Οικονομικό Σπουδαστήρι

Οικονομικό Σπουδαστήρι
Γι'Αυτούς που Θέλουν Εξειδίκευση

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2015

Οικονομική Ανάπτυξη – αλήθεια και ψέματα

Φωτεινή Μαστρογιάννη

Οι ελληνικές κυβερνήσεις επικαλούνται συνεχώς την ανάπτυξη ως αποτέλεσμα της θυσίας (οικονομικής και όχι μόνο) που υφίσταται ο Ελληνικός λαός.
Δεν αποσαφηνίζουν όμως σε τι ακριβώς συνίσταται η ανάπτυξη την οποία επικαλούνται. Αναφέρονται σε προσέλκυση ξένων επενδύσεων υπονοώντας τις επενδύσεις στην πραγματική οικονομία και όχι στην χρηματιστηριακή. Φυσικά δεν γίνεται καμία αναφορά στη δημιουργία νέων επιχειρήσεων από Ελληνες επιχειρηματίες.



Ως εκ τούτου, η επίκληση στην ανάπτυξη μπορεί να θεωρηθεί ότι άπτεται περισσότερο της επικοινωνίας και όχι της οικονομίας κι αυτό γιατί δεν βασίζεται σε πραγματικά δεδομένα.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση δημιουργεί προβλήματα στην επιχειρηματικότητα σε παγκόσμια κλίμακα γιατί οι επιχειρήσεις δεν βρίσκουν εύκολα χρηματοδότηση τόσο για έρευνα και ανάπτυξη όσο και για απόκτηση κεφαλαίων κίνησης, οι πελάτες καθυστερούν την αποπληρωμή των οφειλών τους και γενικότερα υπάρχει αύξηση τόσο των χρεοκοπιών όσο και της αφερεγγυότητας. Στο Βέλγιο, σε σχετικές έρευνες, το 43% των επιχειρήσεων δήλωσαν ότι δυσκολεύονται να εισπράξουν τις απαιτήσεις τους ενώ στην Ολλανδία το 50% των επιχειρήσεων δήλωσαν ότι οι πελάτες τους ζητούσαν μεγαλύτερες περιόδους αποπληρωμής. 
red wooden framed glass broken windowΗ οικονομική ανάπτυξη σε μία χώρα δεν πραγματοποιείται αυθόρμητα, όπως υπονοείται από τις Ελληνικές κυβερνήσεις αλλά βασίζεται στους ανθρώπινους πόρους που διαθέτει μία χώρα και ειδικά στην επιχειρηματικότητα. Ο τύπος, ωστόσο, της επιχειρηματικής δραστηριότητας επηρεάζεται από τις περιστάσεις που επικρατούν σε μία οικονομία οι οποίες είναι αυτές που επηρεάζουν τόσο τις επιχειρηματικές ευκαιρίες αλλά και τον τύπο της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Οι περιστάσεις αυτές είναι το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης, οι μακροοικονομικές συνθήκες και η σταθερότητα αυτών, το διαθέσιμο εισόδημα αλλά και το επίπεδο ανεργίας. Σε περιβάλλον κρίσης, παρατηρείται χαμηλός βαθμός καινοτομίας και επιχειρηματικότητας χαμηλής αξίας   – γι’αυτό και τα άπειρα καφέ  που βλέπουμε στη χώρα μας.  Είναι γεγονός ότι στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες παρατηρούμε αύξηση των νέων επιχειρήσεων, με τα χαρακτηριστικά που προαναφέρθηκαν, αλλά η αύξηση αυτή ακολουθείται από πολλές χρεοκοπίες και περαιτέρω πτώση της χρηματοδότησης (εάν υφίσταται) που με τη σειρά τους προκαλούν μείωση της έναρξης νέων επιχειρήσεων
Για τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων το επίπεδο εισοδήματος είναι καθοριστικός παράγοντας γιατί όταν είναι υψηλό συνεπάγεται διαθεσιμότητα πόρων που με τη σειρά τους διευκολύνουν τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων κάτι που έχει υποστηριχθεί από διάφορες μελέτες όπως είναι αυτή των Tan, Begley & Schock (2005).  Όσο πιο υψηλό είναι το διαχρονικό επίπεδο εισοδήματος τόσο υψηλότερος είναι ο βαθμός δημιουργίας νέων επιχειρήσεων. Τα μνημονιακά όμως μέτρα που εφαρμόζονται έχουν μειώσει και μειώνουν δραστικά το επίπεδο εισοδήματος και προβλέπεται να το μειώσουν ακόμα περισσότερο.
Πέραν αυτού η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος οδηγεί σε μείωση της αγοραστικής ζήτησης που με τη σειρά της προκαλεί μείωση των πωλήσεων και κατ’επέκταση σε χρεοκοπία και όχι σε ανάπτυξη των επιχειρήσεων. 
Πώς όμως ευελπιστούμε ότι θα  δημιουργηθεί ανάπτυξη όταν δεν ευνοείται η αύξηση του εισοδήματος; Η μήπως προσδοκούμε στη δημιουργία ρευστότητας που δεν είναι εφικτή; Το σοκ ρευστότητας που έχει δημιουργηθεί εξαιτίας της κρίσης αποθαρρύνει τις επιχειρήσεις να επενδύσουν ειδικότερα μακροπρόθεσμα. Αυτό όσον αφορά τους Ελληνες επιχειρηματίες γιατί οι εκτός συνόρων δεν έχουν προβλήματα ρευστότητας, άρα η επιχειρηματικότητα διαρκώς θα αφελληνίζεται. Συνεπώς, η οικονομική κρίση εμποδίζει την οικονομική ανάπτυξη και επιβάλλει υψηλή μεταβλητότητα. 
Η κρίση επιφέρει αρνητικές επιπτώσεις όχι μόνο στην εύρεση επενδυτικού κεφαλαίου αλλά και στην ίδια τη σύνθεση των επενδύσεων. Οι πιστωτικοί περιορισμοί που τίθενται δημιουργούν το «φαινόμενο κατανομής των περιουσιακών στοιχείων» όπου σύμφωνα με αυτό οι επιχειρήσεις που διαθέτουν κάποια εναπομείνασα ρευστότητα αντί να επενδύσουν σε άυλα περιουσιακά στοιχεία όπως είναι οι πατέντες κτλ. στρέφονται σε επενδύσεις από τις οποίες προσδοκούν υψηλές αποδόσεις. 
Φωτεινή Μαστρογιάννη
Το ερώτημα παραμένει. Πώς θεωρούμε ότι μπορεί να γίνει ανάπτυξη μέσα σε αυτές τις δυσμενείς συνθήκες, ποια είναι τα σχέδιά για την ανάπτυξη του επιχειρείν ειδικά των Ελληνικών επιχειρήσεων και ποια είναι η εθνική στρατηγική για την επιχειρηματικότητα; Πολύ φοβάμαι ότι το ερώτημα αυτό θα μείνει αναπάντητο.


