Ενώ οι πολίτες
κρατών όπως είναι η Ελλάδα δέχονται φορολαίλαπα, οι πολυεθνικές εξακολουθούν να
φοροδιαφεύγουν. Κατά καιρούς βγαίνουν στην επικαιρότητα κάποια νέα για τη
φοροδιαφυγή των πολυεθνικών βλ. Lidl,
Starbucks κτλ αλλά
κανένα ουσιαστικό μέτρο δεν έχει ληφθεί παρόλο που τα μέλη της Ευρωζώνης κάθε
χρόνο χάνουν περίπου 1 τρισεκατομμύριο Ευρώ λόγω της φοροδιαφυγής και της
φοροαποφυγής. Το ποσό δε αυτό μπορεί να συγκριθεί με το ΑΕΠ εύπορων χωρών.
Οι πολυεθνικές
είναι αρκετά ευφάνταστες στην φοροδιαφυγή χρησιμοποιώντας νόμιμους τρόπους
φοροαποφυγής όπως είναι αυτός της ενδοομιλικής τιμολόγησης όπου φορολογούνται
στον τόπο που είναι η έδρα τους αντί εκείνου όπου ασκούν εμπορικές
δραστηριότητες.
Ο τρόπος
καταπολέμησης αυτού του φαινομένου έγκειται πλήρως στον πολιτικό χειρισμό του.
Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να εστιάσουν στην καταπολέμηση αυτού του φαινομένου
αντί να κυνηγούν τον εύκολο στόχο που είναι ο απλός πολίτης.
Το 2013, όντως,
οι χώρες των G20
ζήτησαν από τον ΟΟΣΑ να καταρτίσει μία μελέτη για την καταπολέμηση της
μεταφοράς των κερδών. Πράγματι ο ΟΟΣΑ κατάρτισε μία ογκωδέστατη μελέτη και πρότεινε
κάποιες δράσεις (δεκαπέντε το σύνολο) αλλά δεν φαίνεται ότι μπορούν να
αντιμετωπίσουν το πρόβλημα με αποτελεσματικό τρόπο. Πιθανόν ο λόγος να είναι
ότι ο ΟΟΣΑ δεν έχει την απαραίτητη εξειδίκευση για τον χειρισμό αυτού του
θέματος.
Όπως αναφέρθηκε οι πολυεθνικές είναι ιδιαίτερα
ευφάνταστες στην απόκρυψη κερδών. Ένας σύνηθης τρόπος είναι ο εσωτερικός
δανεισμός εντός του ομίλου, όπου το ένα υποκατάστημα δανείζεται από το άλλο και
οι χρεωστικοί τόκοι εκπίπτουν ως έξοδο. Συνήθως το υποκατάστημα που δανείζεται
συνιστά και την έδρα της επιχείρησης η οποία συνήθως είναι εγκατεστημένη σε
χώρες όπου ο φόρος εισοδήματος είναι μηδενικός. Ο ΟΟΣΑ συστήνει τον περιορισμό
της χρήσης τέτοιου τύπου χρεωστικών τόκων και της αντίστοιχης φορολογικής
έκπτωσής τους.
Ο ΟΟΣΑ προτείνει
επίσης την αναφορά από χώρα σε χώρα (country by country reporting). Συνηθίζεται οι
πολυεθνικές να δηλώνουν πολλά κέρδη σε χώρες που απασχολούν ελάχιστο προσωπικό.
Με την πρόταση του ΟΟΣΑ, οι πολυεθνικές
θα υποχρεούνται να δηλώνουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες και έτσι να
αποκαλύπτεται το παραπάνω. Τις πληροφορίες αυτές οι πολυεθνικές θα υποχρεούνται
να δίνουν στις φορολογικές αρχές στις οποίες δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά.
Ωστόσο, δεν θα είναι εύκολη η διασταύρωσή τους σε διακρατικό επίπεδο γιατί η
ανταλλαγή πληροφοριών τέτοιου τύπου προϋποθέτει τη σύναψη διακρατικών συμφωνιών
που δεν είναι εύκολη. Διαφάνεια θα επιτυγχάνονταν εάν ο ΟΟΣΑ ζητούσε την
ευρύτερη διαθεσιμότητα των πληροφοριών αυτών μέσω π.χ. της ανάρτησής τους στις
ετήσιες οικονομικές αναφορές αλλά δυστυχώς δεν πρότεινε κάτι τέτοιο.
Ο ΟΟΣΑ δεν
πρότεινε ουσιαστικές δράσεις και την αναμόρφωση του παγκόσμιου φορολογικού
συστήματος αλλά αντίθετα προτείνει «μπαλώματα».
Στην περίπτωση
των πολυεθνικών θα μπορούσαν να αναγνωρίζονται μόνο οι συναλλαγές με τρίτα μέρη
και να αγνοούνται οι ενδοομιλικές συναλλαγές όπως επίσης και να φορολογούνται
οι επιχειρηματικές τους δραστηριότητες στα κράτη που δραστηριοποιούνται
εμπορικά και σύμφωνα με το φορολογικό δίκαιο των κρατών αυτών.
Σίγουρα μένουν
πολλά να γίνουν στο θέμα της φοροαποφυγής/φοροδιαφυγής των πολυεθνικών και
χρειάζεται πολιτική βούληση σε παγκόσμιο επίπεδο, η οποία, τουλάχιστον προς το
παρόν, θα χαρακτηρίζονταν τουλάχιστον ως ισχνή.
Οικονομολόγος, Καθηγήτρια ΜΒΑ, συγγραφέας/αρθρογράφος