«Οι έννοιες βρίσκονται
στον δρόμο, τα επιχειρήματα στα γεγονότα και ο λόγος στο δράμα στο οποίο οι
άνθρωποι είναι δρώντες πριν γίνουν στοχαστές»
Αλέν Φινκελκρό
Το σύνθημα των σπουδαστών
της Σχολής ΣΜΥΝ, σύνθημα δήλωση για την ελληνικότητα της Κύπρου και εναντίωσης
στην Τουρκία στην παρέλαση της εθνικής μας εορτής της 25ης Μαρτίου
έδειξε ότι πράγματι οι έννοιες βρίσκονται στον δρόμο και τα επιχειρήματα στα
γεγονότα.
Οι σπουδαστές εξέφρασαν
αυτό που πιστεύει η πλειοψηφία των Ελλήνων τόσο της μητροπολιτικής Ελλάδας όσο
και της Κύπρου. Αποτέλεσε δε έκπληξη γιατί ομολογουμένως τέτοιες ιδέες έστω και
με τη μορφή στρατιωτικού συνθήματος δεν ήταν αναμενόμενες από τη νέα γενιά που
από πολλούς έχει απαξιωθεί.
Το σύνθημα αυτό εξέφρασε
ένα συλλογικό δράμα (την κατοχή του Βόρειου τμήματος της Κύπρου και την ηρωϊκή
αυτοθυσία των Ισαάκ και Σολωμού) που προστίθεται στα πολλά συλλογικά δράματα
που έχει ζήσει ο ελληνικός λαός στη σύγχρονη, και όχι μόνο, ιστορία. Δράμα που
ακόμα και εάν δεν το έχει βιώσει κάποιος μεταφέρεται από γενιά σε γενιά. Είναι
η «μετατραυματική μνήμη» που ανέφερε ο Μωρίς Χαλμπβαξ, μία συλλογική επανάκληση
του τραύματος.
Στη σύγχρονη Ελλάδα, όπου
έχει επιβληθεί μια αναγκαστική ουδετερότητα, μετριοπάθεια αλλά και αριστεία της
μετριότητας, συνθήματα όπως αυτό έσπασαν τη σιωπή που έχουν επιβάλει οι
κρατούντες και υπενθύμισαν δυνατά το γεγονός – τραύμα σε μια προσπάθεια
δυναμικής υπέρβασης του.
Ας μιλήσουμε λοιπόν για τον λόγο στο δράμα του Φινκελκρό και πώς σχετίζονται όλα αυτά με τη χειραγώγηση ενός λαού. Η χειραγώγηση, ως γνωστόν, έχει δύο μορφές, είτε έχει τη μορφή της κολακείας είτε του υποβιβασμού. Στην Ελλάδα συμβαίνει το δεύτερο.
Γενιές και γενιές μεγάλωσαν με την ιδέα της Ψωροκώσταινας, της πτωχής και συνάμα διεφθαρμένης Ελλάδας, χώρας τεμπέληδων που είναι πάντα υποδεέστερη των δυτικών κρατών και που δεν έχει να επιδείξει τίποτα στη σύγχρονη ιστορία πέρα από χρεωκοπίες και εθνικές καταστροφές.
Έχουμε λοιπόν την αντίφαση της λαμπρής ιστορίας και του θλιβερού παρόντος θυμίζοντας τον «εσωτερικό εχθρό» του Καστοριάδη, με άλλα λόγια, η ελληνική κοινωνία έχει αντιφάσεις που την υπονομεύουν εκ των έσω.
Είναι ξεκάθαρο ότι ο λαός έχει μάθει στην
ψυχολογία της καταπίεσης. Το αίσθημα του «έτσι είναι η ζωή και πως να την
αλλάξεις», ο δισταγμός να διεκδικήσει τα δικαιώματα του ακόμα και για τα
αυτονόητα, η παθητικότητα και η προσαρμογή στην καταπίεση αλλά και η αποδοχή
της έχουν γίνει πλέον εθνικά χαρακτηριστικά. Αρκετοί έχουν μάθει να
δικαιολογούν και την εξουσία που τους καταπιέζει ακόμα και να την επικροτούν.
