραγωγικότητα.

Η παρακολούθηση θα ενταθεί και θα είναι αυτοί που κυβερνούν υπεύθυνοι εάν θα τη χρησιμοποιήσουν για το δημόσιο συμφέρον ή όχι (!).

Οι συγγραφείς αναφέρονται και στις συμπεριφοριστικές αλλαγές των ανθρώπων όπως το ότι δεν θα ακουμπάμε τα προϊόντα που θέλουμε να αγοράσουμε ούτε θα μυρίζουμε ένα λεμόνι ή θα ζουλάμε ένα φρούτο στο σούπερ μάρκετ. Επειδή θα έχουμε φοβηθεί από την πανδημία δεν θα θέλουμε να είμαστε σε ένα εστιατόριο περιβαλλόμενοι από ξένους αλλά θα προτιμάμε να μείνουμε σπίτι να δούμε μία ταινία και να παραγγέλνουμε από έξω. Η φοίτηση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα είναι υβριδική δηλαδή ένας συνδυασμός ηλεκτρονικής και δια ζώσης μοντέλου.

Οι κυβερνήσεις θα ενθαρρύνουν την άθληση (δεν μας εξηγούν όμως γιατί οι κυβερνήσεις σταμάτησαν κάθε αθλητική δραστηριότητα ακόμα και για ομάδες όπως είναι οι καρδιοπαθείς, άτομα με ορθοπεδικά προβλήματα κτλ. κατά τη διάρκεια της καραντίνας/εγκλεισμού) γιατί η άθληση είναι το εργαλείο για μία πιο υγιή κοινωνία.

Το βιβλίο αποτελεί μία σαφέστατη προσπάθεια επιβολής μίας ατζέντας . Υπό το πρόσχημα της προστασίας του περιβάλλοντος και της υγείας αλλά και άλλων ιδεών που είναι ελκυστικές για τον περισσότερο κόσμο αλλά αρκετά ασαφών στην πράξη προωθείται ένα μοντέλο κοινωνίας στο οποίο οι λαοί ούτε έχουν ερωτηθεί για το εάν θέλουν να αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους ούτε θα συμμετέχουν μέσω εκλογών, δημοψηφισμάτων κτλ. για το πως θα επιθυμούν να ζουν από εδώ και στο εξής. Αποτελεί ξεκάθαρα μία αλαζονική, πατερναλιστική, εφιαλτική και αυταρχική ατζέντα με στόχο την πλήρη επιτήρηση της κοινωνίας που θα απομείνει μετά από τη ριζική μεταβολή της εργασίας από τα ρομπότ.


Είναι ένα "όνειρο" κάποιων  δημιουργίας μίας κοινωνίας που θα περιορίζει το βασικό στοιχείο της ανθρώπινης φύσης που είναι η κοινωνικότητα οδηγώντας, επαναλαμβάνω αυτούς που θα απομείνουν, σε αποξένωση και πλήρη έλεγχο της προσωπικής τους ζωής. Απομένει στον άνθρωπο εάν θα επικροτήσει με τη στάση του το τέλος του.




Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2021

O Σαδιστής της Διπλανής Πόρτας

 


Φωτεινή Μαστρογιάννη

Ο  Εριχ Φρομ, ένας από τους γνωστότερους ψυχαναλυτές του 20ου αιώνα,  στο βιβλίο «Η ανατομία της Ανθρώπινης Καταστροφικότητας»  που έγραψε το 1973 αναλύει το θέμα της ανθρώπινης καταστροφικότητας που εξακολουθεί να είναι επίκαιρο μέχρι σήμερα. Ενα κεφάλαιο του βιβλίου αναφέρεται στον σαδιστικό χαρακτήρα και το θεωρώ ιδιαίτερα επίκαιρο σε μία εποχή που χαρακτηρίζεται από ναρκισσισμό που μαζί με την ψυχοπάθεια, τον μακιαβελλισμό και τον σαδισμό αποτελούν τη ΣκοτεινήΤετράδα των αρνητικών χαρακτηριστικών της προσωπικότητας. Στην ψυχολογικά βίαιη εποχή που ζούμε η μελέτη της Σκοτεινής Τετράδας αποκτά ενδιαφέρον γιατί τα χαρακτηριστικά της είναι μάλλον τα επικρατέστερα στη σύγχρονη κοινωνία και τα συναντάμε ιδιαίτερα σε όσους κατέχουν θέσεις εξουσίας.

