Οικονομικό Σπουδαστήρι

Οικονομικό Σπουδαστήρι
Γι'Αυτούς που Θέλουν Εξειδίκευση

Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2021

Άγχος, Άνθρωπος, Περιβάλλον και Υγειονομική Κρίση

 



                                                                             Φωτεινή Μαστρογιάννη


Η τρέχουσα υγειονομική κρίση έχει δημιουργήσει σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού άγχος. Το άγχος έχει μελετηθεί από διάφορους κοινωνικούς επιστήμονες και έχουν προκύψει οι αντίστοιχες θεωρίες. Μία από αυτές είναι και η Θεωρία Ταιριάσματος Ανθρώπου- Περιβάλλοντος. Η ανάλυσή μου βασίζεται στο εργασιακό περιβάλλον ωστόσο προσπάθησα να τη συσχετίσω και με το άγχος που έχει προκαλέσει η κρίση του κορωνοϊού.

Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή το άγχος και οι στρεσογόνοι παράγοντες σχετίζονται με την ύπαρξη αναντιστοιχίας μεταξύ του ατόμου και του περιβάλλοντος (Fevre et al., 2003). Το αποτέλεσμα είναι το άτομο, στην περίπτωση αναντιστοιχίας, να αντιδράσει είτε αμυντικά είτε να αντιμετωπίσει άμεσα την κατάσταση (Rees & Redfern, 2000). Εάν προσπαθήσουμε να το αναγάγουμε στην κρίση και στις επιπτώσεις της στην κοινωνία είδαμε μέρος του πληθυσμού να την αντιμετωπίζει αμυντικά (υπακοή στα μέτρα-μάσκες, κοινωνική αποστασιοποίηση κτλ.) και μέρος του πληθυσμού που την αντιμετώπισε άμεσα (π.χ. ερευνώντας, ακούγοντας και μελετώντας διάφορες απόψεις κτλ.)

Στη διαχείριση του άγχους σημαντικό ρόλο παίζουν και τα ατομικά χαρακτηριστικά. Οι Hogan και Hogan (1982) επεσήμαναν τη σχέση μεταξύ της αυτοεκτίμησης και του άγχους. Λόγω του ότι οι άνθρωποι χρειάζονται την κοινωνική αποδοχή, η κοινωνική απόρριψη τους δημιουργεί άγχος. Εάν τα άτομα έχουν υψηλή αυτοεκτίμηση είναι λιγότερο ευάλωτα στο άγχος που προκαλεί μία  απόρριψη. Οι άνθρωποι που φοβούνται την αρνητική αξιολόγηση, σύμφωνα με τον Leary (1983) τείνουν να αποφεύγουν περιστάσεις όπου οι άλλοι θα τους αξιολογήσουν αρνητικά, η αρνητική αξιολόγηση τους αγχώνει και θέλουν να κάνουν καλή εντύπωση.

Η αντίληψη που έχει κάποιος για τον εαυτό του μπορεί να μετριάσει τα αποτελέσματα του άγχους. Η αντίληψη αυτή έχει μελετηθεί και σε άλλους τομείς της οργανωσιακής ψυχολογίας και μεταξύ των αποτελεσμάτων των σχετικών ερευνών  συγκαταλέγεται η επίδραση της αυτοεκτίμησης στα αποτελέσματα της ομαδικής εργασίας (Brief & Aldag, 1976). Άλλες έρευνες έχουν δείξει ότι οι παράγοντες που προκαλούν άγχος έχουν μικρότερες αρνητικές επιδράσεις όταν τα άτομα διαθέτουν αυτοεκτίμηση (Mossholder, Bedein & Armenakis, 1982).

Η αυτο-αποτελεσματικότητα είναι άλλη μία πεποίθηση η οποία έχει μελετηθεί. Σύμφωνα με τον Bandura (1997), η αυτο-αποτελεσματικότητα αφορά τις πεποιθήσεις που έχει κάποιος για τις ικανότητές που διαθέτει για να οργανώσει και να πραγματοποιήσει ενέργειες που απαιτούνται για τη διαχείριση πιθανών καταστάσεων. Πηγές αυτο-αποτελεσματικότητας είναι η ικανότητα να πείσει κάποιος τους άλλους, η μάθηση και η συναισθηματική ενεργοποίηση.

Οι έρευνες δείχνουν ότι οι πεποιθήσεις που διαθέτει κάποιος σχετικά με την αποτελεσματικότητά του αποτελούν καθοριστικό παράγοντα για την παρακίνηση, τη σκέψη και τη δράση (Bandura, 1992). Σύμφωνα με τον Schwarzer (1999), η αυτο-αποτελεσματικότητα μπορεί να κάνει τη διαφορά όσον αφορά τον τρόπο σκέψης αλλά και τις ενέργειες των ανθρώπων.

Όσον αφορά στα συναισθήματα, η χαμηλή αίσθηση αυτο- αποτελεσματικότητας συνδέεται με την κατάθλιψη, το άγχος και την απόγνωση. Οι άνθρωποι που διαθέτουν χαμηλή αυτο-αποτελεσματικότητα  έχουν απαισιόδοξες σκέψεις για τις επιδόσεις τους και την προσωπική τους ανάπτυξη. Αντίθετα, η πίστη στον εαυτό διευκολύνει τις γνωστικές και εκτελεστικές διαδικασίες στη λήψη αποφάσεων και στα ακαδημαϊκά επιτεύγματα (Schwarzer, 1999).

Για να επανέρθω στη θεωρία ταιριάσματος ανθρώπου περιβάλλοντος, το συμπέρασμα της είναι ότι πρέπει να υπάρχει ταίριασμα μεταξύ αυτού που θέλει το άτομο και αυτού που λαμβάνει αλλά επίσης και ένα ταίριασμα των ικανοτήτων του και των απαιτήσεων που ζητούνται από αυτό. Η αναντιστοιχία

δημιουργεί άγχος και τελικά βλάπτει την ψυχολογική ευημερία του ατόμου. Πραγματικά, στην κρίση του κορωνοϊού υπάρχει αναντιστοιχία μεταξύ αυτού που επιθυμεί το άτομο (π.χ. ελευθερία κινήσεων, αναπνοής, συναναστροφών και του περιβάλλοντος που επιβάλλει του περιορισμούς των παραπάνω.

Το κίνητρο ωστόσο είναι επίσης πολύ βασικό (Edwards, 2000) γιατί για παράδειγμα εάν η δουλειά είναι πολύ σημαντική για κάποιον τότε οι συχνές διαπροσωπικές επαφές μπορούν να θεωρηθούν ως ανεπιθύμητες παρεμβάσεις που μειώνουν την ικανότητα των ατόμων να επιτύχουν αυτά που επιθυμούν. Εάν όμως τα άτομα δεν ενδιαφέρονται για την εργασιακή τους απόδοση τότε οι συχνές διαπροσωπικές επαφές με τους συναδέρφους τους δεν θεωρείται ανεπιθύμητη παρέμβαση αλλά το αντίθετο και ως εκ τούτου, δεν θα έχουν άγχος. Ποιο θα υποστηρίζαμε ότι είναι το κίνητρο στον κορωνοϊό; Για κάποιες ομάδες που αισθάνονται ευάλωτες στα θέματα υγείας οι περιορισμοί αυτοί δεν δημιουργούν ιδιαίτερο άγχος ενώ αντίθετα γι’αυτούς που αισθάνονται υγιείς οι περιορισμοί αυτοί λειτουργούν ως αντικίνητρο.

Όπως υποστηρίζει η θεωρία, η αναντιστοιχία μεταξύ του ατόμου και του περιβάλλοντος προκαλεί ψυχολογικό άγχος και μειωμένη ψυχοσωματική ευημερία, εργασιακή δυσαρέσκεια, μειωμένη πίστη και δέσμευση στον οργανισμό και επιθυμία

αποχώρησης.

