Οικονομικό Σπουδαστήρι

Οικονομικό Σπουδαστήρι
Γι'Αυτούς που Θέλουν Εξειδίκευση
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κοινωνικά μέσα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κοινωνικά μέσα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 19 Ιουλίου 2021

Κοινωνική αλλαγή και δημοσιογραφία των πολιτών


Φωτεινή Μαστρογιάννη     


Η δημοσιογραφία των πολιτών δίνει φωνή στους απλούς ανθρώπους και ως εκ τούτου,     εκπληρώνει μία βασική προϋπόθεση της κοινωνικής αλλαγής. 
Οι πολίτες δεν είναι πλέον παθητικοί καταναλωτές ειδήσεων αλλά αντίθετα, αρκετές φορές,  είναι αυτοί που  διανέμουν ειδήσεις σε πολλούς ανθρώπους με τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ιστολογίων κτλ προσπερνώντας τα παραδοσιακά ΜΜΕ.
Η δημοσιογραφία των πολιτών δεν είναι απλώς συμμετοχική επικοινωνία ενώ η κοινωνική αλλαγή δεν αφορά μόνο ποιος μιλά και εάν οι πολίτες έχουν ευκαιρίες να μιλήσουν γενικά αλλά εάν μπορούν οι φωνές τους να ακουστούν στις συζητήσεις και στις αποφάσεις που λαμβάνονται για τις κοινές υποθέσεις.
Η δημοσιογραφία των πολιτών παρέχει «ορατότητα» σε κοινωνικά προβλήματα που δεν θα είχαν σε διαφορετική περίπτωση. Πλέον η επαγγελματική δημοσιογραφία δεν διαδραματίζει τον ρόλο του ενδιάμεσου που ενημερώνει το κοινό σχετικά με το τι είναι και δεν είναι είδηση. Ο εμπλουτισμός με ειδήσεις που αφορούν την κοινωνία βοηθά στη διεύρυνση της ενημέρωσης και της γνώσης του κοινού, διαμορφώνει τη δημόσια ατζέντα αλλά και πληροφορεί τη δημόσια συζήτηση σχετικά με τις κρατικές πολιτικές που πρόκειται να εφαρμοσθούν.
Τα κοινωνικά θέματα είναι πιθανόν να καλυφθούν από τους επαγγελματίες δημοσιογράφους μόνο εάν έχουν στοιχεία που να τα καθιστούν άξια αναφοράς. Εάν και το Διαδίκτυο είναι ανοικτό και μπορεί να φιλοξενήσει τη γνώμη οποιουδήποτε ωστόσο τα παραδοσιακά ΜΜΕ καρπώνονται το μεγαλύτερο μέρος της αναγνωσιμότητας. Μπορεί οι επιτυχημένοι ιστολόγοι να έχουν κάποιες χιλιάδες ακόλουθους ωστόσο δεν μπορούν να φθάσουν το εύρος των παγκόσμιων ειδησεογραφικών οργανισμών. Πέραν αυτού, οι οργανισμοί που επιδιώκουν την κοινωνική αλλαγή επιζητούν την προσοχή των μεγάλων ειδησεογραφικών οργανισμών προκειμένου να αποκτήσουν μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητα (Waisbord, 2010).
Ωστόσο και τα παραδοσιακά ΜΜΕ προσπαθούν να δημιουργήσουν επίσημες συνεργασίες μεταξύ των πολιτών και των δικών τους γραφείων σύνταξης.  Στην περίπτωση αυτή οι πολίτες παράγουν την πληροφορία και διευκολύνουν την πρόσβαση στις πηγές ή ακόμα και με τα σχόλιά τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αναδεικνύουν κοινωνικά προβλήματα που τα παραδοσιακά ΜΜΕ με τη σειρά τους επιλέγουν και τα προβάλλουν ως ειδήσεις. Η ειδησεογραφική κάλυψη των κοινωνικών προβλημάτων καθίσταται, κατ’αυτό τον τρόπο, ευρύτερη. Ωστόσο, τί γίνεται με τα κοινωνικά προβλήματα που δεν παρουσιάζουν ειδησεογραφικό ενδιαφέρον για τα παραδοσιακά ΜΜΕ; Τέτοια θέματα είναι η ειδησεογραφική κάλυψη της φτώχειας  που δεν συνοδεύεται από δηλώσεις πολιτικών κοκ.