Σύμφωνα με τον Φρομ, ο σαδιστής είναι αυτός που θέλει να ελέγχει, να πληγώνει και να εξευτελίζει ένα άλλο άτομο. Σε αντίθεση με τον καταστροφέα που θέλει να καταστρέψει τη ζωή, ο σαδιστής θέλει να ελέγχει τη ζωή των άλλων.  Θαυμάζει τη δύναμη γιατί ο ίδιος είναι αδύναμος και δειλός, υποτάσσεται στους ανώτερούς του γιατί θέλει να κρύψει την αδυναμία του υπακούοντας σε μία ανώτερη από αυτόν δύναμη και καταδυναστεύει τους υφιστάμενούς του. Φοβάται και δεν αγαπά τη ζωή γιατί είναι απρόβλεπτη και γι’αυτό επιζητά τη δύναμη σε αντίθεση με αυτούς που έχουν ισχυρό χαρακτήρα αγάπης για τη ζωή.

Η δύναμη της κοινωνικής δομής είναι σημαντική για τον περιορισμό της ανάδειξης σαδιστικών ατόμων στην εξουσία υπό την έννοια ότι η κοινωνία είναι αυτή που μπορεί να ελέγξει ή να περιορίσει τη δύναμη των ανωτέρων. Εάν αντίθετα η κοινωνία βασίζεται στον εκμεταλλευτικό έλεγχο τότε ο Φρομ υποστηρίζει ότι «τείνει να αποδυναμώσει την ανεξαρτησία, την ακεραιότητα, την κριτική σκέψη και την παραγωγικότητα όλων εκείνων που υποτάσσει…Η σύγχρονη κοινωνία προσφέρει παρόμοια θεάματα με τη μορφή των ρεπορτάζ στις εφημερίδες, και την τηλεόραση γύρω από εγκλήματα, πολέμους, αγριότητες όπου το περιεχόμενο δεν είναι ανατριχιαστικό, δεν είναι και θρεπτικό. Αυτή η πολιτιστική τροφή δεν προσφέρει ενεργοποιητικά ερεθίσματα αλλά προωθεί την παθητικότητα και την αδράνεια. Στην καλύτερη περίπτωση προσφέρει διασκέδαση και συγκίνηση αλλά σχεδόν ποτέ τη χαρά κι αυτό γιατί η χαρά απαιτεί ελευθερία, χαλάρωση των χαλινών του ελέγχου, πράγμα που είναι πολύ δύσκολο για τον πρωκτοερωτικό σαδιστικό τύπο».

Στην ανάλυσή του ο Φρομ για τον Χίμλερ ανέφερε ότι υπάρχει η κατηγορία των ανθρώπων που υποτάσσονται, όχι επειδή η εξουσία τους τρομάζει αλλά γιατί φοβούνται τη ζωή και γυρεύουν μία εξουσία να υποταχτούν. O Φρομ αναλύει και την περίπτωση του Στάλιν. Παρατηρούμε λοιπόν ότι αρκετοί σαδιστές αναρριχώνται σε θέσεις εξουσίας και συνήθως ανήκουν στην κατηγορία των επιβλητικών σαδιστών που είναι αυτοί που αισθάνονται ότι πρέπει να ελέγχουν τους άλλους και να τους τιμωρούν όταν παραβιάζουν τους κανόνες και τους νόμους, γι’αυτό θεσπίζουν διαρκώς καινούριους νόμους όλο και πιο περιοριστικούς που τους δίνουν την χαρά της αστυνόμευσης και τη διαρκούς τιμωρίας των υφισταμένων τους.

Οι σαδιστές αυτού του τύπου θεωρούν ότι λειτουργούν για το κοινό καλό στην πραγματικότητα όμως τα κίνητρά τους είναι άλλα (τα συμπλέγματα κατωτερότητας και ο φόβος για τη ζωή όπως προαναφέρθηκε).  Εάν η κοινωνία τους επιλέξει όπως για παράδειγμα στην περίπτωση των πολιτικών, τότε οι πράξεις τους δεν θεωρούνται άδικες και διαθέτουν μεγαλύτερη ελευθερία για να κυριαρχήσουν και να καταστρέψουν τους άλλους. Ίσως αυτό και να εξηγεί την παθητικότητα της κοινωνίας στη δράση των σαδιστών πέραν της διαρκούς τροφοδότησής της με πνευματικά σκουπίδια όπως υποστήριζε ο Φρομ.

Οι σαδιστές σε θέσεις εξουσίας όσο περισσότερο επιβάλλονται και τιμωρούν τους άλλους τόσο πιο ισχυροί και ικανοποιημένοι αισθάνονται.  Η αίσθηση του τιμωρού  ενδυναμώνει τον εγωϊσμό τους και όσο πιο πολύ τιμωρούν τόσο δεν μπορούν να σταματήσουν τη συμπεριφορά τους και χάνουν κάθε επαφή με την πραγματικότητα. Οι πράξεις τους κινούνται πάντα στα νόμιμα πλαίσια (άλλωστε αυτοί καθορίζουν τον νόμο) της εξουσίας τους ενώ στην καθημερινή τους ζωή συμπεριφέρονται φυσιολογικά.

