Οικονομικό Σπουδαστήρι

Οικονομικό Σπουδαστήρι
Γι'Αυτούς που Θέλουν Εξειδίκευση
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ψυχολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ψυχολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου 2018

Προπαγάνδα, Γκέμπελς Και Η Εποχή Μας


Φωτεινή Μαστρογιάννη

«Πολλοί δρόμοι οδηγούν στη βία ή στο μίσος: η αποθάρρυνση και η απώλεια ελπίδας, η αδράνεια και η απάθεια, η ανάπτυξη μιας πικρίας και μιας μνησικακίας που οδηγούν σε εκρήξεις βίας, όχι πάντα τις ίδιες ποιοτικά και στους τρόπους έκφρασης. Το τελικό αποτέλεσμα είναι μία διάχυτη δυσφορία που μπορεί να μετατραπεί σε ακραία βία».


Η προπαγάνδα έχει ως στόχο τη χειραγώγηση και είναι ένας από τους πολλούς δρόμους που έχουν οδηγήσει στη βία, στο μίσος και σε ακρότητες. Πατέρας της προπαγάνδας, κατά κάποιους,  θεωρείται ο Γκέμπελς.

Αποτέλεσμα εικόνας για goebbels photos

O Πάουλ Γιόζεφ Γκέμπελς ήταν Υπουργός Προπαγάνδας της Ναζιστικής Γερμανίας την περίοδο 1933-1945. Ο καθηγητής ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Γιέηλ, Λέοναρντ Ντοομπ (Leonard Doob) το 1950, με βάση τα δημοσιευμένα αλλά και μη δημοσιευμένα αποσπάσματα του ημερολογίου του Γκέμπελς, συνόψισε τις βασικές αρχές του  Γκέμπελς για την προπαγάνδα. Οι αρχές αυτές μελετήθηκαν πολύ από τους ερευνητές επικοινωνίας αλλά και μέχρι σήμερα θεωρούνται εφαρμόσιμες ειδικότερα στον ψηφιακό κόσμο αλλά και στην πολιτική.

Σύμφωνα με τις αρχές αυτές, η προπαγάνδα θα πρέπει να εστιάζει σε ένα συγκεκριμένο εχθρό ενώ το μήνυμά της θα πρέπει να είναι απλό και να απευθύνεται στις μάζες και όχι στους διανοούμενους.  Θα πρέπει να χρησιμοποιούνται διακριτές εκφράσεις για τον εχθρό, οι οποίες θα περιέχουν λέξεις και σλόγκαν  που θα  προκαλούν τις επιθυμητές αντιδράσεις (επιθυμητές για τον προπαγανδιστή) από το πλήθος. Στη συνέχεια, αυτές οι λέξεις θα συνδεθούν με ένα γεγονός και πρέπει να είναι εύκολες για να μπορεί το πλήθος να τις απομνημονεύσει και να τις επαναλάβει με ευκολία. Ο προπαγανδιστής θα πρέπει επίσης να τις επαναλαμβάνει ξανά και ξανά αλλά μόνο στις κατάλληλες περιστάσεις.
Αποτέλεσμα εικόνας για photos propaganda
Το μήνυμα και οι εκφράσεις πρέπει να μεταδίδονται μέσω του κατάλληλου επικοινωνιακού μέσου και εξυπακούεται ότι πρέπει να προκαλούν την προσοχή του κοινού και να αποτελείται από γενικεύσεις στις οποίες οι περισσότεροι θα μπορούν να ταυτιστούν. Θα πρέπει επίσης να μεταδίδεται από άτομα με κύρος. Στις κατεχόμενες από τη ναζιστική Γερμανία χώρες ιδιαίτερη έμφαση δίνονταν στην απόκτηση των μέσων μαζικής ενημέρωσης από τις κατοχικές δυνάμεις. 

Στα γερμανικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, ο Γκέμπελς είχε διαπιστώσει ότι οι Γερμανοί ήθελαν και ψυχαγωγία πέραν των προπαγανδιστικών μηνυμάτων (δεν είναι τυχαία στις μέρες μας, η χρήση όλων αυτών των ευτελών ψυχαγωγικών τηλεοπτικών εκπομπών). Στις εφημερίδες δεν ήταν αποτελεσματική η ευθεία χρήση προπαγάνδας μέσω κειμένων αλλά η προπαγάνδα πραγματοποιούνταν μέσω πλάγιων ειδήσεων.

Η μετάθεση είναι επίσης μία πολύ σημαντική αρχή της προπαγάνδας που χρησιμοποιείται στην πολιτική και δεν είναι άλλη παρά την κατηγορία του αντιπάλου για τα λάθη και τις ανεπάρκειές του. Προφανώς, δεν πρόκειται περί μίας ηθικής αρχής.