Εάν και πλέον τα παραδοσιακά ΜΜΕ έχουν αποδεχτεί σε κάποιο βαθμό τη δημοσιογραφία των πολιτών ωστόσο στην αρχή, οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι δεν θεωρούσαν ότι οι ιστολόγοι και οι άλλες μορφές της δημοσιογραφίας των πολιτών έχουν την εκπαίδευση και την εμπειρία για να παράξουν ποιοτική δημοσιογραφία.  Για την αξιολόγηση της πληροφορίας που παράγεται από τους πολίτες δημοσιογράφους, οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι ανατρέχουν στο Διαδίκτυο και βρίσκουν πληροφορίες που προέρχονται από τους πολίτες δημοσιογράφους οι οποίες πρέπει πληρούν τα κριτήρια για ειδησεογραφική κάλυψη δηλ. αξιοπιστία, ακρίβεια, πραγματικότητα και κύρος (Volkmer & Firdaus, 2012).
Η ειδησεογραφική κάλυψη των κοινωνικών προβλημάτων ειδικότερα αυτών που είναι τεχνικά και πολιτικά περίπλοκα απαιτούν χρόνο και πόρους κάτι που διαθέτουν μόνο μεμονωμένοι πολίτες δημοσιογράφοι. Κάποιοι ιστολόγοι συνεισφέρουν σε σημαντικό βαθμό όταν καταθέτουν τις εμπειρίες τους και όταν διενεργούν πρωτογενή έρευνα ωστόσο δεν έχουν τους πόρους για να καλύψουν και να ερευνήσουν σε βάθος τις ενέργειες των κυβερνήσεων και των επιχειρήσεων, κατά συνέπεια, μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν επιδρούν σημαντικά στην κοινωνική αλλαγή.
Η κοινωνική αλλαγή συνδέεται άμεσα με τη συλλογική δράση.  Ποια είναι όμως η  σχέση μεταξύ της δημοσιογραφίας των πολιτών και της συλλογικής δράσης; Όπως η δημοσιογραφία των πολιτών κατέλυσε τις παραδοσιακές διακρίσεις μεταξύ των επαγγελματιών και των ερασιτεχνών έτσι κατέλυσε και τα συμβατικά όρια μεταξύ της δημοσιογραφίας και του ακτιβισμού. Οποιοσδήποτε μπορεί να είναι δημοσιογράφος αλλά μπορεί να είναι και ακτιβιστής (Bromley, 2010). 
Αρωγός σε κάτι τέτοιο είναι η τεχνολογία ανοικτού κώδικα που μέσω αυτής τα δημοσιογραφικά καθήκοντα όπως είναι η καταγραφή και ανάλυση δεδομένων συνδέονται με διαστάσεις του κοινωνικού ακτιβισμού όπως είναι η οργάνωση, η λήψη δωρεών και οι εκλογές. Η δημοσιογραφία των πολιτών απαλλαγμένη από τις συμβατικές έννοιες της αμερόληπτης και με βάση τα στοιχεία δημοσιογραφίας μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε κινητοποίηση. Εδώ έγκειται και το καινοτόμο δημοκρατικό δυναμικό της δημοσιογραφίας των πολιτών γιατί αναδεικνύει ένα εύρος φωνών και εμπλέκει τους πολίτες σε συλλογική δράση  (Shirky 2011).
Η δημοσιογραφία των πολιτών ευθύνεται για τη μεγάλη μείωση των εμποδίων στη συλλογική οργάνωση και δράση χωρίς  φυσική παρουσία ή χωρίς τους συμβατικούς οργανισμούς.  Σύμφωνα με τον Schudson (2020, σελ. 78) όσο καλύτερα είναι ενημερωμένοι οι πολίτες τόσο είναι πιθανότερο να συμμετέχουν σε πολιτικές δράσεις ωστόσο δεν είναι σαφές εάν η συμμετοχή οδηγεί στην ενημέρωση ή η ενημέρωση στη συμμετοχή.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα της δημοσιογραφίας των πολιτών και της συλλογικής δράσης. Για παράδειγμα, η πλατφόρμα επιτήρησης επιδημιών (healthmap.org), οι αναφορές για τα εγκλήματα στις φαβέλες της Βραζιλίας, για τις κηλίδες του πετρελαίου στον Κόλπο του Μεξικού καπ αποτελούν περιπτώσεις δημοσιογραφίας των πολιτών όπου οι πολίτες συζητούν για δράσεις, ενημερώνουν τους κατοίκους και λαμβάνονται αποφάσεις βάσει στοιχείων (de Oliveira, 2012). Τα παραδείγματα αυτά δείχνουν τη δημοκρατική χρήση της δημοσιογραφίας των πολιτών αλλά αυτό δεν συνεπάγεται ότι η δημοσιογραφία των πολιτών οδηγεί απαραίτητα σε συλλογική δράση.
