«Καμία δύναμη δεν μπορεί
να καταστρέψει το Πνεύμα ενός λαού, είτε έξωθεν είτε έσωθεν, αν αυτό δεν έχει
πεθάνει ήδη, αν δεν έχει μαραθεί»
Χέγκελ, Ο Λόγος στην
Ιστορία
Στο κείμενο μου «Διαφθορά– η νέα ηθική» είχα αναφερθεί στην έννοια της ακόλαστης βίας υποστηρίζοντας ότι
η βία όπως αυτή εκφράζεται μέσω π.χ. της κακοποίησης παιδιών, ζώων, γυναικών
υπερβαίνει τα όρια της απλής βίας και καθίσταται ακόλαστη απόλαυση γι’αυτούς
που τη διαπράττουν. Μήπως η απώλεια του πνεύματος ενός λαού ως συλλογικής κοινωνικής
και εθνικής συνείδησης οδηγεί στην ακόλαστη βία;
Η έννοια της ακόλαστης
βίας θυμίζει λίγο τον «θανατόφιλο» όπως ερμηνεύτηκε από τον Εριχ Φρομ στην
«Τέχνη της αγάπης» όπου αυτός είναι ο άνθρωπος που επιζητά την καταστροφή ακόμα
και την αυτοκαταστροφή γιατί δεν μπορεί να υπερβεί τον φόβο του για τον θάνατο
μέσω της δημιουργικότητας. Η καταστροφή λοιπόν είναι η λύση στο υπαρξιακό του
κενό. Το άτομο αυτό είναι επιθετικό, απεγνωσμένο και προσπαθεί να
αυτοεπιβεβαιωθεί μέσω της καταστροφής.
Η ακόλαστη βία από την άλλη συνδέεται με τον ναρκισσισμό όπως αυτός προωθείται από την καταναλωτική κοινωνία και την τεχνολογία. Η καταναλωτική κοινωνία επιβάλλει να ξεχωρίζει το άτομο από το πλήθος, να επιβεβαιώνεται μέσω των αγορών του και η βία είναι ένας τρόπος να αποκτήσει υπεροχή έναντι των άλλων.
Η βία καθίσταται εργαλείο αυτοεπιβεβαίωσης μέσω της εξουσίας πάνω στους άλλους. Το άτομο δεν μπορεί να δημιουργήσει έναν υγιή και αυθεντικό εαυτό. Όλα γύρω του επιβάλλουν το ψέμα. Τα κοινωνικά μέσα είναι το εργαλείο ανάδειξης ενός ψεύτικου εαυτού, η χρήση τεχνολογίας βοηθά στη δημιουργία κάποιου άλλου εαυτού βλ. φίλτρα στο Photoshop, ζούμε την λήθη του Είναι του Χάιντεγκερ.
Η τεχνητή νοημοσύνη βοηθά στην αποξένωση. Το άτομο μιλά με τη μηχανή η οποία αντικαθιστά πλέον τις ανθρώπινες σχέσεις. Καταργούνται οι κοινωνικοί τρόποι, η κριτική σκέψη ακόμα και η γραφή. Τί χρειάζονται όλα αυτά όταν μιλάς με μία μηχανή και εξαρτάσαι από αλγοριθμικές απαντήσεις; Ο άνθρωπος είναι αυτός που παρέδωσε την ανθρωπιά του στις μηχανές (η συναισθηματική του νοημοσύνη είναι ατροφική) γιατί υποτάχτηκε στο κέρδος και στο άγχος που του δημιουργεί ο καπιταλισμός όπως εύστοχα επισήμανε ο Ντήτερ Ντουμ.
Η Τεχνητή Νοημοσύνη διψά για γνώση
και μιμείται το ανθρώπινο συναίσθημα, ο σύγχρονος άνθρωπος απεχθάνεται τη γνώση
ενώ χάνει το συναίσθημα του. Η τεχνολογία προσπαθεί να γίνει άνθρωπος και ο
άνθρωπος γίνεται μηχάνημα, γίνεται ο μετάνθρωπος από επιλογή. Οι μηχανές, από
την άλλη, κατέστησαν το κύριο εργαλείο
κοινωνικής υποταγής και η τεχνολογία όπλο εξουσίας.