Οι Yang, Hongsheng, και Spector (2008) ερεύνησαν τη σχέση μεταξύ της επαγγελματικής εξέλιξης και των σχέσεων στην εργασία. Υπέθεσαν ότι η αντιστοιχία μεταξύ της επιθυμητής επαγγελματικής εξέλιξης και των ευκαιριών που προσφέρονται

στους εργαζόμενους θα αύξανε την εργασιακή ικανοποίηση, την πνευματική και σωματική ευημερία και το αντίθετο. Οι ίδιοι ερευνητές εξέτασαν και τη σχέση των κοινωνικών σχέσεων στον χώρο εργασίας. Υποστηρίζουν ότι η διατήρηση αρμονικών κοινωνικών σχέσεων είναι σημαντική ανάγκη και ότι οι καλές σχέσεις βοηθούν τους ανθρώπους να καλύψουν την ανάγκη του ανήκειν. Η κρίση του κορωνοϊού προκάλεσε μεγάλες δυσκολίες στις σχέσεις των ανθρώπων και ως εκ τούτου, το ανήκειν δέχτηκε ισχυρό πλήγμα.

Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το ταίριασμα μεταξύ του επιθυμητού επιπέδου κοινωνικών σχέσεων και του πραγματικού σχετίζεται με μεγαλύτερη εργασιακή ικανοποίηση και τη μείωση των αποχωρήσεων των εργαζόμενων από τον οργανισμό. Εάν το αναγάγουμε στην κρίση του κορωνοϊού, ο περιορισμός των επιθυμητών κοινωνικών σχέσεων που επιβάλλει η κοινωνική αποστασιοποίηση δημιουργεί έντονη δυσαρέσκεια και αύξηση του άγχους.


Η θεωρία ταιριάσματος ατόμου – περιβάλλοντος είναι σημαντική για τη σχέση του άγχους και της εργασιακής ευημερίας και έχει πολλές πρακτικές εφαρμογές. Βοήθησε τις επιχειρήσεις να κάνουν παρεμβάσεις όσον αφορά τη διαχείριση του άγχους, την υγεία και την ευημερία των εργαζομένων. Μας βοηθά να αντιληφθούμε καλύτερα τη σχέση περιβάλλοντος, άγχους και ατόμου σε συνδυασμό με τα ατομικά χαρακτηριστικά και να κατανοήσουμε καλύτερα την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί από το τρέχον υγειονομικό ζήτημα.