Φωτεινή Μαστρογιάννη

Ε
ίναι εκ των ων ουκ άνευ ότι η παρουσία ενός σαδιστή σε θέση εξουσίας δεν θα είναι ελαφρά τη καρδία για όσους τον υφίστανται. Δυστυχώς η ιστορία έχει δείξει ότι η κοινωνία τους αναδεικνύει και τους ανέχεται μέχρι τη στιγμή που οι συνθήκες αλλάζουν και τους απομακρύνει (πολλές φορές με βίαιη ανατροπή τους). Δεν έχει όμως καταφέρει να τους εξαλείψει αλλά αντίθετα στις ημέρες μας μικροί και μεγάλοι σαδιστές βρίσκονται παντού, ίσως γιατί η κοινωνία μας έχει πάψει να αγαπά πλέον την ουσιαστική και ελεύθερη ζωή.

 



Προτεινόμενη βιβλιογραφία

 

Φρομ, Ε. (1973). Η Ανατομία της Ανθρώπινης Καταστροφικότητας, Τόμος Α και Β. Αθήνα: Εκδ. Μπουκουμάνη.

Buckels, E., Jones, D., & Paulhus, D. (2013). Behavioural confirmation of everyday sadism. Psychological Science, 24, 2201–2209. 

HxBenefit Editorial Team. Sadistic Personality Disorder. Διαθέσιμο στο: https://www.hxbenefit.com/sadistic-personality-disorder.html

Meyers, S. (2016). The Disturbing Link Between Narcissism and Sadism. Διαθέσιμο στο: https://www.psychologytoday.com/us/blog/insight-is-2020/201607/the-disturbing-link-between-narcissism-and-sadism

 

 

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2021

Πρέπει να είσαι Συναισθηματικά Έξυπνος για να Ηγείσαι

 


Εκδόσεις Βροτέας

ΓΙΑ ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

 

Βιβλίο: Συναισθηματική Νοημοσύνη, Ηγεσία και Θεωρία του Άγχους




Εκδόσεις Βροτέας

Συγγραφέας: Φωτεινή Μαστρογιάννη

Email: fotinimastroyanni@gmail.com

Ιστολόγιο: https://mastroyanni.blogspot.com/

 

Πρέπει να είσαι Συναισθηματικά Έξυπνος για να Ηγείσαι

Το συναίσθημα και ιδιαίτερα η εκδήλωσή του στον χώρο εργασίας αντιμετωπίζονταν αρνητικά. Αυτό όμως, σήμερα, έχει πλέον αλλάξει. Ο ηγέτης καθοδηγεί και επηρεάζει τους άλλους, ικανότητες στις οποίες η συναισθηματική νοημοσύνη συμβάλλει καθοριστικά. Έρευνες έχουν αποδείξει ότι η συναισθηματική νοημοσύνη είναι  απαραίτητη για την αποτελεσματική ηγεσία.  Η καθοδήγηση υποδηλώνει ότι ο ηγέτης διαθέτει πειθώ και επιρροή, στοιχεία που είναι σημαντικά για την επιτυχημένη επικοινωνία που με τη σειρά της είναι σημαντική για την επίτευξη των επιχειρησιακών, και όχι μόνο, στόχων.

Το βιβλίο αυτό δεν  εξετάζει μόνο όλες τις θεωρίες της συναισθηματικής νοημοσύνης αλλά ερευνά και τη θεωρία του άγχους και τη σχέση της με την ηγεσία, θεωρία στην οποία δεν έχει γίνει εκτεταμένη βιβλιογραφική αναφορά. Αναλύει το προφίλ δύο πασίγνωστων ηγετών του σύγχρονου επιχειρείν εστιάζοντας τόσο στα θετικά όσο και στα αρνητικά τους στοιχεία  βρίσκοντας τι είναι αυτό που τους καθιστά μοναδικούς.


Πληροφορίες για τη συγγραφέα: Η Φωτεινή Μαστρογιάννη είναι οικονομολόγος και συγγραφέας 44 βιβλίων που κυκλοφορούν σε ελληνικά και διεθνή βιβλιοπωλεία. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Μπορείτε να διαβάσετε για τη συγγραφέα στο:
https://mastroyanni.blogspot.com/p/blog-page_38.html

Εάν επιθυμείτε περισσότερες πληροφορίες για το βιβλίο «Συναισθηματική Νοημοσύνη, Ηγεσία και Θεωρία του Άγχους» επικοινωνήστε με τις Eκδόσεις Βροτέας, τηλ.: 210 -3630271.