Δεν είναι, όμως, όλοι οι πολίτες δημοσιογράφοι ακτιβιστές. Στην κοινωνική αλλαγή είναι σημαντικός ο ρόλος των οργανισμών που δραστηριοποιούνται στη συλλογική δράση, η δραστηριοποίηση δικτύων συμμετοχής και η αλλαγή πολιτικής. Σύμφωνα με την Μαστρογιάννη (2018), οι παράγοντες που προκαλούν την κοινωνική αλλαγή είναι: «η ανακάλυψη, το αναπόφευκτο της κοινωνικής σύγκρουσης, ο τεχνολογικός ντετερμινισμός (σημ. μεπολύ απλά λόγια είναι η θεωρία που υποστηρίζει ότι η κοινωνία δεν μπορεί ναεπιδράσει στην τεχνολογία), οι τεχνολογικές εφευρέσεις, η γνώση, οι πεποιθήσειςκαι οι αξίες, οι πολιτιστικές επαφές, η πολιτισμική διάχυση και η ύπαρξηκοινωνικών κινημάτων».
Οι πολίτες δημοσιογράφοι έχουν κινητοποιήσει την κοινή γνώμη σε θέματα υγείας όπως π.χ. η αξιοσημείωτη μείωση της βρεφικής και μητρικής θνησιμότητας στην υποσαχάριο Αφρική καπ.  Η κινητοποίηση για τα θέματα αυτά εμπίπτει με το πρώτο στάδιο της δημιουργίας ενός κοινωνικού κινήματος ως κοινωνικής αλλαγής που είναι η ανησυχία και η αναταραχή για συγκεκριμένα θέματα (Μαστρογιάννη, 2018).
Αυτές οι δράσεις συνδύαζαν παλιές και ψηφιακές μορφές επικοινωνίας ωστόσο δεν θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν χωρίς τη βοήθεια των κυβερνήσεων, ειδικών, ακτιβιστών, τοπικών οργανισμών και διεθνών οργανισμών  (Obregon & Waisbord 2012).
Η δημοσιογραφία των πολιτών μπορεί να εγείρει, σε συγκεκριμένες περιστάσεις, συλλογική δράση και να συνεισφέρει στην κοινωνική αλλαγή πληροφορώντας για κοινωνικά προβλήματα. Ωστόσο, η διατηρήσιμη αλλαγή ειδικά εάν αφορά πολιτικά θέματα προϋποθέτει πόρους και τις απαραίτητες συνθήκες. Σύμφωνα με τη Μαστρογιάννη (2018) ο λόγος της αποτυχίας του κινήματος των Αγανακτισμένων ήταν: «αποδείχτηκαν ανεπαρκείς σε έναν βασικόπαράγοντα που είναι αυτός της κινητοποίησης των πόρων δηλαδή της οργάνωσης καιαπόκτησης πόρων όπως είναι χρήματα αλλά και σωστής εκμετάλλευσης του χρόνου και των δεξιοτήτων των ανθρώπων που τους ακολούθησαν».
Τα κινήματα της δημοσιογραφίας των πολιτών διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην πολιτική αλλαγή αλλά δεν είναι επαρκή έτσι ώστε να προκληθεί η κοινωνική δικαιοσύνη για την οποία είναι απαραίτητη, όπως προαναφέρθηκε, η συμμετοχή οργανισμών και κινητοποιημένων πολιτών.
Ο ισχυρισμός ότι οι επαναστάσεις προκλήθηκαν μέσω των κοινωνικών μέσων είναι ελκυστικός ωστόσο προωθεί ένα απολίτικο όραμα μία τεχνολογικής επέμβασης ως απαραίτητο στοιχείο για την ανθρώπινη βελτίωση (Morozov, 2013) ενώ παραλείπει την οργανωσιακή δουλειά που προϋποθέτει η κοινωνική αλλαγή.
Είναι λάθος να υποτεθεί ότι οι αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όσο και δημοφιλή να είναι, τα like ή η ψηφιακή οργάνωση προκαλούν την κοινωνική αλλαγή και την ανατροπή των ανισοτήτων ισχύος. «Κάποιοι ισχυρίζονταιότι τα προσωπικά ιστολόγια αλλά και η γενικότερη συμμετοχή στα κοινωνικά μέσα ενθαρρύνουν τη δημοσιογραφία των πολιτών και τον διαδικτυακό ακτιβισμό (Χασάμελ Χαμαλάουϊ- «σε μία δικτατορία, η ανεξάρτητη δημοσιογραφία είναι από μόνη τηςμία μορφή ακτιβισμού και η διάδοση της πληροφορίας είναι ουσιαστικά μία πράξηαντίδρασης») ενώ κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι αυξάνει απλώς την παθητικότητα(Μαλέκ Μουσταφά – «δεν αρκεί να γράφει κάποιος. Το μπλόγκινγκ πρέπει νασυνδυάζεται με δράση στους δρόμους διαφορετικά είναι μία άδεια, άχρηστηδιαμαρτυρία» (Μαστρογιάννη, 2017).
Η συζήτηση για τη  τη σχέση της κοινωνικής αλλαγής και της δημοσιογραφίας των πολιτών ωστόσο δεν εξαντλείται αλλά χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση. 