         Το κείμενο βασίζεται στο βιβλίο μου 


Δευτέρα 19 Ιουλίου 2021

Κοινωνική αλλαγή και δημοσιογραφία των πολιτών


Φωτεινή Μαστρογιάννη     


Η δημοσιογραφία των πολιτών δίνει φωνή στους απλούς ανθρώπους και ως εκ τούτου,     εκπληρώνει μία βασική προϋπόθεση της κοινωνικής αλλαγής. 
Οι πολίτες δεν είναι πλέον παθητικοί καταναλωτές ειδήσεων αλλά αντίθετα, αρκετές φορές,  είναι αυτοί που  διανέμουν ειδήσεις σε πολλούς ανθρώπους με τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ιστολογίων κτλ προσπερνώντας τα παραδοσιακά ΜΜΕ.
Η δημοσιογραφία των πολιτών δεν είναι απλώς συμμετοχική επικοινωνία ενώ η κοινωνική αλλαγή δεν αφορά μόνο ποιος μιλά και εάν οι πολίτες έχουν ευκαιρίες να μιλήσουν γενικά αλλά εάν μπορούν οι φωνές τους να ακουστούν στις συζητήσεις και στις αποφάσεις που λαμβάνονται για τις κοινές υποθέσεις.
Η δημοσιογραφία των πολιτών παρέχει «ορατότητα» σε κοινωνικά προβλήματα που δεν θα είχαν σε διαφορετική περίπτωση. Πλέον η επαγγελματική δημοσιογραφία δεν διαδραματίζει τον ρόλο του ενδιάμεσου που ενημερώνει το κοινό σχετικά με το τι είναι και δεν είναι είδηση. Ο εμπλουτισμός με ειδήσεις που αφορούν την κοινωνία βοηθά στη διεύρυνση της ενημέρωσης και της γνώσης του κοινού, διαμορφώνει τη δημόσια ατζέντα αλλά και πληροφορεί τη δημόσια συζήτηση σχετικά με τις κρατικές πολιτικές που πρόκειται να εφαρμοσθούν.
Τα κοινωνικά θέματα είναι πιθανόν να καλυφθούν από τους επαγγελματίες δημοσιογράφους μόνο εάν έχουν στοιχεία που να τα καθιστούν άξια αναφοράς. Εάν και το Διαδίκτυο είναι ανοικτό και μπορεί να φιλοξενήσει τη γνώμη οποιουδήποτε ωστόσο τα παραδοσιακά ΜΜΕ καρπώνονται το μεγαλύτερο μέρος της αναγνωσιμότητας. Μπορεί οι επιτυχημένοι ιστολόγοι να έχουν κάποιες χιλιάδες ακόλουθους ωστόσο δεν μπορούν να φθάσουν το εύρος των παγκόσμιων ειδησεογραφικών οργανισμών. Πέραν αυτού, οι οργανισμοί που επιδιώκουν την κοινωνική αλλαγή επιζητούν την προσοχή των μεγάλων ειδησεογραφικών οργανισμών προκειμένου να αποκτήσουν μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητα (Waisbord, 2010).
Ωστόσο και τα παραδοσιακά ΜΜΕ προσπαθούν να δημιουργήσουν επίσημες συνεργασίες μεταξύ των πολιτών και των δικών τους γραφείων σύνταξης.  Στην περίπτωση αυτή οι πολίτες παράγουν την πληροφορία και διευκολύνουν την πρόσβαση στις πηγές ή ακόμα και με τα σχόλιά τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αναδεικνύουν κοινωνικά προβλήματα που τα παραδοσιακά ΜΜΕ με τη σειρά τους επιλέγουν και τα προβάλλουν ως ειδήσεις. Η ειδησεογραφική κάλυψη των κοινωνικών προβλημάτων καθίσταται, κατ’αυτό τον τρόπο, ευρύτερη. Ωστόσο, τί γίνεται με τα κοινωνικά προβλήματα που δεν παρουσιάζουν ειδησεογραφικό ενδιαφέρον για τα παραδοσιακά ΜΜΕ; Τέτοια θέματα είναι η ειδησεογραφική κάλυψη της φτώχειας  που δεν συνοδεύεται από δηλώσεις πολιτικών κοκ.
Εάν και πλέον τα παραδοσιακά ΜΜΕ έχουν αποδεχτεί σε κάποιο βαθμό τη δημοσιογραφία των πολιτών ωστόσο στην αρχή, οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι δεν θεωρούσαν ότι οι ιστολόγοι και οι άλλες μορφές της δημοσιογραφίας των πολιτών έχουν την εκπαίδευση και την εμπειρία για να παράξουν ποιοτική δημοσιογραφία.  Για την αξιολόγηση της πληροφορίας που παράγεται από τους πολίτες δημοσιογράφους, οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι ανατρέχουν στο Διαδίκτυο και βρίσκουν πληροφορίες που προέρχονται από τους πολίτες δημοσιογράφους οι οποίες πρέπει πληρούν τα κριτήρια για ειδησεογραφική κάλυψη δηλ. αξιοπιστία, ακρίβεια, πραγματικότητα και κύρος (Volkmer & Firdaus, 2012).
Η ειδησεογραφική κάλυψη των κοινωνικών προβλημάτων ειδικότερα αυτών που είναι τεχνικά και πολιτικά περίπλοκα απαιτούν χρόνο και πόρους κάτι που διαθέτουν μόνο μεμονωμένοι πολίτες δημοσιογράφοι. Κάποιοι ιστολόγοι συνεισφέρουν σε σημαντικό βαθμό όταν καταθέτουν τις εμπειρίες τους και όταν διενεργούν πρωτογενή έρευνα ωστόσο δεν έχουν τους πόρους για να καλύψουν και να ερευνήσουν σε βάθος τις ενέργειες των κυβερνήσεων και των επιχειρήσεων, κατά συνέπεια, μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν επιδρούν σημαντικά στην κοινωνική αλλαγή.
Η κοινωνική αλλαγή συνδέεται άμεσα με τη συλλογική δράση.  Ποια είναι όμως η  σχέση μεταξύ της δημοσιογραφίας των πολιτών και της συλλογικής δράσης; Όπως η δημοσιογραφία των πολιτών κατέλυσε τις παραδοσιακές διακρίσεις μεταξύ των επαγγελματιών και των ερασιτεχνών έτσι κατέλυσε και τα συμβατικά όρια μεταξύ της δημοσιογραφίας και του ακτιβισμού. Οποιοσδήποτε μπορεί να είναι δημοσιογράφος αλλά μπορεί να είναι και ακτιβιστής (Bromley, 2010). 
Αρωγός σε κάτι τέτοιο είναι η τεχνολογία ανοικτού κώδικα που μέσω αυτής τα δημοσιογραφικά καθήκοντα όπως είναι η καταγραφή και ανάλυση δεδομένων συνδέονται με διαστάσεις του κοινωνικού ακτιβισμού όπως είναι η οργάνωση, η λήψη δωρεών και οι εκλογές. Η δημοσιογραφία των πολιτών απαλλαγμένη από τις συμβατικές έννοιες της αμερόληπτης και με βάση τα στοιχεία δημοσιογραφίας μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε κινητοποίηση. Εδώ έγκειται και το καινοτόμο δημοκρατικό δυναμικό της δημοσιογραφίας των πολιτών γιατί αναδεικνύει ένα εύρος φωνών και εμπλέκει τους πολίτες σε συλλογική δράση  (Shirky 2011).
Η δημοσιογραφία των πολιτών ευθύνεται για τη μεγάλη μείωση των εμποδίων στη συλλογική οργάνωση και δράση χωρίς  φυσική παρουσία ή χωρίς τους συμβατικούς οργανισμούς.  Σύμφωνα με τον Schudson (2020, σελ. 78) όσο καλύτερα είναι ενημερωμένοι οι πολίτες τόσο είναι πιθανότερο να συμμετέχουν σε πολιτικές δράσεις ωστόσο δεν είναι σαφές εάν η συμμετοχή οδηγεί στην ενημέρωση ή η ενημέρωση στη συμμετοχή.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα της δημοσιογραφίας των πολιτών και της συλλογικής δράσης. Για παράδειγμα, η πλατφόρμα επιτήρησης επιδημιών (healthmap.org), οι αναφορές για τα εγκλήματα στις φαβέλες της Βραζιλίας, για τις κηλίδες του πετρελαίου στον Κόλπο του Μεξικού καπ αποτελούν περιπτώσεις δημοσιογραφίας των πολιτών όπου οι πολίτες συζητούν για δράσεις, ενημερώνουν τους κατοίκους και λαμβάνονται αποφάσεις βάσει στοιχείων (de Oliveira, 2012). Τα παραδείγματα αυτά δείχνουν τη δημοκρατική χρήση της δημοσιογραφίας των πολιτών αλλά αυτό δεν συνεπάγεται ότι η δημοσιογραφία των πολιτών οδηγεί απαραίτητα σε συλλογική δράση.
Δεν είναι, όμως, όλοι οι πολίτες δημοσιογράφοι ακτιβιστές. Στην κοινωνική αλλαγή είναι σημαντικός ο ρόλος των οργανισμών που δραστηριοποιούνται στη συλλογική δράση, η δραστηριοποίηση δικτύων συμμετοχής και η αλλαγή πολιτικής. Σύμφωνα με την Μαστρογιάννη (2018), οι παράγοντες που προκαλούν την κοινωνική αλλαγή είναι: «η ανακάλυψη, το αναπόφευκτο της κοινωνικής σύγκρουσης, ο τεχνολογικός ντετερμινισμός (σημ. μεπολύ απλά λόγια είναι η θεωρία που υποστηρίζει ότι η κοινωνία δεν μπορεί ναεπιδράσει στην τεχνολογία), οι τεχνολογικές εφευρέσεις, η γνώση, οι πεποιθήσειςκαι οι αξίες, οι πολιτιστικές επαφές, η πολιτισμική διάχυση και η ύπαρξηκοινωνικών κινημάτων».
Οι πολίτες δημοσιογράφοι έχουν κινητοποιήσει την κοινή γνώμη σε θέματα υγείας όπως π.χ. η αξιοσημείωτη μείωση της βρεφικής και μητρικής θνησιμότητας στην υποσαχάριο Αφρική καπ.  Η κινητοποίηση για τα θέματα αυτά εμπίπτει με το πρώτο στάδιο της δημιουργίας ενός κοινωνικού κινήματος ως κοινωνικής αλλαγής που είναι η ανησυχία και η αναταραχή για συγκεκριμένα θέματα (Μαστρογιάννη, 2018).
Αυτές οι δράσεις συνδύαζαν παλιές και ψηφιακές μορφές επικοινωνίας ωστόσο δεν θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν χωρίς τη βοήθεια των κυβερνήσεων, ειδικών, ακτιβιστών, τοπικών οργανισμών και διεθνών οργανισμών  (Obregon & Waisbord 2012).
Η δημοσιογραφία των πολιτών μπορεί να εγείρει, σε συγκεκριμένες περιστάσεις, συλλογική δράση και να συνεισφέρει στην κοινωνική αλλαγή πληροφορώντας για κοινωνικά προβλήματα. Ωστόσο, η διατηρήσιμη αλλαγή ειδικά εάν αφορά πολιτικά θέματα προϋποθέτει πόρους και τις απαραίτητες συνθήκες. Σύμφωνα με τη Μαστρογιάννη (2018) ο λόγος της αποτυχίας του κινήματος των Αγανακτισμένων ήταν: «αποδείχτηκαν ανεπαρκείς σε έναν βασικόπαράγοντα που είναι αυτός της κινητοποίησης των πόρων δηλαδή της οργάνωσης καιαπόκτησης πόρων όπως είναι χρήματα αλλά και σωστής εκμετάλλευσης του χρόνου και των δεξιοτήτων των ανθρώπων που τους ακολούθησαν».
Τα κινήματα της δημοσιογραφίας των πολιτών διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην πολιτική αλλαγή αλλά δεν είναι επαρκή έτσι ώστε να προκληθεί η κοινωνική δικαιοσύνη για την οποία είναι απαραίτητη, όπως προαναφέρθηκε, η συμμετοχή οργανισμών και κινητοποιημένων πολιτών.
Ο ισχυρισμός ότι οι επαναστάσεις προκλήθηκαν μέσω των κοινωνικών μέσων είναι ελκυστικός ωστόσο προωθεί ένα απολίτικο όραμα μία τεχνολογικής επέμβασης ως απαραίτητο στοιχείο για την ανθρώπινη βελτίωση (Morozov, 2013) ενώ παραλείπει την οργανωσιακή δουλειά που προϋποθέτει η κοινωνική αλλαγή.
Είναι λάθος να υποτεθεί ότι οι αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όσο και δημοφιλή να είναι, τα like ή η ψηφιακή οργάνωση προκαλούν την κοινωνική αλλαγή και την ανατροπή των ανισοτήτων ισχύος. «Κάποιοι ισχυρίζονταιότι τα προσωπικά ιστολόγια αλλά και η γενικότερη συμμετοχή στα κοινωνικά μέσα ενθαρρύνουν τη δημοσιογραφία των πολιτών και τον διαδικτυακό ακτιβισμό (Χασάμελ Χαμαλάουϊ- «σε μία δικτατορία, η ανεξάρτητη δημοσιογραφία είναι από μόνη τηςμία μορφή ακτιβισμού και η διάδοση της πληροφορίας είναι ουσιαστικά μία πράξηαντίδρασης») ενώ κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι αυξάνει απλώς την παθητικότητα(Μαλέκ Μουσταφά – «δεν αρκεί να γράφει κάποιος. Το μπλόγκινγκ πρέπει νασυνδυάζεται με δράση στους δρόμους διαφορετικά είναι μία άδεια, άχρηστηδιαμαρτυρία» (Μαστρογιάννη, 2017).
Η συζήτηση για τη  τη σχέση της κοινωνικής αλλαγής και της δημοσιογραφίας των πολιτών ωστόσο δεν εξαντλείται αλλά χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση. 