Αποτέλεσμα εικόνας για photos propagandaΗ άλλη αρχή είναι αυτή της υπερβολής και της πρόκλησης φόβου αλλά σε ένα «αποδεκτό» επίπεδο.  Κατά τον Γκέμπελς, ο χειρισμός του φόβου θέλει προσοχή. Ο μεγάλος φόβος προκαλεί πανικό και απώλεια ηθικού ενώ ο λίγος φόβος προκαλεί αυταρέσκεια και απάθεια. Ως εκ τούτου, η προπαγάνδα πρέπει να δημιουργεί και να δυναμώνει τον φόβο όσον αφορά τις συνέπειες της ήττας. Από την άλλη, πρέπει να μειώνει τον φόβο (εκτός αυτού που αφορά τις συνέπειες της ήττας), όταν δεν μπορούν να τον μειώσουν οι άνθρωποι από μόνοι τους.

Η αρχή της ανανέωσης, είναι κάτι που βιώνουμε συχνά και αφορά τον βομβαρδισμό με μηνύματα και πληροφόρηση τα οποία εμποδίζουν το άτομο να σκέπτεται. Όταν ο αντίπαλος/ εχθρός απαντήσει στα μηνύματα αυτά, τότε το κοινό δεν θα ενδιαφέρεται πλέον γιατί η προσοχή του θα έχει οδηγηθεί να στραφεί σε κάτι άλλο.

Μία άλλη αρχή είναι αυτή της αρέσκειας, που αφορά τη συνένωση αποσπασματικών πληροφοριών για τη δημιουργία μίας νέας ερμηνείας. Εάν δε αυτή η ένωση αποσπασματικών πληροφοριών μεταδίδεται από πολλές πηγές, τότε αποκτά από μόνη της υπόσταση και «ειδικό βάρος». Η αρχή αυτή θυμίζει αρκετά κάποιους μεταμοντέρνους ιστορικούς γιατί υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν γεγονότα παρά μόνο ερμηνείες αυτών ή ακόμα και τις ψευδείς ειδήσεις που διοχετεύονται από τα μέσα (fake news). 

Ο προπαγανδιστής είναι αυτός που λέει την αλήθεια (αρκεί αυτή να μην θίγει την αξιοπιστία του)  γι’αυτό και πρέπει να ελέγχει διεξοδικά αυτά που ισχυρίζεται ακόμα και εάν είναι ψέματα αρκεί να μην μπορούν να αποδειχθούν ως τέτοια ενώ ο εχθρός (κατά τον προπαγανδιστή) λέει πάντα ψέματα.  Εάν ο σκοπός της προπαγάνδας του εχθρού είναι η εκμαίευση μίας απάντησης, τότε η σιωπή είναι η καλύτερη λύση, ειδικά εάν δεν υπάρχουν ισχυρά αντεπιχειρήματα, ενώ εάν η προπαγάνδα του εχθρού περιέχει ψέματα τότε η αντίδραση θα είναι η άμεση απάντηση. Η σιωπή πρέπει να χρησιμοποιείται και όταν υπάρχουν αρνητικές ειδήσεις.

Η λογοκρισία αποτελεί, κατά τον Γκέμπελς, ουσιαστικό όπλο της προπαγάνδας, γιατί περιορίζει το υλικό που δρα εναντίον της. Η λογοκρισία δεν πρέπει όμως να ασκείται εμφανώς γιατί έτσι διακυβεύεται η αξιοπιστία του καθεστώτος. Το υλικό αυτό, εάν είναι δυνατόν, θα χρησιμοποιηθεί ως υλικό αντι-προπαγάνδας εναντίον του εχθρού.

Φωτεινή Μαστρογιάννη
Οι αρχές της προπαγάνδας εφαρμόζονται και σήμερα τόσο στο μάρκετινγκ όσο και στην πολιτική επικοινωνία. Ωστόσο, ειδικότερα στους πολύ δύσκολους καιρούς που ζούμε, θα πρέπει να θυμόμαστε και να μην ξεχνάμε τα λόγια του Βολταίρου «αυτοί που μπορούν να σε κάνουν να πιστέψεις απιθανότητες, είναι ικανοί να σε πείσουν να διαπράξεις φρικαλεότητες».

  
Προτεινόμενα αναγνώσματα

Claudine Haroche και Eugene Enriquez. Το σκοτεινό πρόσωπο των σύγχρονων δημοκρατιών. Εκδ. Νησίδες.
Leonard, W. Doob. Goebbel’s Principles of Propaganda Author(s). Διαθέσιμο στο:




Τρίτη 1 Αυγούστου 2017

Κι όμως, τα ράσα κάνουν τον παπά!