Απόσπασμα από το βιβλίο μου "Δημοσιογραφία των πολιτών στην Ελλάδα και στον κόσμο" , Εκδ. Αρναούτη.

Κυριακή 21 Ιουλίου 2019

Είσαι Eθισμένος στα Κοινωνικά Μέσα;

Φωτεινή Μαστρογιάννη

Ο σύγχρονος άνθρωπος έχει και σύγχρονους τρόπους εθισμού. Οι τρόποι αυτοί είναι τόσο ισχυροί όσο είναι ο εθισμός στα ναρκωτικά. Ένας από αυτούς είναι η υπερβολική χρήση του κινητού τηλεφώνου και τα κοινωνικά μέσα. Πολλές φορές, το ένα συμπληρώνει το άλλο, το κινητό τηλέφωνο, δηλαδή, χρησιμοποιείται για να είναι διαρκής η επαφή με τα κοινωνικά μέσα. 

Στην Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία του 2017, 4 εκατ. Έλληνες συνδέονταν καθημερινά με το Facebook και 3,4 εκατ συνδέονταν μέσω του κινητού τους τηλεφώνου ενώ γενικότερα η χρήση των κοινωνικών μέσων ήταν μεγαλύτερη του ευρωπαϊκού μέσου όρου

Selective Focus Photography of Man Holding Smartphone


Όταν λαμβάνουμε ειδοποιήσεις από τα κοινωνικά μέσα, ο εγκέφαλός μας εκκρίνει ντοπαμίνη η οποία μας προκαλεί το συναίσθημα της ευχαρίστησης. Σιγά σιγά αυτό γίνεται συνήθεια, αποκτούμε εξαρτημένη συμπεριφορά και αναζητάμε όλο και περισσότερη επιβράβευση (μέσω λάικ) από τις αναρτήσεις μας. Όταν δεν την λαμβάνουμε τότε μειώνεται η αυτό-εκτίμησή μας και όχι μόνο

Man Using Laptop Computer
Πώς καταλαβαίνει όμως κάποιος ότι είναι εθισμένος στα κοινωνικά μέσα; 

Τα συμπτώματα είναι αρκετά και περιλαμβάνουν τα ψέματα που λέει κάποιος όσον αφορά τη χρήση τους, να βασίζεται σε αυτά για να αλλάξει τη διάθεσή του, να μην ενδιαφέρεται για άλλες δραστηριότητες, να μην μπορεί να περιορίσει τη χρήση τους, να τα αποζητά όταν αποφασίσει να τα σταματήσει και τέλος να αφιερώνει υπερβολικό χρόνο σε αυτά (οι εθισμένοι χρησιμοποιούν τα κοινωνικά μέσα άνω της μίας ώρας ημερησίως) . 

Πόσοι δεν έχουμε δει φίλους και γνωστούς να κοιτούν συνέχεια το κινητό τους για να διαβάσουν τις κοινοποιήσεις και τα μηνύματα που τους στέλνουν από τα κοινωνικά μέσα; Και όχι μόνο αυτό, οι εθισμένοι κοινοποιούν διαρκώς την παρουσία τους έτσι ώστε όλοι να ξέρουν που είναι, πανικοβάλλονται όταν δεν έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο, κάνουν πολλές αναρτήσεις καθηνερινά που αφορούν προσωπικά τους θέματα, προσθέτουν φίλους στις αναρτήσεις τους χωρίς να τους ρωτούν, παρακολουθούν κατασκοπευτικά τις αναρτήσεις των φίλων και τα σχόλια άλλων και νευριάζουν όταν οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν τι τους γράφουν. Τα λάικς και οι καρδούλες του τέλειου είναι τα έπαθλα ενός αθέατου ανταγωνισμού για το ποιος συλλέγει περισσότερα. 

Two Girls Using IphoneΤα άτομα που είναι εθισμένα στα κοινωνικά μέσα αφιερώνουν περισσότερο χρόνο σε αυτά αντί των καθημερινών τους δραστηριοτήτων και συνεπώς μειώνεται η παραγωγικότητά τους, γίνονται αντικοινωνικοί γιατί ζουν περισσότερο σε αυτά παρά στην πραγματική ζωή, Θέλουν να επικοινωνούν με τους φίλους τους μέσω των κοινωνικών μέσων και όχι μέσω προσωπικών επαφών και αρκετοί υποφέρουν από κυβερνοπαρενόχληση γιατί εύκολα κάποιος κρύβεται πίσω από την ανωνυμία του πληκτρολογίου και μπορεί να σπείρει διάφορες κακόβουλες φήμες για κάποιον. 

Πέραν των παραπάνω, η χρήση κοινωνικών μέσων αυξάνει τον φθόνο (γίνεται συνεχής σύγκριση με τους άλλους), το άγχος (γιατί θέλουν να βλέπουν συνέχεια τα μηνύματα και τις κοινοποιήσεις) και την κατάθλιψη

Τα προβλήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις δεν είναι αμελητέα. Σύμφωνα με έρευνα που έγινε σε 2000 παντρεμένους Βρετανούς, ο ένας στους επτά θα σκεπτόταν να χωρίσει εάν η συμπεριφορά του συζύγου του στα κοινωνικά μέσα δεν ήταν η πρέπουσα ενώ ένα 25% των ερωτώμενων καυγάδιζαν με τον σύζυγό τους τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα και ο λόγος ήταν η χρήση των κοινωνικών μέσων. 