Απόσπασμα από το βιβλίο μου "Δημοσιογραφία των πολιτών στην Ελλάδα και στον κόσμο" , Εκδ. Αρναούτη.

Δευτέρα 26 Απριλίου 2021

Πως τα ΜΜΕ μας Eπηρεάζουν

 Φωτεινή Μαστρογιάννη


Η επίδραση των ΜΜΕ και ειδικότερα της τηλεόρασης στην κοινή γνώμη είναι αδιαμφισβήτητη. Πολλοί ισχυρίζονται ότι παρακολουθούν τα ΜΜΕ με κριτική ματιά και αντιστέκονται στα μηνύματα που τους μεταφέρονται. Μάλλον πρόκειται για ευσεβείς πόθους ειδικότερα για όποιον δεν είναι γνώστης της επιστήμης της επικοινωνίας. Οσοι θεωρούν ότι βλέπουν τα ΜΜΕ με κριτικό τρόπο είναι και αυτοί που είναι περισσότερο ευάλωτοι σε αυτά.

Στο σύντομο αυτό κείμενο θα σταθώ σε δύο θεωρίες της επικοινωνίας: τη θεωρία της καλλιέργειας και τη θεωρία ορισμού της θεματολογίας.

Ο Γεώργιος Γκέρμπνερ (George Gerbner) το 1969 εισήγαγε τη θεωρία της καλλιέργειας μελετώντας τη μακρόχρονη επίδραση της τηλεόρασης στη ζωή των ανθρώπων. Υποστήριξε ότι η επαναλαμβανόμενη έκθεση στα ΜΜΕ και ειδικότερα στην τηλεόρασης διαμορφώνει τις απόψεις και τη συμπεριφορά των ανθρώπων αλλά και την αντίληψή τους για τον πραγματικό κόσμο. Σύμφωνα με την έρευνά του, άνθρωποι που έβλεπαν πολλές ώρες τηλεόραση γίνονται φοβικοί και αναπτύσσουν μία ομοιογενή αντίληψη για τον κόσμο γιατί έρχονται σε πιο συχνή επαφή με τα ίδια τηλεοπτικά μηνύματα. 

Πιο πρόσφατες μελέτες επιβεβαίωσαν τη θεωρία του Γκέρμπνερ καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι αυτοί που παρακολουθούν πολλές ώρες τηλεόραση γίνονται υλιστές αλλά και έχουν μία υπερεκτιμημένη αντίληψη για την επιστήμη γιατί τα μηνύματα που μεταφέρει η τηλεόραση για την επιστήμη και τους επιστήμονες είναι ότι «τα γιατρεύουν όλα» και δίνουν απάντηση στα πάντα. Επιστήμη για κάθε νόσο λοιπόν.

Μία τέτοια υπερεκτιμημένη αντίληψη για τους «ειδικούς» (λέξη που έχει αποκτήσει αρνητική χροιά πλέον) διαπιστώσαμε και πρόσφατα στη χώρα μας με την υγειονομική κρίση του κορωνοϊού.

Το 1972 οι Μαξγουελ Μακ Κομπς και Ντόναλντ Σόου (McCombs & Shaw, 1972) δημιούργησαν τη θεωρία ορισμού της θεματολογίας των ΜΜΕ σύμφωνα με την οποία ότι συζητούν και σκέφτονται οι άνθρωποι είναι αποτέλεσμα των θεμάτων που αποφασίζουν τα ΜΜΕ να προβάλλουν. 

Οι Μακ Κομπς και Σόου διενήργησαν μία έρευνα κατά τη διάρκεια των αμερικανικών προεδρικών εκλογών το 1968 στο Τσάπελ Χιλ. Διαπίστωσαν ότι υπήρχε ισχυρή συσχέτιση μεταξύ των θεμάτων που οι συνεντευξιαζόμενοι θεωρούσαν ως σημαντικά και των θεμάτων που πρόβαλλαν τα ΜΜΕ. Με άλλα λόγια, οι συνεντευξιαζόμενοι είχαν επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τα ΜΜΕ.

Την ίδια εποχή οι Μπλουμλερ και Κατς (Blumler & Katz, 1974) κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το κοινό παρακολουθώντας τα ΜΜΕ ικανοποιεί τέσσερις επιθυμίες: τη δραπέτευση ή τη συναισθηματική εκτόνωση από την πίεση της καθημερινότητας, την ανάπτυξη προσωπικών σχέσεων βλ. συζητήσεις για τις εκπομπές με άλλους ανθρώπους, τη σύγκριση με τους χαρακτήρες των εκπομπών/σήριαλ και την πληροφόρηση σχετικά με το τι συμβαίνει στον κόσμο.

Συνεπώς, τα ΜΜΕ δημιουργούν μία πλασματική αντίληψη για τον κόσμο, μία αντίληψη που καθοδηγείται από τα ίδια εκμεταλλευόμενα τις ανθρώπινες επιθυμίες που προανέφερα. 
Υπάρχει όμως λύση και δεν είναι άλλη παρά η περιορισμένη έκθεση στα μέσα και η άμυνα μέσω της αντικατάστασής τους με δημιουργικές ενασχολήσεις όπως το διάβασμα αλλά και η συζήτηση με φίλους. Κατ’αυτό τον τρόπο, θα σταματήσει ο φόβος, θα αναπτυχθεί η κριτική σκέψη αλλά και η ζωή θα αποκτήσει μία ξεχωριστή ποιότητα.

 

 

 

 

 Πηγές 

Gerbner, George. “Cultivation Analysis: An Overview.” Mass Communication & Society, vol. 1, no. 3-4, 1998, pp. 175-194.


Gerbner, George. “Toward ‘Cultural Indicators’: The Analysis of Mass Mediated Public Message Systems." AV Communication Review, vol. 17, no. 2,1969, pp. 137-148.

Katz, E., Blumler, J. G., & Gurevitch, M. (1974). Utilization of Mass Communication by the Individual. In J. G. Blumler, & E. Katz (Eds.), The Uses of Mass Communications: Current Perspectives on Gratifications Research (pp. 19-31). Beverly Hills: Sage Publications.

McCombs, Maxwell E. & Shaw, Donald L. (1972). The agenda-setting function of mass media, Public Opinion Quarterly, 36 (2): 176-187 University of Derby. Retrieved on 1/5/2018 from http: poq.oxfordjournals.org/content/36/2/176.