 Φωτεινή Μαστρογιάννη

Τα χρώματα χρησιμοποιούνται τόσο στο μάρκετινγκ προϊόντων όσο και στο πολιτικό μάρκετινγκ για τον επηρεασμό τωνκαταναλωτών και των ψηφοφόρων αντίστοιχα. Το επιστημονικό αυτό πεδίο καλείται ψυχολογία των χρωμάτων και  ο Γκαίτε ήταν ο πρώτος που αναφέρθηκε σε αυτό με την θεωρία του για τα χρώματα σύμφωνα με την οποία το χρώμα επιδρά άμεσα στην ανθρώπινη ψυχή. Θεωρούσε θετικά χρώματα που δημιουργούν χαρούμενη διάθεση και ενέργεια το κίτρινο, το πορτοκαλί την ώχρα και το βαθύ κόκκινο ενώ το μπλε, το ανοικτό και σκούρο μωβ προκαλούσαν μία μελαγχολική διάθεση.

Σε γενικές γραμμές, εάν και υπάρχουν κάποιες διαφορές στο πως ο κάθε πολιτισμός αντιλαμβάνεται τα χρώματα, το κόκκινο σχετίζεται με τη δύναμη, την αποφασιστικότητα και το πάθος και είναι το χρώμα που τραβά περισσότερο την προσοχή. Το πορτοκαλί δείχνει δημιουργικότητα, επιτυχία και ενθουσιασμό, το κίτρινο συνδέεται με τη χαρά και τη διάνοια και τραβά και αυτό την προσοχή γι’αυτό και τα ταξί είναι κίτρινα ενώ το πράσινο σχετίζεται με την αρμονία, την ασφάλεια, και την πίστη και θεωρείται ότι έχει ηρεμιστικές ιδιότητες.  Το μωβ συμβολίζει τον πλούτο, την αριστοκρατικότητα, τη σοφία και την ανεξαρτησία, το λευκό την αγνότητα ενώ το μαύρο συμβολίζει τη δύναμη, το φόβο, την εξουσία αλλά και την κομψότητα.



Έχει διαπιστωθεί  ότι η παραγωγικότητα αυξάνει με τη χρήση του γκρι, του μπλε και του καφέ γι’αυτό και πολλά γραφεία είναι βαμμένα σε αυτά τα χρώματα ενώ τα πιο δυνατά χρώματα βοηθούν τη δημιουργικότητα.

Το χρώμα χρησιμοποιείται στην εμφάνιση των πολιτικών ως στοιχείο επικοινωνίας με το πλήθος και ειδικότερα το χρώμα της γραβάτας για τους άνδρες πολιτικούς εάν και υπάρχει μία τάση σε κάποιους πολιτικούς να μην φορούν γραβάτα, μία τάση που κατά κάποιους καθιέρωσε ο πρώην αρχηγός του Εργατικού Κόμματος και πρωθυπουργός της Βρετανίας, Τόνυ Μπλερ. Ωστόσο, ενώ η γραβάτα είναι ένα αξεσουάρ χωρίς χρηστική αξία, εντούτοις αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ενδυμασίας των επιχειρηματιών ενώ για τους πολιτικούς θεωρείται ότι η έλλειψή της δεν υποδηλώνει έναν πολιτικό που είναι τόσο απασχολημένος με τη διακυβέρνηση που δεν προλαβαίνει ούτε γραβάτα να φορέσει αλλά θεωρείται ότι αντίθετα δίνει μεγαλύτερη έμφαση στο πως δείχνει προς τα έξω και όχι στην ουσία, ότι είναι ρηχός, ψεύτικος και ματαιόδοξος. Γι’αυτό και ο Κάμερον ενώ πριν γίνει πρωθυπουργός είχε εμφανισθεί αρκετές φορές χωρίς γραβάτα αλλά όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία εμφανίζεται παντού με γραβάτα. 


Στα καθ’ημάς, ο Ανδρέας Παπανδρέου φορούσε ζιβάγκο το οποίο μετατράπηκε σε γραβάτα όταν ήταν σίγουρο ότι θα νικούσε στις εκλογές και θα γινόταν πρωθυπουργός.