Person Holding Space Gray Iphone 5Οι προτάσεις για την απεξάρτηση από τα κοινωνικά μέσα είναι αρκετές. Πολλοί συνιστούν το διάβασμα ενός καλού βιβλίου, άλλοι προτείνουν τη χρήση χρονομέτρησης χρόνου στο Διαδίκτυο όπως είναι το Rescue Time. Πολύ εύχρηστο είναι και το Minutes Please όπου μπορούμε να βάλουμε το URL του κοινωνικού μέσου που χρησιμοποιούμε και να θέσουμε ένα χρονικό περιθώριο χρήσης. Όταν το υπερβούμε, η εφαρμογή κλείνει αυτόματα τη σελίδα του κοινωνικού μέσου. 

Μία καθημερινή απασχόληση όπως το γράψιμο, η κηπουρική, το περπάτημα, η εκμάθηση κάτι νέου, ο εθελοντισμός αλλά και η συνάντηση και η συνομιλία με φίλους βοηθούν επίσης πολύ στην απεξάρτηση. Η απεγκατάσταση των εφαρμογών των κοινωνικών μέσων από το κινητό είναι επίσης μία προτεινόμενη λύση όπως και η απομάκρυνση του κινητού από την κρεβατοκάμαρα όταν πάμε για ύπνο. Η αποφυγή απαντήσεων σε τρολς και η διαγραφή «φίλων» που δεν προσφέρουν κάτι θετικό σε εμάς είναι κάποιες προτάσεις συμπεριφοράς στα μέσα αυτά. Μία πιο ριζοσπαστική λύση είναι η αποτοξίνωση ενός μήνα από τα κοινωνικά μέσα, ειδοποιώντας τους φίλους και γνωστούς  και προτείνοντάς τους έναν άλλο τρόπο επικοινωνίας. 

Φωτεινή Μαστρογιάννη
Τα παραπάνω ίσως να μας κάνουν να σκεφθούμε εάν ήρθε ο καιρός να ζήσουμε μία πραγματική ζωή και όχι μία ηλεκτρονική. Πιθανόν έτσι να γίνει και ο κόσμος κατά τι καλύτερος. 







Πηγές







Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2019

Λογοκρισία και Άσκηση Ελέγχου

Φωτεινή Μαστρογιάννη

Διαβάζουμε συνεχώς για το πως το Facebook και άλλα κοινωνικά μέσα λογοκρίνουν αναρτήσεις που δεν είναι σύμφωνες με τη δική τους πολιτική ατζέντα (μην ξεχνάμε ότι στις ημέρες μας είναι οι εταιρείες και όχι οι πολιτικοί που καθορίζουν την πολιτική πραγματικότητα). Η ελευθερία έκφρασης, λοιπόν, έχει περιορισθεί και περιορίζεται δραματικά. Πέραν όμως της λογοκρισίας έχουμε και την αυτολογοκρισία στον λόγο των πολιτών και κυρίως στον δημοσιογραφικό λόγο. 
topless person taking bath in shower

Η αυτολογοκρισία είναι αποτέλεσμα εξωτερικών παραγόντων π.χ. πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών αλλά και ψυχολογικών όπως είναι η προσωπικότητα του δημοσιογράφου και η στάση του μέσου.

Οι συνθήκες που προκαλούν αυτολογοκρισία είναι αρκετές. Μία συνθήκη είναι το οικονομικό κίνητρο το οποίο μπορεί να αφορά είτε την απλή επιβίωση ενός εντύπου ή τη μεγιστοποίηση των κερδών ενός ήδη κερδοφόρου εντύπου.  Άλλα κίνητρα είναι το πολιτικό ή ακόμα και κίνητρα όπως είναι η διατήρηση της θέσης εργασίας κτλ.  

Ο Marlin (1938), υποστηρίζει ότι υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα στα οποία μπορεί να ασκηθεί λογοκρισία ένα από αυτά είναι η αυτολογοκρισία ενώ ένα άλλο επίπεδο είναι όταν οι επικεφαλής ενός μέσου αποφασίζουν να μην δημοσιευθούν/προβληθούν κάποια κείμενα των δημοσιογράφων.  

Η αυτολογοκρισία έχει διαφορετικές μορφές. Για παράδειγμα, για να προβληθεί η στάση του μέσου, ένας δημοσιογράφος μπορεί να χρησιμοποιήσει τη λέξη «κυβέρνηση» αντί της λέξης «καθεστώς» κάτι το οποίο να αντιτίθεται στις δημοσιογραφικές  του πεποιθήσεις.  Μία άλλη συνθήκη είναι οι διάφορες πιέσεις που μπορούν να ασκηθούν, μία από αυτές  είναι η επίσημη λογοκρισία γιατί όπου αυτή υφίσταται, η αυτολογοκρισία τείνει να εκτείνεται πέραν των ορίων που θέτει η απαγόρευση της έκφρασης.
man standing while holding burning book

Ο Τζωρτζ Οργουελ στη Φάρμα των Ζώων είχε γράψει στον πρόλογο: «Αυτό που είναι ενοχλητικό είναι ότι η λογοκρισία είναι πολλές φορές εθελοντική» και προσθέτει «όποιος έχει ζήσει σε μία ξένη χώρα για αρκετό καιρό, μπορεί να βρει κάποια είδηση η οποία θα μπορούσε να είναι επικεφαλίδα στις εφημερίδες αλλά η είδηση αυτή αγνοήθηκε από τα βρετανικά μέσα. Κάτι τέτοιο δεν ήταν αποτέλεσμα κυβερνητικής παρέμβασης. Φαίνεται ότι υπήρχε μία σιωπηλή συμφωνία αποσιώπησης αυτών των γεγονότων».