Πέμπτη 11 Μαρτίου 2021

Η Μεγάλη Επανεκκίνηση

 


Φωτεινή Μαστρογιάννη

 

Το βιβλίο «Κόβιντ 19 – Η Μεγάλη Επανεκκίνηση» συζητήθηκε αρκετά ως στοιχείο σε μία φωτογραφία του πρωθυπουργού εντούτοις λίγες είναι οι συζητήσεις γι’αυτό. Συγγραφείς του είναι οι Κλάους Σβάμπ και Τιέρυ Μάλλερετ. 

Κλάους Σβάμπ
Ο Κλάους Σβάμπ (Klaus Schwab) είναι ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ και ο Τιέρυ Μάλλερετ είναι ο συνιδρυτής του Μηνιαίου Βαρομέτρου. Συνεπώς οι απόψεις τους έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ιδιαίτερα εάν σκεφθούμε ότι αρκετές από τις πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται φαίνονται να έχουν ως βάση το συγκεκριμένο βιβλίο.

Σταχυολόγησα κάποια στοιχεία που θεωρώ ότι είναι σημαντικά. Οι συγγραφείς ήδη από την εισαγωγή αναφέρονται σε στοιχεία  όπως είναι η έλλειψη δικαιοσύνης και συνεργασίας και η αποτυχία παγκόσμιας διακυβέρνησης.

Οι συγγραφείς θεωρούν ότι ποτέ δεν θα γυρίσουμε στην κανονικότητα λόγω των αλλαγών που προκάλεσε ο κορωνοϊός. Το εντυπωσιακό είναι ότι αρχικά αναφέρουν ότι οι καραντίνες ήταν η απομόνωση των ανθρώπων για σαράντα ημέρες για υγειονομικούς λόγους (δεν διευκρινίζουν όμως ότι οι καραντίνες ήταν για τους ασθενείς και όχι για τους υγιείς). Παραδέχονται ότι οι καραντίνες έδωσαν περαιτέρω ισχύ στο κράτος και ότι ο αριθμός σαράντα δεν είχε ιατρική βάση αλλά συμβολική και θρησκευτική (βλ. Σαρακοστή κτλ).

Παραδέχονται επίσης ότι η επιδημία του κορωνοϊού δεν είναι μία καινούρια υπαρξιακή απειλή αλλά ούτε θα καταλήξει σε απρόβλεπτους λιμούς (ωστόσο πολύ παρακάτω αναφέρουν ότι η πανδημία του κορωνοϊού μπορεί να προκαλέσει διατροφική καταστροφή με τον αριθμό των ανθρώπων που υποφέρουν από διατροφική ανασφάλεια να διπλασιάζεται το 2020 στα 265 εκατομμύρια), στρατιωτικές ήττες και αλλαγές πολιτευμάτων. 

Ωστόσο, ο περιορισμός της πανδημίας (σημαντικό ότι από επιδημία στη συνέχεια του έργου αναφέρονται σε πανδημία) υποστηρίζουν ότι θα επιταχύνει ένα παγκόσμιο σύστημα παρακολούθησης το οποίο θα χρησιμοποιείται για την πρόβλεψη νέων επιδημιών (!). 

Αναφέρονται στον Τζιν Κι έναν από τους κορυφαίους Κινέζους επιστήμονες ο οποίος τον Απρίλιο του 2020 είπε ότι: «είναι πιθανό να γίνει μία επιδημία που θα συνυπάρχει με τον άνθρωπο για πολύ καιρό, θα είναι εποχιακή και θα διατηρείται στο ανθρώπινο σώμα» κάτι που θα ήταν αρκετά καθησυχαστικό για τον άνθρωπο γιατί ουσιαστικά είναι μία δήλωση που θεωρεί τον κορωνοϊό αφενός ως επιδημία και όχι ως πανδημία μίας εποχιακής ασθένειας που θα μπορούμε να ζήσουμε με αυτή όπως ζήσαμε με τόσες άλλες, ωστόσο οι συγγραφείς ερμηνεύουν τη συγκεκριμένη παρατήρηση ως στοιχείο φόβου και κοινωνικού άγχους.

Ενώ οι συγγραφείς είχαν αναφερθεί στην αναποτελεσματική μέθοδο της καραντίνας ωστόσο προφητικά είχαν προβλέψει την επανεφαρμογή της το τέταρτο τετράμηνο του 2020 (το βιβλίο γράφτηκε τον Ιούνιο 2020).

Παρά το γεγονός ότι η καραντίνα είναι αμφισβητείται ως αναποτελεσματική ιατρικά είναι και καταστροφική οικονομικά. Θεωρούν ότι θα αφήσει μόνιμες πληγές στην οικονομία – ανεργία, χρεωκοπίες. Κάθε μήνα που μεγάλα τμήματα της οικονομίας παραμένουν κλειστά, η ετήσια ανάπτυξη θα μειώνεται 2 εκατοστιαίες μονάδες. 

Αναφορικά με την οικονομία υποστηρίζουν ότι δύο κατηγορίες ανθρώπων θα αντιμετωπίσει σοβαρό πρόβλημα με την ανεργία: οι νέοι άνθρωποι που θα μπουν για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας και οι εργαζόμενοι θα αντικατασταθούν από ρομπότ. Η πανδημία θα οδηγήσει σε αντικατάσταση της ανθρώπινης εργασίας από ρομπότ. Η αγορά εργασίας θα αποτελείται από υψηλά αμειβόμενους και σε αυτούς που θα είναι χαμηλόμισθους σε βαρετές εργασίες ή θα έχουν εξαφανισθεί οι θέσεις εργασίας τους. Η κατάσταση, επισημαίνουν, θα είναι χειρότερη για τις αναπτυσσόμενες και για τις μικρές υπερχρεωμένες χώρες.

Οι συγγραφείς προτρέπουν τις κυβερνήσεις να ενδιαφερθούν για την ευημερία των πολιτών τους χωρίς όμως να διευκρινίζουν πως αυτό μπορεί να γίνει δεδομένης της αντικατάστασης της εργασίας από τα ρομπότ. Μιλούν για την ανισότητα στον πλούτο  και της αναδιανομής του πλούτου από τους πλούσιους στους φτωχούς και πως αυτή θα πρέπει  να εντοπιστεί πιο συστηματικά χωρίς όμως να λένε αφενός ποιοι θεωρούνται πλούσιοι και σε σύγκριση με ποιους.

Γίνεται επίσης αναφορά στην έννοια της ανθεκτικότητας του συστήματος στις κρίσεις δίνοντας έμφαση στο κοινωνικό, οικονομικά και φυσικό κεφάλαιο χωρίς όμως να το αναλύσουν παρά μόνο λέγοντας ότι η μέτρηση της ανθεκτικότητας μπορεί να γίνει με την ένωση πηγών δεδομένων  του ιδιωτικού και δημοσίου τομέα. Ο δημόσιος τομέας θα αποκτήσει μεγαλύτερη βαρύτητα και θα γίνει ιδιαίτερα παρεμβατικός χωρίς ωστόσο να αποκτά ουσιαστικές αρμοδιότητες γιατί πάλι δημόσιοι πόροι θα κατευθύνονται στις επιχειρήσεις απλά ο γνώμονας θα είναι το δημόσιο συμφέρουν και όχι το κέρδος (!).

Η έρευνα και ανάπτυξη για την υγεία και την κλιματική αλλαγή θα ενισχυθούν και θα αυξηθεί η φορολογία ειδικότερα για τους πιο προνομιούχους (δεν ορίζουν ποιοι είναι αυτοί) γιατί οι κυβερνήσεις θα πρέπει να αυξήσουν την ικανότητα ανθεκτικότητας και θα πρέπει να επενδύσουν περισσότερο σε αυτή (!).