Από την πλευρά της αισθητικής, θεωρείται κακόγουστο να φορά κάποιος ένα κουστούμι χωρίς γραβάτα γιατί απλά τα κουστούμια σχεδιάστηκαν με απαραίτητο στοιχείο τη γραβάτα και εξυπακούεται ότι σε επίσημες εκδηλώσεις, η γραβάτα είναι εκ των ων ουκ άνευ. Ειδικότερα, τελευταία, με την τάση προς την επιστροφή στην παράδοση και στο ρετρό προτιμούνται τα χειροποίητα κουστούμια, πουκάμισα και φυσικά άψογες γραβάτες. Είναι κρίμα που οι Έλληνες πολιτικοί, πέραν ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν διακρίνονται για την κομψότητά τους. Αντίθετα στη χώρα μας, παρά την μακραίωνη παράδοσή μας στην αισθητική, η ατημέλητη και πρόχειρη εμφάνιση, κόντρα σε ότι προτάσσουν οι δημόσιες σχέσεις και η επικοινωνία, θεωρείται δείγμα προοδευτικότητας και διάνοιας ενώ η κομψότητα αντιμετωπίζεται με ενοχικό τρόπο!!!

Οι Έλληνες πολιτικοί, λοιπόν,  σίγουρα δεν στηρίζουν, ενώ θα έπρεπε, τους Έλληνες σχεδιαστές όπως όμως αντίθετα κάνουν οι Βρετανοί, οι Γάλλοι, οι Αμερικάνοι και οι Ιταλοί πολιτικοί  αλλά και οι σύζυγοί τους για τους δικούς σχεδιαστές στηρίζοντας κατ’αυτό τον τρόπο την εγχώρια βιομηχανία μόδας και προωθώντας την με τον τρόπο αυτό στο εξωτερικό. Είναι ιδιαίτερα κρίμα γιατί η Ελλάδα διαθέτει πολλούς σχεδιαστές με μοναδικό ταλέντο ενώ η αργυροχρυσοχοΐα (τα κοσμήματα που συνοδεύουν το ντύσιμο μιας πολιτικού γιατί ενώ η γραβάτα είναι απαραίτητη για τον άντρα πολιτικό ,για τη γυναίκα είναι το κόσμημα) αποτελεί μέρος αιώνιας παράδοσης. Η διαφήμιση αυτών θα βοηθούσε τόσο στη βελτίωση της εικόνας των Ελλήνων πολιτικών στο εξωτερικό, θα βοηθούσε αυτούς τους πολύπαθους κλάδους και θα έφερνε χρήμα στη χώρα δίνοντας παράλληλα θέσεις εργασίας που θα χαρακτηρίζονται όχι από φτηνό εργατικό κόστος αλλά από υψηλή αισθητική, επώνυμα προϊόντα και καινοτομία.

Ας επανέρθουμε όμως στα χρώματα και στη χρήση τους από τους πολιτικούς τόσο στα κουστούμια όσο και στις γραβάτες. Συχνή είναι η χρήση του μπλε που δίνει την εντύπωση ενός ατόμου που μπορεί κάποιος να εμπιστευθεί, λογικό, με αυτοέλεγχο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πολιτικοί που κατηγορούνται για απάτες και διαφθορά φορούν μπλε για να αντισταθμίσουν την αρνητική εικόνα τους. Οι πολιτικοί που θέλουν να δώσουν την εντύπωση του μέσου πολίτη φορούν γαλάζια πουκάμισα με τα μανίκια σηκωμένα. 


Ειδικότερα στην περίπτωση που ένας πολιτικός διεκδικεί την πρωθυπουργία παρατηρούμε ότι φορά κυρίως μαύρα ή γκρι κουστούμια που δίνουν την αίσθηση της εξουσίας πολλές φορές με κόκκινη γραβάτα που δείχνει αποφασιστικότητα (εάν και στις αρχές του 20ου αι. η κόκκινη γραβάτα ήταν ένδειξη ομοφυλοφιλίας, κάτι όμως που άλλαξε ως τάση αργότερα, ο Κένεντυ στην περίφημη τηλεοπτική του αναμέτρηση με τον Νίξον φορούσε μαύρο κουστούμι με κόκκινη γραβάτα). 