Ενδιαφέρον είναι να επισημανθεί η σχέση αυτολογοκρισίας και ημι-αυταρχικών καθεστώτων. Στα καθεστώτα αυτά, η αυτολογοκρισία ασκείται μέσω καταπίεσης (νομικής και μη) αλλά και μέσω της ελεύθερης λειτουργίας των μέσων αρκεί αυτά να μεταδίδουν ειδήσεις ευνοϊκές για την ηγεσία και κατ’αυτό τον τρόπο ούτε χάνεται ο έλεγχος αλλά ούτε ευνοείται η ελευθερία της έκφρασης. Οι δημοσιογράφοι προσπαθούν να αποκαλύψουν τις παράνομες ενέργειες των πολιτικών ενώ αντίθετα οι πολιτικοί προσπαθούν να τις κρύψουν, ως εκ τούτου προκύπτει σύγκρουση όσον αφορά την αποκάλυψη της πληροφορίας. Οι πολιτικοί, αρκετές φορές, όχι μόνο προσπαθούν να κρύψουν τις πληροφορίες αλλά και προσπαθούν να χειραγωγήσουν γεγονότα. Η χειραγώγηση των γεγονότων γίνεται και από τα μέσα με στόχο την αύξηση των πωλήσεων αλλά και για προπαγάνδα. Ο Ζακ Ελλύλ (1965) υποστήριξε ότι τα ΜΜΕ είναι το πιο σημαντικό εργαλείο προπαγάνδας. 

Στις μέρες μας, με τη διασπορά ειδήσεων μέσω Διαδικτύου, οι αυταρχικές κυβερνήσεις προσπαθούν να λογοκρίνουν περιεχόμενο το οποίο είναι ενάντια στην πολιτική τους. Σε αρκετές περιπτώσεις μπλοκάρουν ιστοσελίδες και μερικές φορές εμποδίζουν την πρόσβαση στο Διαδίκτυο σε ολόκληρες περιοχές ακόμα και χώρες. 

Πλέον όμως χρησιμοποιούν πιο εξελιγμένες τεχνικές στο να παρεμποδίσουν την ελευθερία του τύπου. Οι τεχνικές αυτές είναι οι αυτοματοποιημένοι λογαριασμοί κοινωνικών μέσων και ο επιλεκτικός περιορισμός του εύρους ζώνης. Το ευρύ κοινό δεν μπορεί να αντιληφθεί τις τεχνικές αυτές, οι οποίες όμως κατορθώνουν να περιορίσουν την ανεξάρτητη δημοσιογραφία και το κάνουν όχι με τον περιορισμό της πληροφόρησης αλλά με τη διασπορά μεγάλης ποσότητας περιεχομένου (το κοινό κατακλύζεται από ειδήσεις), με παραπληροφόρηση, με αυτολογοκρισία λόγω της εμφανούς επιτήρησης (τα πάντα παρακολουθούνται βλ. κείμενό μου «Σε βλέπω») και μέσω της επιβράδυνσης της ταχύτητας του Διαδικτύου. 

Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, όλο και μεγαλύτερο μέρος του κοινού έχει ενημερωθεί για την προπαγάνδα και για τις τεχνικές χειραγώγησης και παραπληροφόρησης και τις επιπτώσεις που αυτές έχουν στην πολιτική διαδικασία τόσο των δημοκρατικών όσο και των αυταρχικών χωρών. Βέβαια η διασπορά ψευδών ειδήσεων και η καλλιέργεια αμφιβολιών και κυνισμού (π.χ. όλοι είναι ίδιοι, τα παίρνουν κτλ.) δεν είναι κάτι νέο ωστόσο, σε αυτό που δεν έχει δοθεί η δέουσα προσοχή είναι οι αρνητικές συνέπειες των εκστρατειών παραπληροφόρησης για την ελευθερία του τύπου. 

Ακόμα και στην περίπτωση που το κοινό δεν πείθεται από την παραπληροφόρηση ή την προπαγάνδα, εντούτοις, η σκόπιμη διασπορά παραπλανητικών ειδήσεων ή ψευδών κατηγοριών (π.χ. κατηγορίες ότι είναι όλοι φασίστες, ακροδεξιοί κτλ.) επιτυγχάνει τον σκοπό της που είναι η υπονόμευση της ελεύθερης δημοσιογραφίας μέσω της απομάκρυνσης αξιόπιστου περιεχομένου και τον επαναπροσδιορισμό των θεμάτων που δίνονται για δημόσια συζήτηση (θέματα τα οποία επιβάλλει το οικονομικό/επιχειρηματικό και πολιτικό σύστημα). 