Η παγκοσμιοποίηση θα αντιστραφεί μέσω του περιορισμού των προμηθευτικών αλυσίδων και θα ενισχυθεί η περιφερειοποίηση βλ. ενίσχυση περιφερειών τύπου Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η παγκόσμια κυβέρνηση είναι το επιθυμητό με κίνδυνο να χάσει έδαφος λόγω του εθνικισμού και του απομονωτισμού. Η πανδημία, κατά τους συγγραφείς, ανέδειξε τον παγκόσμιο συντονισμό μέσω του ΠΟΥ. Για άλλη μία φορά, αναφέρονται στον Μπιλ Γκέητς και την ένθερμη υποστήριξή του στον ΠΟΥ (δεν αναφέρουν όμως τις χρηματικές επενδύσεις του Γκέητς στον ΠΟΥ).

Αναφέρονται επίσης στην επιβάρυνση του περιβάλλοντος και πως η πανδημία βοήθησε να μειωθεί η μόλυνση μέσω της απαγόρευσης της κυκλοφορίας (δεν αναφέρονται όμως στα εργοστάσια που παρέμειναν ανοικτά) και ότι πλέον θα μετακινούμαστε με τα ΜΜΜ λιγότερο, θα εργαζόμαστε με τηλεργασία περισσότερο (καμία αναφορά στα δικαιώματα του εργαζόμενου, στη συνέχεια μόνο αναφέρουν ότι οι κυβερνήσεις θα πιέζουν τις επιχειρήσεις να προσφέρουν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και κοινωνική κάλυψη στους εργαζόμενους με μπλοκάκι), θα κάνουμε περισσότερο ποδήλατο αλλά και θα περπατάμε περισσότερο (καμία αναφορά στο πως τα άτομα με αναπηρία και οι γηραιότεροι θα μπορούν να μετακινούνται) και θα κάνουμε διακοπές πιο κοντά στο σπίτι μας.

Ως αποτελεσματική αντιμετώπιση του κορωνοϊού, εάν και οι ίδιοι δεν είναι γιατροί, υποστηρίζουν τον εντοπισμό των επαφών μέσω GPS όπου θα εντοπίζεται τόσο το άτομο όσο και αυτοί με τους οποίους έρχεται σε επαφή, τα μαζικά τεστ, την απομόνωση των κρουσμάτων και την καραντίνα όσων ήρθαν σε επαφή με ένα μολυσμένο άτομο. Βλέπουμε λοιπόν ότι η καραντίνα, εάν και αναποτελεσματική στα πάντα σύμφωνα με τους ίδιους, επανέρχεται συνεχώς στον λόγο τους. Η επιτήρηση θα συνεχισθεί και στον χώρο εργασίας με καταγραφή μέσω κάμερας των εργαζομένων. Η θερμοκρασία των εργαζομένων θα μετράται από θερμικές κάμερες και μέσω εφαρμογής στο κινητό τους τηλέφωνο θα μετράται εάν κρατούν την κοινωνική απόσταση. Και μετά την πάροδο της πανδημίας η επιτήρηση θα συνεχισθεί γιατί οι εργοδότες θα θέλουν να παρακολουθούν την παραγωγικότητα.

Η παρακολούθηση θα ενταθεί και θα είναι αυτοί που κυβερνούν υπεύθυνοι εάν θα τη χρησιμοποιήσουν για το δημόσιο συμφέρον ή όχι (!).

Οι συγγραφείς αναφέρονται και στις συμπεριφοριστικές αλλαγές των ανθρώπων όπως το ότι δεν θα ακουμπάμε τα προϊόντα που θέλουμε να αγοράσουμε ούτε θα μυρίζουμε ένα λεμόνι ή θα ζουλάμε ένα φρούτο στο σούπερ μάρκετ. Επειδή θα έχουμε φοβηθεί από την πανδημία δεν θα θέλουμε να είμαστε σε ένα εστιατόριο περιβαλλόμενοι από ξένους αλλά θα προτιμάμε να μείνουμε σπίτι να δούμε μία ταινία και να παραγγέλνουμε από έξω. Η φοίτηση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα είναι υβριδική δηλαδή ένας συνδυασμός ηλεκτρονικής και δια ζώσης μοντέλου.

Οι κυβερνήσεις θα ενθαρρύνουν την άθληση (δεν μας εξηγούν όμως γιατί οι κυβερνήσεις σταμάτησαν κάθε αθλητική δραστηριότητα ακόμα και για ομάδες όπως είναι οι καρδιοπαθείς, άτομα με ορθοπεδικά προβλήματα κτλ. κατά τη διάρκεια της καραντίνας/εγκλεισμού) γιατί η άθληση είναι το εργαλείο για μία πιο υγιή κοινωνία.

Το βιβλίο αποτελεί μία σαφέστατη προσπάθεια επιβολής μίας ατζέντας . Υπό το πρόσχημα της προστασίας του περιβάλλοντος και της υγείας αλλά και άλλων ιδεών που είναι ελκυστικές για τον περισσότερο κόσμο αλλά αρκετά ασαφών στην πράξη προωθείται ένα μοντέλο κοινωνίας στο οποίο οι λαοί ούτε έχουν ερωτηθεί για το εάν θέλουν να αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους ούτε θα συμμετέχουν μέσω εκλογών, δημοψηφισμάτων κτλ. για το πως θα επιθυμούν να ζουν από εδώ και στο εξής. Αποτελεί ξεκάθαρα μία αλαζονική, πατερναλιστική, εφιαλτική και αυταρχική ατζέντα με στόχο την πλήρη επιτήρηση της κοινωνίας που θα απομείνει μετά από τη ριζική μεταβολή της εργασίας από τα ρομπότ.


Είναι ένα "όνειρο" κάποιων  δημιουργίας μίας κοινωνίας που θα περιορίζει το βασικό στοιχείο της ανθρώπινης φύσης που είναι η κοινωνικότητα οδηγώντας, επαναλαμβάνω αυτούς που θα απομείνουν, σε αποξένωση και πλήρη έλεγχο της προσωπικής τους ζωής. Απομένει στον άνθρωπο εάν θα επικροτήσει με τη στάση του το τέλος του.




Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2021

O Σαδιστής της Διπλανής Πόρτας

 


Φωτεινή Μαστρογιάννη

Ο  Εριχ Φρομ, ένας από τους γνωστότερους ψυχαναλυτές του 20ου αιώνα,  στο βιβλίο «Η ανατομία της Ανθρώπινης Καταστροφικότητας»  που έγραψε το 1973 αναλύει το θέμα της ανθρώπινης καταστροφικότητας που εξακολουθεί να είναι επίκαιρο μέχρι σήμερα. Ενα κεφάλαιο του βιβλίου αναφέρεται στον σαδιστικό χαρακτήρα και το θεωρώ ιδιαίτερα επίκαιρο σε μία εποχή που χαρακτηρίζεται από ναρκισσισμό που μαζί με την ψυχοπάθεια, τον μακιαβελλισμό και τον σαδισμό αποτελούν τη ΣκοτεινήΤετράδα των αρνητικών χαρακτηριστικών της προσωπικότητας. Στην ψυχολογικά βίαιη εποχή που ζούμε η μελέτη της Σκοτεινής Τετράδας αποκτά ενδιαφέρον γιατί τα χαρακτηριστικά της είναι μάλλον τα επικρατέστερα στη σύγχρονη κοινωνία και τα συναντάμε ιδιαίτερα σε όσους κατέχουν θέσεις εξουσίας.