Δεν θα ξεχάσουμε το «Βάστα Σόιμπλε» της εποχής των Μνημονίων που κραύγαζαν
στεντορείως οι υποστηρικτές των στραγγαλιστικών οικονομικών μέτρων.
Η συνεχής λιτότητα, ήδη
από την εποχή της Μεταπολίτευσης με έξαρση όμως τα Μνημόνια και το σήμερα,
αποτελεί και αυτή εργαλείο καταπίεσης, ο «τεμπέλης» λαός εξαναγκάζεται να κάνει
δύο και τρεις κακοπληρωμένες δουλειές προκειμένου να επιβιώσει και έτσι η
οποιαδήποτε άλλη σκέψη που θα σχετίζονταν με την ιστορία και τον πολιτισμό του
αποκλείεται.
Η ψυχολογία της
καταπίεσης, λοιπόν, δημιουργεί τις συνθήκες για τη μαθημένη αδυναμία. Οι
κοινωνίες που έχουν μάθει στη χρόνια καταπίεση, συνήθως, παύουν να
αντιστέκονται.
Οι νέες γενιές μαθαίνουν
ελάχιστα για την ελληνική ιστορία ειδικότερα τη σύγχρονη, η γλώσσα βάλλεται –
είναι της μόδας να αναμιγνύουμε αγγλικούρες με τα ελληνικά, η θρησκεία
θεωρείται κάτι γραφικό, ο πολιτισμός προβάλλεται μέσω της ασχήμιας και της
βλασφημίας βλ. έκθεση Σαγήνη του Αλλόκοτου ενώ αντίθετα οι Έλληνες συνθέτες
όπως ο Καλομοίρης,ο Σκαλκώτας,ζωγράφοι
όπως ο Κόντογλου, ο Κοψίδης,
φιλόσοφοι όπως ο Αξελός, ο Καστοριάδης, ο Πουλαντζάς αλλά και άλλοι,
θεωρούνται άγνωστες λέξεις. Καμία αναφορά σε λαμπρούς Έλληνες επιστήμονες του
παρελθόντος (βλ. Γιώργος Παπανικολάου εφευρέτη του τεστ Παπ) και του παρόντος.
Ο πνευματικός κόσμος της
χώρας, πλην ευτυχώς εξαιρέσεων που όμως αποτελούν και αυτοί μέρος του στρατού
των σπάνιων διαβατών που αρχίζει να δημιουργείται, τηρεί βαριά σιωπή είτε γιατί
δεν είναι πνευματικός άρα φτωχός και αυτός σε σκέψεις είτε γιατί απογοητευμένος
από το σύστημα της μετριότητας προτιμά να παραμένει αφανής είτε γιατί αποτελεί
μέρος αυτού του σάπιου συστήματος.
Οι σπουδαστές της ΣΜΥΝ είναι αυτό που αποκαλώ σπάνιοι διαβάτες, άνθρωποι με ήθος που απέδειξαν ότι αρκετές φορές η πράξη προηγείται
της σκέψης και ότι μπορεί να υπάρξει
αντίσταση στη μακροχρόνια καταπίεση προτρέποντας μας όλους να δράσουμε όπως
μπορούμε μέσα από το περιβάλλον μας για να διατηρήσουμε την εθνική μας
συνείδηση ως δημιουργική δύναμη και να συνεχίσουμε αυτό για το οποίο είμαστε
ιστορικά ταγμένοι και δεν είναι άλλο από την προσφορά πολιτισμού τόσο σε εμάς
όσο και στην ανθρωπότητα. Άλλωστε, όπως είχε υποστηρίξει ο Καστοριάδης όλα
μπορούν να αλλάξουν γιατί είναι ανθρώπινα δημιουργήματα και όχι φυσικοί νόμοι
αρκεί να υπάρχει δράση. Η ιστορία το έχει αποδείξει, οι αρχαίοι Αθηναίοι
εφάρμοσαν και δημιούργησαν την άμεση δημοκρατία αντί να ακολουθήσουν
αποκλειστικά τη μοναρχία. Ήρθε η σειρά μας τώρα να χρησιμοποιήσουμε τη φαντασία
ως εργαλείο δράσης και αλλαγής γιατί αξίζουμε κάτι καλύτερο.