Ο Τζωρτζ Μπους ο νεώτερος έκανε μόδα την μπλε γραβάτα με σκούρο κουστούμι, θέλοντας να περάσει την εικόνα του απλού Τεξανού ιδιοκτήτη ράντσου. Η επιλογή όμως αυτή δεν είχε ιδιαίτερη πέραση στον Αμερικανικό νότο όπου η δύναμη συνδέονταν με τις μωβ και τις χρυσές γραβάτες. Η επιλογή μπλε γραβάτας του Μπους θεωρήθηκε επιτυχημένη γιατί το μπλε είναι το αγαπημένο χρώμα των Αμερικάνων και ανάλογα με την ένταση του μπορεί να δράσει κατευναστικά (όπως το χρώμα των μπλε γραβατών που φορούσε ο Μπους μετά την 11η Σεπτεμβρίου) ή να προκαλέσει ενθουσιασμό (γαλάζιες γραβάτες). Γενικότερα το μπλε, δείχνει αξιοπιστία, ωριμότητα, κομψότητα, σταθερότητα και δημιουργικότητα ενώ το κόκκινο τραβά την προσοχή στις λεπτομέρειες. Αμερικανικές έρευνες έδειξαν ότι σε 22 τηλεοπτικές αναμετρήσεις υποψήφιων Αμερικανών προέδρων το 68% φορούσε γραβάτα σε αποχρώσεις του κόκκινου. Μόνο ο Ρέηγκαν φορούσε μαύρη γραβάτα και ήταν ο μόνος επιτυχημένος με μαύρη γραβάτα σε τηλεοπτική αναμέτρηση. Γενικότερα, στην Αμερική οι μπλε γραβάτες είναι οι αγαπημένες των Δημοκρατικών ενώ οι κόκκινες των Ρεπουμπλικάνων.

Ακόμα και στην ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ, ο Μπάρακ Ομπάμα φορούσε τη μπλε γραβάτα των Δημοκρατικών ενώ ο Τραμπ την κόκκινη των Ρεπουμπλικανών δείχνοντας και κατ’αυτό τον τρόπο τον πολιτικό τους χώρο.



Μερικοί φορούν και μωβ γραβάτες ως ένδειξη πολυτέλειας εάν και αυτοί προτιμάται κυρίως από χρηματοοικονομικούς συμβούλους για ευνόητους λόγους – όταν κάποιος συμβουλεύει πώς να επενδύσουμε τα χρήματά μας πρέπει να δείχνει ο ίδιος ότι τα διαθέτει και το μωβ είναι ένα χρώμα που συμβολίζει τον πλούτο και την πολυτέλεια. Η μωβ γραβάτα όπως και η κίτρινη σπάνια προτιμώνται από τους πολιτικούς γιατί συνδέονται με την απροσεξία.

Το καφέ χρώμα δεν προτιμάται γιατί δείχνει παλαιομοδίτικο, παρόλα αυτά ο Ρόναλντ Ρέηγκαν το χρησιμοποιούσε πολύ για να κατευνάσει το κύρος και την εξουσία που απέπνεε η θέση του. 
Οι πολιτικοί που θέλουν να δείξουν ότι είναι κάτι καινούριο, δημιουργικό, εξωστρεφές  και θέλουν να τραβήξουν την προσοχή φορούν πολύχρωμες γραβάτες. 

Αντίστοιχα για τις γυναίκες πολιτικούς προτείνονται τα φωτεινά χρώματα ειδικότερα εάν θέλουν να ξεχωρίσουν στα ΜΜΕ (βλ. φωτεινά κουστούμια της Ανγκελας Μέρκελ).

Τα χρώματα της χώρας προτιμούνται επίσης από τους πολιτικούς όπως βλέπουμε από την περίπτωση της Ουκρανίας, όπου το 2015 ο πρωθυπουργός Αρσένι Γιατσένιουκ αλλά και η σύζυγός του στην τελετή για την ημέρα της Ανεξαρτησίας ήταν ντυμένοι στα χρώματα της Ουκρανίας δηλαδή στο κίτρινο και στο γαλάζιο

Ο Ντόναλντ Τραμπ στην ορκωμοσία του φορούσε σκούρο μπλε κοστούμι, με άσπρο πουκάμισο και κόκκινη γραβάτα, τα χρώματα δηλαδή της Αμερικανικής σημαίας ενώ η σύζυγός του φορούσε ένα φόρεμα Αμερικανού σχεδιαστή χρώματος ανοικτού γαλάζιου υποδηλώνοντας έτσι τον ενθουσιασμό της για το γεγονός αλλά και φορώντας ένα χρώμα που όπως προαναφέρθηκε είναι το αγαπημένο των Αμερικάνων. Θα μεταφράζαμε τη γλώσσα του χρώματος αφενός για τον Τραμπ «είμαι ο νέος πατριώτης Αμερικανός πρόεδρος» ενώ για την Μελάνια Τραμπ «είμαι ενθουσιασμένη και σας αγαπώ». 
Η κόρη του Τραμπ, Ιβάνκα φορούσε ένα λευκό φόρεμα με την αμερικανική σημαία στο πέτο της – δηλώνοντας έτσι «κάτι καινούριο και καθαρά αμερικανικό».