Σύμφωνα με τον Φρομ, ο σαδιστής είναι αυτός που θέλει να ελέγχει, να πληγώνει και να εξευτελίζει ένα άλλο άτομο. Σε αντίθεση με τον καταστροφέα που θέλει να καταστρέψει τη ζωή, ο σαδιστής θέλει να ελέγχει τη ζωή των άλλων.  Θαυμάζει τη δύναμη γιατί ο ίδιος είναι αδύναμος και δειλός, υποτάσσεται στους ανώτερούς του γιατί θέλει να κρύψει την αδυναμία του υπακούοντας σε μία ανώτερη από αυτόν δύναμη και καταδυναστεύει τους υφιστάμενούς του. Φοβάται και δεν αγαπά τη ζωή γιατί είναι απρόβλεπτη και γι’αυτό επιζητά τη δύναμη σε αντίθεση με αυτούς που έχουν ισχυρό χαρακτήρα αγάπης για τη ζωή.

Η δύναμη της κοινωνικής δομής είναι σημαντική για τον περιορισμό της ανάδειξης σαδιστικών ατόμων στην εξουσία υπό την έννοια ότι η κοινωνία είναι αυτή που μπορεί να ελέγξει ή να περιορίσει τη δύναμη των ανωτέρων. Εάν αντίθετα η κοινωνία βασίζεται στον εκμεταλλευτικό έλεγχο τότε ο Φρομ υποστηρίζει ότι «τείνει να αποδυναμώσει την ανεξαρτησία, την ακεραιότητα, την κριτική σκέψη και την παραγωγικότητα όλων εκείνων που υποτάσσει…Η σύγχρονη κοινωνία προσφέρει παρόμοια θεάματα με τη μορφή των ρεπορτάζ στις εφημερίδες, και την τηλεόραση γύρω από εγκλήματα, πολέμους, αγριότητες όπου το περιεχόμενο δεν είναι ανατριχιαστικό, δεν είναι και θρεπτικό. Αυτή η πολιτιστική τροφή δεν προσφέρει ενεργοποιητικά ερεθίσματα αλλά προωθεί την παθητικότητα και την αδράνεια. Στην καλύτερη περίπτωση προσφέρει διασκέδαση και συγκίνηση αλλά σχεδόν ποτέ τη χαρά κι αυτό γιατί η χαρά απαιτεί ελευθερία, χαλάρωση των χαλινών του ελέγχου, πράγμα που είναι πολύ δύσκολο για τον πρωκτοερωτικό σαδιστικό τύπο».

Στην ανάλυσή του ο Φρομ για τον Χίμλερ ανέφερε ότι υπάρχει η κατηγορία των ανθρώπων που υποτάσσονται, όχι επειδή η εξουσία τους τρομάζει αλλά γιατί φοβούνται τη ζωή και γυρεύουν μία εξουσία να υποταχτούν. O Φρομ αναλύει και την περίπτωση του Στάλιν. Παρατηρούμε λοιπόν ότι αρκετοί σαδιστές αναρριχώνται σε θέσεις εξουσίας και συνήθως ανήκουν στην κατηγορία των επιβλητικών σαδιστών που είναι αυτοί που αισθάνονται ότι πρέπει να ελέγχουν τους άλλους και να τους τιμωρούν όταν παραβιάζουν τους κανόνες και τους νόμους, γι’αυτό θεσπίζουν διαρκώς καινούριους νόμους όλο και πιο περιοριστικούς που τους δίνουν την χαρά της αστυνόμευσης και τη διαρκούς τιμωρίας των υφισταμένων τους.

Οι σαδιστές αυτού του τύπου θεωρούν ότι λειτουργούν για το κοινό καλό στην πραγματικότητα όμως τα κίνητρά τους είναι άλλα (τα συμπλέγματα κατωτερότητας και ο φόβος για τη ζωή όπως προαναφέρθηκε).  Εάν η κοινωνία τους επιλέξει όπως για παράδειγμα στην περίπτωση των πολιτικών, τότε οι πράξεις τους δεν θεωρούνται άδικες και διαθέτουν μεγαλύτερη ελευθερία για να κυριαρχήσουν και να καταστρέψουν τους άλλους. Ίσως αυτό και να εξηγεί την παθητικότητα της κοινωνίας στη δράση των σαδιστών πέραν της διαρκούς τροφοδότησής της με πνευματικά σκουπίδια όπως υποστήριζε ο Φρομ.

Οι σαδιστές σε θέσεις εξουσίας όσο περισσότερο επιβάλλονται και τιμωρούν τους άλλους τόσο πιο ισχυροί και ικανοποιημένοι αισθάνονται.  Η αίσθηση του τιμωρού  ενδυναμώνει τον εγωϊσμό τους και όσο πιο πολύ τιμωρούν τόσο δεν μπορούν να σταματήσουν τη συμπεριφορά τους και χάνουν κάθε επαφή με την πραγματικότητα. Οι πράξεις τους κινούνται πάντα στα νόμιμα πλαίσια (άλλωστε αυτοί καθορίζουν τον νόμο) της εξουσίας τους ενώ στην καθημερινή τους ζωή συμπεριφέρονται φυσιολογικά.

Φωτεινή Μαστρογιάννη

Ε
ίναι εκ των ων ουκ άνευ ότι η παρουσία ενός σαδιστή σε θέση εξουσίας δεν θα είναι ελαφρά τη καρδία για όσους τον υφίστανται. Δυστυχώς η ιστορία έχει δείξει ότι η κοινωνία τους αναδεικνύει και τους ανέχεται μέχρι τη στιγμή που οι συνθήκες αλλάζουν και τους απομακρύνει (πολλές φορές με βίαιη ανατροπή τους). Δεν έχει όμως καταφέρει να τους εξαλείψει αλλά αντίθετα στις ημέρες μας μικροί και μεγάλοι σαδιστές βρίσκονται παντού, ίσως γιατί η κοινωνία μας έχει πάψει να αγαπά πλέον την ουσιαστική και ελεύθερη ζωή.

 



Προτεινόμενη βιβλιογραφία

 

Φρομ, Ε. (1973). Η Ανατομία της Ανθρώπινης Καταστροφικότητας, Τόμος Α και Β. Αθήνα: Εκδ. Μπουκουμάνη.

Buckels, E., Jones, D., & Paulhus, D. (2013). Behavioural confirmation of everyday sadism. Psychological Science, 24, 2201–2209. 

HxBenefit Editorial Team. Sadistic Personality Disorder. Διαθέσιμο στο: https://www.hxbenefit.com/sadistic-personality-disorder.html

Meyers, S. (2016). The Disturbing Link Between Narcissism and Sadism. Διαθέσιμο στο: https://www.psychologytoday.com/us/blog/insight-is-2020/201607/the-disturbing-link-between-narcissism-and-sadism

 

 

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2021

Πρέπει να είσαι Συναισθηματικά Έξυπνος για να Ηγείσαι

 


Εκδόσεις Βροτέας

ΓΙΑ ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

 

Βιβλίο: Συναισθηματική Νοημοσύνη, Ηγεσία και Θεωρία του Άγχους




Εκδόσεις Βροτέας

Συγγραφέας: Φωτεινή Μαστρογιάννη

Email: fotinimastroyanni@gmail.com

Ιστολόγιο: https://mastroyanni.blogspot.com/

 

Πρέπει να είσαι Συναισθηματικά Έξυπνος για να Ηγείσαι

Το συναίσθημα και ιδιαίτερα η εκδήλωσή του στον χώρο εργασίας αντιμετωπίζονταν αρνητικά. Αυτό όμως, σήμερα, έχει πλέον αλλάξει. Ο ηγέτης καθοδηγεί και επηρεάζει τους άλλους, ικανότητες στις οποίες η συναισθηματική νοημοσύνη συμβάλλει καθοριστικά. Έρευνες έχουν αποδείξει ότι η συναισθηματική νοημοσύνη είναι  απαραίτητη για την αποτελεσματική ηγεσία.  Η καθοδήγηση υποδηλώνει ότι ο ηγέτης διαθέτει πειθώ και επιρροή, στοιχεία που είναι σημαντικά για την επιτυχημένη επικοινωνία που με τη σειρά της είναι σημαντική για την επίτευξη των επιχειρησιακών, και όχι μόνο, στόχων.