Πέραν αυτού, ενώ οι εκστρατείες παραπληροφόρησης μπορεί να κατευθύνονται από κρατικούς παράγοντες και τους συνεργάτες τους ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις, ενισχύονται από άτομα που λειτουργούν ιδία βουλήσει. Η αντίδραση σε αυτούς τους μηχανισμούς είναι δύσκολη γιατί οι διαχωριστικές γραμμές δεν είναι ευκρινείς ενώ είναι πολλοί αυτοί που διοχετεύουν κατευθυνόμενο περιεχόμενο.

Φωτεινή Μαστρογιάννη

Η ελευθερία της έκφρασης αποτελεί δημοκρατικό δικαίωμα παρά το γεγονός ότι στις κυβερνήσεις δεν αρέσει η κριτική. Ως δημοκρατικό δικαίωμα οφείλουμε να το υπερασπιστούμε και να το προστατεύσουμε. Η ελεύθερη και ανεξάρτητη δημοσιογραφία εμποδίζει την τυραννική συμπεριφορά της εξουσίας και όπως είπε ο Τόμας Τζέφερσον «εάν έπρεπε να αποφασίσω εάν θα πρέπει να έχουμε μία κυβέρνηση χωρίς εφημερίδες ή εφημερίδες χωρίς κυβέρνηση, δεν θα δίσταζα, ούτε για μία στιγμή, να επιλέξω το δεύτερο».






Το κείμενο γράφτηκε για τη στήλη του περιοδικού «Πλάτωνας όχι Πρόζακ» του περιοδικού Writers'Gang.

Προτεινόμενα αναγνώσματα 

Ελλύλ, Ζ. (1965). Η πολιτική αυταπάτη. Αθήνα: Νησίδες.
Οργουελ, Τ. (1945).  Η φάρμα των ζώων. Αθήνα: Κάκτος.
Arnaudo, D. (2018).  A new wave of censorship: distributed attacks on Expression and Press Freedom. [online]. Διαθέσιμο στο: https://www.cima.ned.org/publication/new-wave-censorship-distributed-attacks-expression-press-freedom/
Marlin, R. (1938). Propaganda and the ethics of persuasion.[online]. Διαθέσιμο στο: https://www.researchgate.net/publication/269956369_Propaganda_and_the_Ethics_of_Persuasion_2nd_ed_by_Randal_Marlin

Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2017

Η ψηφιακή γενιά Ζ

Φωτεινή Μαστρογιάννη

Οι νεότερες γενιές κατηγορούνται για απάθεια από τις προηγούμενες χωρίς όμως, στις όποιες συζητήσεις να λαμβάνονται υπόψη αφενός τα χαρακτηριστικά των νεότερων γενεών, αφετέρου ο μετασχηματισμός ολόκληρης της κοινωνίας. Δεν μπορούμε να ζητάμε αντίδραση με βάση τις συνθήκες των προηγούμενων γενεών, η κοινωνία μετασχηματίζεται και οφείλουμε να κατανοούμε (όχι όμως απαραίτητα και να ασπαζόμαστε) τις αλλαγές αυτές.


Η γενιά Ζ (γεννημένοι 1996-2010) είναι τα παιδιά της γενιάς Χ (γεννημένοι το 1965-1975) που είναι αυτή που κυβερνά τον τόπο μας. Η γενιά Χ είναι η πιο μικρή πληθυσμιακά γενιά και ακολούθησε τη γενιά των baby boomers ή στα καθ’ημάς τη γενιά του Πολυτεχνείου (γεννημένοι το 1946 – 1964) για την οποία τόσα αρνητικά έχουν αναφερθεί.  Τα παιδιά της γενιάς του Πολυτεχνείου είναι η γενιά Υ ή Millennials (γεννημένοι 1980-1995) και έχει κάποια κοινά με τους γονείς της υπό την έννοια ότι είναι μία υλιστική γενιά.

Η γενιά Ζ, όμως, είναι μία διαφορετική γενιά, πολυπολιτισμική και  πολυπληθής γιατί ανέρχονται σε 2 δισεκατομμύρια. 


Άκρως εξοικειωμένοι με την τεχνολογία, πολύ περισσότερο από τη γενιά Υ,  και γι’αυτό κάπως απρόβλεπτοι, οι νέοι της γενιάς αυτής δεν είναι κυνικοί όπως οι γονείς τους που ανήκουν στη γενιά Χ (τη «χαμένη» γενιά, μία γενιά που δεν πιστεύει σε τίποτα).

Θεωρούν ότι μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο (γι’αυτό και τους βλέπουμε εθελοντές σε πολλούς τομείς), τους αρέσει η εκπαίδευση (την οποία όμως προτιμούν εξατομικευμένη και να τους παρέχεται σε ψηφιακή μορφή) αλλά είναι πρόθυμοι να παρατήσουν τις σπουδές τους και να ξεκινήσουν τη δική τους επιχείρηση γιατί έχουν αυτοπεποίθηση και είναι πολύ ανεξάρτητοι (δεν είναι τυχαίο ότι έχουμε πολλούς επιχειρηματίες ειδικότερα στον χώρο της τεχνολογίας από τη γενιά αυτή).