Επανερχόμενη στη βία ως η
ακραία εκδήλωση ναρκισσισμού διαπιστώνουμε ότι έχει πλέον κανονικοποιηθεί , το άτομο προβαίνει σε όλο
και πιο ακραίες μορφές της στην απέλπιδα προσπάθεια να διακριθεί μέσω αυτής από
το πλήθος όντας ψυχρός ως μηχανή. Ο πόνος γίνεται θέαμα που παρακολουθεί (εάν
δεν συμμετέχει) ο απονεκρωμένος άνθρωπος προσπαθώντας να αντλήσει ηδονική
ευχαρίστηση μέσω του σαδισμού του. Η βία γίνεται κοινωνικό θέαμα όπως έγραψε ο
Γκυ Ντεμπόρ, είναι η σύγχρονη Ρωμαϊκή αρένα με ψηφιακό χαρακτήρα. Όπως είπαμε όμως,
η ηδονή της ασχήμιας μειώνει και καταποντίζει και αυτό ο απονεκρωμένος άνθρωπος
το γνωρίζει.
Αυτή η μορφή βίας διαφέρει από τις άλλες γιατί συνδυάζει την οικονομική ανέχεια, την τεχνολογική κυριαρχία, την απώλεια ταυτότητας τόσο προσωπικής όσο και εθνικής με τον ναρκισσισμό και την απόλυτη έλλειψη πνευματικότητας.
Μην έχοντας πνευματικές
βάσεις και ηθικές αρχές ο απονεκρωμένος άνθρωπος καταλήγει στη βία ως το μόνο
μέσο άντλησης ευχαρίστησης και κάλυψης του κενού του, φευ μάταια. Ο
απονεκρωμένος άνθρωπος που είναι ο
άνθρωπος χωρίς καμία ενσυναίσθηση, ο άνθρωπος που θεωρεί ότι φροντίζει μόνο τον
εαυτό του (ενώ στην πραγματικότητα τον κακοποιεί) ακόμα και εάν δεν προβαίνει ο
ίδιος άμεσα σε πράξεις βίας με τη σιωπή του καθίσταται ενεργός συνεργός των
όσων τη διαπράττουν. Γνωρίζει, όμως, μέσα από τη χυδαιότητα του ότι δεν μπορεί
ούτε να σωθεί ούτε να διακριθεί.
Στο κείμενο μου «Ο θάνατος του ανθρωπάκου» είχα αναφέρει ότι ο αφανισμός του ανθρώπου είναι ante portas εκτός εάν αφήσει τους σπάνιους διαβάτες να βγουν μπροστά. Οι σπάνιοι διαβάτες είναι αυτοί που έχουν το ήθος και το θάρρος, είναι αυτοί που δεν έχουν να χάσουν τίποτα γιατί τα έχουν όλα και ταυτόχρονα τίποτα. Είναι αυτοί που θα απλώσουν μία χείρα βοηθείας στους άλλους για να φύγουν από το σκότος, είναι αυτοί που θα βοηθήσουν το πνεύμα ενός λαού να μην μαραθεί, ενός λαού που δυναμικά θα διεκδικήσει την αξιοπρέπεια και το δικαίωμα στη ζωή χωρίς ψευτοσωτήρες.
Η τραγωδία των Τεμπών
ανέδειξε σπάνιους διαβάτες, τους γονείς που μέσα από το σκότος του πένθους τους αναδείχτηκε
το φως που λειτούργησε και λειτουργει ως
αντί -βία. Τελικά μήπως η θλίψη και ο πόνος μπορούν να λειτουργήσουν ως το εφαλτήριο αντίστασης;
Η τραγωδία των Τεμπών ξύπνησε
κάποια ψήγματα αντίστασης όσων δεν αποκτηνώθηκαν ακόμα από την ακόλαστη βία της
εξουσίας αποδεικνύοντας ότι το πνεύμα του λαού, ή μεγάλου μέρους αυτού δεν έχει
μαραθεί (ακόμα; ).
Βρισκόμαστε στο χείλος της
απόλυτης κατάρρευσης του άρρωστου συστήματος στο οποίο ζούσαμε μέχρι τώρα και
στην αντικατάσταση του από ένα άλλο πιο υγιές. Εάν ακολουθήσουμε τους «σπάνιους
διαβάτες» που μας δείχνουν τον δρόμο με το ήθος τους (και ναι, υπάρχουν παντού
αρκεί να τους ψάξουμε συνειδητά και όχι αγελαία), τότε η είσοδος στη νέα εποχή θα
είναι αισιόδοξη και ελπιδοφόρα.