Οι πολιτικοί σε όλο τον κόσμο δίνουν ιδιαίτερη σημασία στην εμφάνισή τους γιατί αποτελούν ζωντανή διαφήμιση της χώρας τους και η εικόνα επηρεάζει τον τρόπο που τους αντιλαμβάνονται οι άλλοι συνεπώς μπορεί να επηρεάσει και αποφάσεις που να αφορούν έναν ολόκληρο λαό.
Η δύναμη αυτή της εικόνας δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται, ζούμε άλλωστε στην εποχή της εικόνας, αλλά πρέπει να της δοθεί η δέουσα προσοχή (προκαλεί αλγεινή εντύπωση το γεγονός ότι το πλήθος των επικοινωνιολόγων που απασχολούνται στα πολιτικά γραφεία  δεν έχει προτείνει στους Έλληνες πολιτικούς τρόπους για τη βελτίωση της εμφάνισης και της εικόνας τους τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό), κάτι που δυστυχώς δεν γίνεται με όλες τις δυσμενείς επιπτώσεις για το κύρος της χώρας.


  
Προτεινόμενα αναγνώσματα


Η ψυχολογία των χρωμάτων στα λογότυπα εταιριών.Πώς μας επηρεάζουν και τι ρόλο παίζουν. Διαθέσιμο στο: <http://www.newsbeast.gr/world/arthro/550253/i-psuhologia-ton-hromaton-sta-logotupa-etairion>

 Η ψυχολογία των χρωμάτων στο Marketing. Διαθέσιμο στο:

The Psychology and Meaning ofColors. Διαθέσιμο στο: <https://www.colorpsychology.org/>

Wear a suit without a tie? It's nothing short of sartorial catastrophe. Διαθέσιμο στο:<https://www.theguardian.com/fashion/2012/nov/18/alex-bilmes-suit-without-tie>

BETWEEN THE LINES: HOW POLITICIANS USE COLOR PSYCHOLOGY TO WIN YOUR VOTES.

Malshina, K.V.2016. Diplomacy and Colour Psychology: the Tie Case Study. Διαθέσιμο στο: <http://www.cep.si/dokumenti/7%20Malshina.pdf>


Τρίτη 25 Ιουλίου 2017

Γιατί δεν υπάρχει όραμα;

Φωτεινή Μαστρογιάννη 
Ποιος είναι ο σύγχρονος συντηρητικός και ποιος ο φιλελεύθερος ή με άλλους όρους ποιος είναι ο σύγχρονος δεξιός και ποιος ο αριστερός; Πώς μπορεί να δημιουργηθεί ένα σύγχρονο όραμα για κοινωνική κινητοποίηση και πραγματική αλλαγή;

Η  πάλη των τάξεων σήμερα, όπως έγραψε και ο Σλαβόι Ζίζεκ, θα είναι πολιτισμική και όχι οικονομική. Από τη μία, οι σύγχρονοι συντηρητικοί (ή κατ’άλλους δεξιοί) ακολουθούν πρότυπα όπως είναι η επιστροφή σε αξίες του παρελθόντος, η προστασία της οικογένειας, ο σεβασμός στα ήθη και στα έθιμα του έθνους και στα ατομικά δικαιώματα ενώ οι φιλελεύθεροι (ή αριστεροί) υποστηρίζουν το παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, την ανοχή στη διαφορετικότητα κάθε είδους ενώ θεωρούν την κλασική οικογένεια και τις παραδόσεις μάλλον παρωχημένες και προσπαθούν να τις επαναπροσδιορίσουν (όπως συμβαίνει με τον επαναπροσδιορισμό της ιστορίας και όχι μόνο).  Οι φιλελεύθεροι  δίνουν περισσότερη έμφαση στην προστασία των αδύναμων μελών της κοινωνίας και λιγότερο σε έννοιες όπως η πατρίδα, το έθνος κτλ. Να τονίσω εδώ ότι σε σχέση με το εξωτερικό, στην Ελλάδα, υπάρχουν μικρά τμήματα της αριστεράς που διαφοροποιούνται από τη γενική τάση και πιστεύουν στην έννοια της πατρίδας κτλ.


Σύμφωνα με ερευνητές κυρίως στον χώρο της ηθικής ψυχολογίας, οι συντηρητικοί συνήθως επικρατούν  γιατί έχουν μία μεγαλύτερη «γκάμα» ηθικών αξιών σε σχέση με τους φιλελεύθερους. Πιθανόν αυτός να είναι και ένας από τους λόγους που στην Ελλάδα, η συντριπτική πλειοψηφία είναι συντηρητικών πεποιθήσεων και αυτό το βλέπουμε στα κόμματα που έχουν κυβερνήσει μέχρι σήμερα. Η ίδια όμως ιστορία της Ελλάδας, οι συνεχείς πολεμικές αναμετρήσεις και η μόνιμη πενία πλην ελαχίστων αναλαμπών λόγω των δαπανών σε εξοπλισμούς αλλά και της διαρκούς εξάρτησης της χώρας από τα δάνεια και τον έλεγχο ξένων χωρών ενδυνάμωσε την έννοια της πατρίδας και του έθνους ενώ η οικογένεια διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο όπως είναι αυτός της φροντίδας των παιδιών αλλά και των γηραιότερων μελών.  