Τους αρέσει να συνδυάζουν τον ψηφιακό με τον πραγματικό κόσμο γι’αυτό και ψωνίζουν ηλεκτρονικά και συμμετέχουν στα κοινωνικά μέσα με αγαπημένα τους το YouTube (τους αρέσουν τα vlogs δηλαδή τα ατομικά βίντεο που αναρτά κάποιος στο YouTube, υπό μία έννοια τα vlogs είναι ότι τα ιστολόγια μόνο που αντί για τον γραπτό λόγο χρησιμοποιούνται τα οπτικοακουστικά μέσα)  και έπονται το Instagram και το Snapchat (το Facebook είναι για τους γονείς τους κυρίως).

Η γενιά αυτή δεν εντυπωσιάζεται από τις διασημότητες αλλά προτιμά τις δικές της διασημότητες που είναι κυρίως μδημοφιλή άτομα από τα κοινωνικά μέσα. Ωστόσο είναι προσεκτικοί στο ποιους «ακολουθούν» στα κοινωνικά μέσα υπό την έννοια πρέπει τα άτομα αυτά να έχουν κάτι ξεχωριστό. Η γενιά Ζ δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην προσωπικότητα ακόμα και το ντύσιμο αποτελεί «δήλωση προσωπικότητας».


Στα κοινωνικά μέσα στα οποία συμμετέχουν μετά μανίας, επιδεικνύουν συγκεκριμένη συμπεριφορά δηλαδή σβήνουν τις αναρτήσεις τους που δεν είχαν πολλά «likes», σβήνουν και ξαναναρτούν την ίδια φωτογραφία, συνεχώς παρατηρούν ποιος τους έκανε «like» αλλά και πόσα «likes» πήρε η ανάρτησή τους και κάνουν «like» στις δικές τους αναρτήσεις για να αυξήσουν τον αριθμό των «likes». 
Σβήνουν αρκετά συχνά τις αναρτήσεις τους και βάζουν καινούριες ενώ μπορεί να σβήσουν τις αναρτήσεις λίγο αφότου τις έβαλαν. Παρακολουθούν ποιοι είναι οι φίλοι και οι ακόλουθοι των άλλων και εάν βρουν κάποιον αρκετά ενδιαφέρων τότε τον ακολουθούν.

Η ενημέρωσή τους γίνεται από τα κοινωνικά μέσα. Έχουν μεγαλώσει με τα «κόλπα» του μάρκετινγκ και έτσι ξεχωρίζουν τις όποιες προσπάθειες διαφήμισης και «χειραγώγησής» τους. Θέλουν όπως είπαμε να βλέπουν στις διαφημίσεις άτομα της καθημερινότητας και όχι διασημότητες. 


Αυτοί που τους επηρεάζουν είναι άτομα δημοφιλή στα κοινωνικά μέσα τα οποία όμως πρέπει να ξεκαθαρίζουν ευθέως για το εάν έχουν κάποια διαφημιστική σχέση με κάποιες εταιρείες γιατί η γενιά Ζ αγαπά τη διαφάνεια και τιμωρεί όσους δεν είναι διαφανείς. Επειδή είναι μία ψηφιακή γενιά θέλουν η τεχνολογική και οπτική πλευρά των διαφημίσεων να είναι άψογη.

Η γενιά Ζ είναι μία έξυπνη και δυναμική γενιά, καθόλου παθητική, αντιθέτως πιστεύει σε ένα καλύτερο κόσμο, απλά έχει το δικό της στυλ προσέγγισης. 
Φωτεινή Μαστρογιάννη


Οι παλαιότερες γενιές οφείλουν να την προσεγγίσουν μιλώντας τη «δική» της ψηφιακή γλώσσα. Θα κερδίσουν και δεν θα χάσουν.


Προτεινόμενα αναγνώσματα

Μαστρογιάννη, Φ. Διαμορφωτές κοινής γνώμης. Διαθέσιμο στο: <http://mastroyanni.blogspot.gr/2017/06/blog-post_23.html>

Μαστρογιάννη, Φ. Ποια είναι η γενιά του Πολυτεχνείου;Σύγκριση γενεών.Διαθέσιμο στο: <http://mastroyanni.blogspot.gr/2016/01/blog-post.html>

Attentive.ly. 2017. Understand Generation Z: A New Generation of Citizen Influencers. Available from:<https://attentive.ly/tag/generation-z-as-influencers/>, [Accessed August 23 2017]

Ellis, P. 2017. The social habits of Generation Z. Available from:

MediaKix.2017. The Top 5 Differences between marketing to millennials vs. Gen Z. Available from: <http://mediakix.com/2017/06/marketing-to-millennials-gen-z-differences/#gs.u1AvdL8>, [Accessed August 26 2017]

Schimke, P. 2017. Gen Z: Marketing To Digital  Natives. Available from:<http://www.mutant.com.sg/gen-z-marketing-digital-natives/>

The Center for Generational Kinetics. 2017. Gen Z Research – 2017 National Study on Generation Z. Available from:< http://genhq.com/gen-z-2017/>