Το βιβλίο αυτό δεν  εξετάζει μόνο όλες τις θεωρίες της συναισθηματικής νοημοσύνης αλλά ερευνά και τη θεωρία του άγχους και τη σχέση της με την ηγεσία, θεωρία στην οποία δεν έχει γίνει εκτεταμένη βιβλιογραφική αναφορά. Αναλύει το προφίλ δύο πασίγνωστων ηγετών του σύγχρονου επιχειρείν εστιάζοντας τόσο στα θετικά όσο και στα αρνητικά τους στοιχεία  βρίσκοντας τι είναι αυτό που τους καθιστά μοναδικούς.


Πληροφορίες για τη συγγραφέα: Η Φωτεινή Μαστρογιάννη είναι οικονομολόγος και συγγραφέας 44 βιβλίων που κυκλοφορούν σε ελληνικά και διεθνή βιβλιοπωλεία. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Μπορείτε να διαβάσετε για τη συγγραφέα στο:
https://mastroyanni.blogspot.com/p/blog-page_38.html

Εάν επιθυμείτε περισσότερες πληροφορίες για το βιβλίο «Συναισθηματική Νοημοσύνη, Ηγεσία και Θεωρία του Άγχους» επικοινωνήστε με τις Eκδόσεις Βροτέας, τηλ.: 210 -3630271.

Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2021

Τί Απέγινε η Μαίρη Παναγιωταρά;

 


Φωτεινή Μαστρογιάννη

 

Σήμερα ζούμε σε μία διαφορετική μορφή του καπιταλισμού σε σχέση με το παρελθόν. Είναι περισσότερο παγκοσμιοποιημένος και νεοφιλελεύθερος ενώ δίνει έμφαση στον ατομικισμό αντί της συμμετοχικής δημοκρατίας και της κοινωνικής αλληλεγγύης.

Μία τέτοια αλλαγή δεν θα άφηνε ανεπηρέαστο τον φεμινισμό. Ο σύγχρονος νεοφιλελεύθερος φεμινισμός αναγνωρίζει μεν τη διαφορά στους μισθούς και τη σεξουαλική παρενόχληση, θεωρεί, όμως, ότι οι γυναίκες είναι πλήρως υπεύθυνες για την ευημερία τους ανεξάρτητα από τις επιδράσεις του κοινωνικο-οικονομικού περιβάλλοντος και χωρίς καμία βοήθεια από το κράτος γιατί όλες οι πτυχές της ζωής έχουν ιδιωτικοποιηθεί και εξατομικευθεί.

Οι γυναίκες θα πρέπει να «επενδύουν» σε όλες τις πτυχές της ζωής τους και να φροντίζουν η «επένδυσή» τους να μην απαξιωθεί. Δεν υπάρχει πλέον προσωπικότητα αλλά μόνο ανθρώπινο κεφάλαιο. Ωθούνται να εισέρθουν στον επιχειρηματικό/επαγγελματικό κόσμο και να αποκτήσουν ένα προσωπικό χαρτοφυλάκιο δεξιοτήτων όπως είναι η δικτύωση και η διαπραγμάτευση.

Στον νεοφιλελεύθερο φεμινισμό δεν αναφέρονται οι ταξικές διαφορές, η ισότητα των δύο φύλων αποτελεί εργαλείο για την οικονομική ανάπτυξη ενώ η μη διάκριση αποτελεί απλά θέμα αξιοπρέπειας.

Οι σύγχρονες φεμινίστριες δεν ασκούν κριτική στις χαμηλά αμειβόμενες εργασίες, στην εργασιακή ανασφάλεια, στις αυξανόμενες ώρες εργασίας για όσους ακόμα εργάζονται, στην ανεργία, στο χαμηλό βιοτικό επίπεδο, στις διπλές δουλειές για να επιτευχθεί ένα πενιχρό εισόδημα όπως δεν ασκούν κριτική στη φτώχεια των γυναικών των μονογονεϊκών οικογενειών. Παραβλέπουν στοιχεία που δείχνουν τις χαμηλές αμοιβές των γυναικών σε παγκόσμια κλίμακα, γεγονός που καλείται θηλυκοποίηση της φτώχειας. Στην Αυστραλία η τάση για τη γυναικεία απασχόληση είναι η μερική απασχόληση και μάλιστα το 58% αυτών είναι περιστασιακή. Στον Καναδά οι γυναίκες απασχολούνται περισσότερο σε θέσεις μερικής απασχόληση ενώ στην Ιαπωνία το 80% του προσωρινού προσωπικού είναι γυναίκες.

Παλαιότερα, ο φεμινισμός, στα χρόνια του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού ασκούσε κριτική στις ταξικές ανισότητες και σε μη οικονομικές αδικίες όπως είναι η σεξουαλική παρενόχληση, η ενδοοικογενειακή βία και η πίεση για αναπαραγωγή. 

Στον νεοφιλελεύθερο φεμινισμό, οι φεμινίστριες πολιτικοποίησαν το προσωπικό και έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση στην «ταυτότητα φύλου» και στις πολιτικές ταυτότητας αντί να ασκήσουν κριτική στην πολιτική οικονομία. Αναφορικά με το κράτος πρόνοιας, οι σύγχρονες φεμινίστριες το θεωρούν πατερναλιστικό κριτική όμως που σήμερα δεν είναι ριζοσπαστική αλλά εναρμονίζεται με τον νεοφιλελευθερισμό ο οποίος αντιμάχεται το κράτος πρόνοιας και αποδέχεται τη δράση των ΜΚΟ ως αντικατάσταση αυτού.

Συνεπώς,η Μαίρη Παναγιωταρά τελικά βρίσκεται σε χειρότερη θέση. Ο σύγχρονος φεμινισμός έχει απωλέσει την κριτική του στάση στα θέματα της κοινωνικής και οικονομικής ανισότητας ολόκληρης της κοινωνίας και η πορεία του μέχρι σήμερα δεν δείχνει ότι θα την ξανααποκτήσει.

 

Πηγές

Feher, M. (2009). Selfappreciation; Or, the aspirations of human capital. Public Culture 1, Νo.1, σελ. 21–41.

Fraser, N. (2013).  How feminism became capitalism’s handmaiden and how to reclaim it.” The Guardian, Διαθέσιμο στο:

https://www.theguardian.com/commentisfree/2013/oct/14/feminism-capitalist-handmaiden-neoliberal

ITUC. (2011). Living with Economic Insecurity:women in precarious work. Belgium:ITUC – International Trade Union Confederation.

McRobbie, A. (2015). Notes on the perfect: Competitive femininity in neoliberal times. Australian Feminist Studies 30, Νo. 83, σελ.3-20.

Preston, A., Jefferson,T., Barns, A. (2009). Women’s employment in the context of the economic downturn. Curtin University of Technology. Διαθέσιμο στο: https://humanrights.gov.au/our-work/womens-employment-context-economic-downturn-2009#s2_6_1

Pruegl, E.(2019).The World Bank’s role in crafting a neoliberal hegemony with a feminist face ,https://www.brettonwoodsproject.org/2018/09/world-banks-role-crafting-neoliberal-hegemony-feminist-face/

Rottenberg, C. (2018).How neoliberalism colonized feminism and what you can do about it. Διαθέσιμο στο:https://theconversation.com/how-neoliberalism-colonised-feminism-and-what-you-can-do-about-it-94856

Rottenberg, C. (2018). The rise of neoliberal feminism. New York: Oxford University Press.