Στο σημείο αυτό να τονίσω ότι ο ισχυρός ρόλος της οικογένειας οφείλεται και στο ότι η πολιτική των περισσότερων κυβερνήσεων που ακολουθήθηκε στην Ελλάδα ήταν αυτή του περιορισμού των κοινωνικών δαπανών και επιφόρτιση της οικογένειας με καθήκοντα που σε αντίθετη περίπτωση θα αναλάμβανε ένα κοινωνικό κράτος. Η στήριξη λοιπόν στην οικογένεια ως βασικού φροντιστή του ατόμου αλλά και γενικότερα το οικονομικό σύστημα που ενδυνάμωνε τον ατομισμό δεν διευκόλυναν τη δημιουργία συλλογικότητας (με σημαντικές όμως πλην λίγες εξαιρέσεις του παρελθόντος όπως ήταν η δημιουργία Εθνικής Αντίστασης κατά των Γερμανών κατακτητών)  που όπως έχω αναφέρει σε προηγούμενα κείμενά μου είναι βασική για τη δημιουργία σημαντικών κοινωνικών αλλαγών.  Οι προτάσεις λοιπόν των φιλελευθέρων για τη δημιουργία κοινωνικών παροχών δεν έβρισκαν ιδιαίτερο έδαφος γιατί η οικογένεια έπαιζε αυτό τον ρόλο.

Ένας άλλος βασικός λόγος επικράτησης των συντηρητικών είναι ακριβώς η πληρέστερη «γκάμα» ηθικών αξιών ενώ αντίθετα οι φιλελεύθεροι έχουν μία πιο περιορισμένη που εστιάζει στην οικονομική κατάσταση της χώρας και στη δημιουργία κοινωνικών παροχών. Η οικονομική κατάσταση, είναι σημαντική για μία χώρα, πλην όμως ουδείς πολέμησε για το χρήμα. Συνεπώς μία δημιουργία οράματος πέραν του οικονομικού είναι σημαντική για την επίτευξη της αλλαγής.

Το συμπέρασμα αυτό ενδυναμώνεται και από τα ευρήματα των Haidt και Joseph (2004) σύμφωνα με τα οποία οι περισσότεροι πολιτισμοί δεν περιορίζουν τις αξίες τους μόνο σε αυτές που προστατεύουν τα άτομα.  Η συνασπιστική ψυχολογία (coalitional psychology) ανακάλυψε τον συνδυασμό των αξιών της πίστης, του πατριωτισμού και της αυτοθυσίας για την ομάδα και της επαγρύπνησης της ομάδας για τους προδότες. Αντίστοιχα οι αξίες για υποταγή και σεβασμό στην εξουσία συνδυάζονται με τις αξίες για ηγεσία και προστασία. Τέλος οι αξίες της αγνότητας και της ιερότητας (όπως βλέπουμε στις διάφορες θρησκευτικές ομάδες) και οι αντίστοιχες πρακτικές που τις συνοδεύουν υπογραμμίζουν τα πολιτισμικά όρια της ομάδας και ελέγχουν τον ανθρώπινο εγωϊσμό που συχνά συνδέεται με τη σαρκική φύση της ανθρωπότητας (π.χ. η λαγνεία, η πείνα, η απληστία) και δημιουργούν έναν περισσότερο πνευματικό τρόπο σκέψης. Αυτές οι αξίες προσελκύουν έναν μεγάλο αριθμό ατόμων γιατί συνδέουν τα άτομα (έμφαση στη συλλογικότητα και όχι στον ατομισμό) ενώ το καθήκον και ο αυτοέλεγχος διαδραματίζουν έναν εξίσου σημαντικό ρόλο.
 
Πέραν όμως των κλασικών συντηρητικών και των φιλελευθέρων υπάρχει  όμως και ένα σύγχρονο κράμα που δεν είναι ούτε παραδοσιακά συντηρητικό ούτε φιλελεύθερο και αυτό είναι οι ελευθεριακοί (libertarians) οι οποίοι υποστηρίζουν τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα όσον αφορά την οικονομία αλλά στα κοινωνικά θέματα είναι φιλελεύθεροι βλ. ελεύθερη χρήση ελαφριών ναρκωτικών κτλ. Η ηθική αξία στην οποία δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα οι ελευθεριακοί είναι η ατομική ελευθερία παραγνωρίζοντας όμως άλλες ηθικές αξίες.


Οι ελευθεριακοί δεν εντάσσονται στην κατηγορία συντηρητικοί – φιλελεύθεροι ή  αριστερά – δεξιά, ενώ δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην ατομική ελευθερία, δεν είναι ιδιαίτερα συναισθηματικοί (δεν δείχνουν συμπόνια για τα πιο αδύναμα μέλη της κοινωνίας) και προτιμούν «χαλαρές» κοινωνικές σχέσεις. Κατ’άλλους οι ελευθεριακοί ανήκουν στη σύγχρονη δεξιά λόγω της πίστης τους στην ατομική ελευθερία ως προαπαιτούμενου για την εύρυθμη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς.

Η συζήτηση για τα παραπάνω εντάσσεται στο πλαίσιο της θεωρίας των ηθικών βάσεων  σύμφωνα με την οποία οι ηθικές βάσεις των ατόμων είναι αποτέλεσμα εγγενών ψυχολογικών μηχανισμών που εξελίχθηκαν μαζί με τις πολιτισμικές πρακτικές. Το είδαμε αυτό και στην περίπτωση του ρόλου της οικογένειας όπως διαμορφώθηκε στην Ελλάδα.

Στην κατηγορία των ελευθεριακών βλέπουμε να εντάσσεται και ένα μεγάλο μέρος της αριστεράς στην Ελλάδα που πρεσβεύει την οικονομία της ελεύθερης αγοράς ενώ πολιτισμικά ενδιαφέρεται για την ατομική ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα μέσω κυρίως της παγκοσμιοποίησης και της υπεράσπισης των ανοικτών συνόρων. Όπως όμως ορθά έγραψε ο Σλαβόι Ζίζεκ: «Το παίζουν Ωραίες Ψυχές που αισθάνονται ανώτερες από τον διεφθαρμένο κόσμο ενώ κρυφά συμμετέχουν σε αυτόν». Θα τολμούσα να πω ότι η «εμμονή» των ελευθεριακών στην ελεύθερη αγορά και στην ατομική ελευθερία θα παρακμάσει σύντομα γιατί ούτε ελεύθερη αγορά υπάρχει αντίθετα έχουμε την επικράτηση ολιγοπωλίων από τις πολυεθνικές ούτε όμως και η έμφαση στην ατομική ελευθερία είναι συμβατή με τις πολιτισμικές αξίες μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού στη Δύση και αλλού.

Τα παραπάνω ίσως αποτελέσουν τροφή δημιουργικής σκέψης για τους πολιτικά σκεπτόμενους και ενεργούντες στην Ελλάδα. Να αφήσουν τις παρωχημένες σχολές σκέψης και να δημιουργήσουν ένα όραμα που να αγκαλιάζει και να σέβεται ολόκληρο τον πληθυσμό
Και όπως αναφέρθηκε το χρήμα μπορεί να εξασφαλίζει μία σύντομη διακυβέρνηση και εκλεξιμότητα σε καμία όμως περίπτωση δεν διασφαλίζει την επιβίωση ενός έθνους αλλά ούτε και ενός κράτους. Συνεπώς, η συζήτηση δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει μόνο τα τυχόν οικονομικά σενάρια επίλυσης της κρίσης αλλά να έχει και ισχυρές ηθικές βάσεις που δεν θα περιορίζονται μόνο στην προστασία της ατομικής ελευθερίας αλλά θα υποστηρίζουν και θα ενισχύουν τη συλλογικότητα με σεβασμό στις αξίες και στις παραδόσεις του λαού.



Προτεινόμενα αναγνώσματα

Σλαβόι Ζίζεκ. Η νέα πάλη των τάξεων. Τα πραγματικά αίτια του προσφυγικού κύματος και της τρομοκρατίας. Εκδ. Πατάκη.

Φωτεινή Μαστρογιάννη.2017.Να ντύνεστε καλά, φυσάει υποκρισία. Διαθέσιμο στο:<http://mastroyanni.blogspot.gr/2017/05/blog-post_7.html>

Jonathan Haidt. 2012. Why working class people vote conservative. Διαθέσιμο στο: 

2012. Understanding Libertarian Morality: The Psychological Dispositions of Self-Identified Libertarians

Jesse Graham, Jonathan Haidt, και Brian A. Nosek. 2009. Liberals and Conservatives Rely on Different Sets of Moral Foundations. 
Διαθέσιμο στο:<http://projectimplicit.net/nosek/papers/GHN2009.pdf>