Βιβλιογραφικές Αναφορές

Aghion, P., Angeletos, G.-M., Banerjee, A., & Manova, K. (2010). Volatility and
growth: Credit constraints and the composition of investment. Journal of Monetary
Economics, 57(3), 246–265.
Fernández, A. I., González, F., & Suárez, N. (2013). The real effect of banking
crises: Finance or asset allocation effects? Some international evidence. Journal of
Banking & Finance, 37(7), 2419–2433.

Tan, W.L., Begley, T.M., & Schock, H. (2005). Politico-economic factors associated with interest in starting a business: a multi-country study. Entrepreneurship: Theory and Practice.




Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2015

Το ασαφές τοπίο της Ελληνικής επιχειρηματικότητας



Οι Ελληνικές επιχειρήσεις, ειδικότερα οι μικρομεσαίες, δέχονται διαρκές πλήγμα στα πλαίσια της συνεχούς φορολόγησης, της έλλειψης ανταγωνιστικότητας στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον αλλά και κυρίως της «ασαφούς» εθνικής στρατηγικής στην επιχειρηματικότητα που όμως εντάσσεται στα πλαίσια της πολιτικής για τις επιχειρήσεις που επιτάσσει η ένταξή μας στην ΕΕ.
Είναι γεγονός ότι πάντα στην Ελλάδα τα φυσικά πρόσωπα συμμετείχαν σε μεγαλύτερο ποσοστό στα φορολογικά βάρη έναντι των νομικών προσώπων. Ο συντελεστής φορολόγησης για τα νομικά πρόσωπα ενώ ήταν ιδιαίτερα υψηλός στις αρχές της δεκαετίας του 1990 (55% μέχρι 40%) ισορροπούσε με το πλήθος των φορολογικών ελαφρύνσεων που παρείχε το κράτος με την προϋπόθεση ότι θα δημιουργούνταν θέσεις εργασίας. Στα πλαίσια αυτά τα φυσικά πρόσωπα είχαν μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση τόσο με την άμεση φορολογία όσο και με την έμμεση.
Το 2003 σε μία αρκετά αποκαλυπτική έκθεση της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων στο 63% των ΑΕ αντιστοιχούσαν φορολογητέα κέρδη 442 Ευρώ ετησίως ενώ στις ΕΠΕ 890 Ευρώ (!!!). Όσον αφορά δε τα φυσικά πρόσωπα, πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι οι μισθωτοί συνεισφέρουν κατά 74% (!!!) στα φορολογικά έσοδα ενώ οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις πληρώνουν φόρο περίπου 6.100 Ευρώ ετησίως.
Με τη μείωση των φορολογικών συντελεστών από το 2000 οι ΑΕ μείωσαν τη συμμετοχή τους στα φορολογητέα κέρδη κατά 6% καθώς επίσης και τη συμμετοχή τους στο φόρο κατά 5,52% παρά το ότι ο αριθμός τους μεγάλωσε (αύξηση κατά 5.320 επιχειρήσεις με νομική μορφή Α.Ε).

Για τις ΕΠΕ όμως που είναι συνήθως μικρότερες επιχειρήσεις, ενώ μειώθηκαν κατά 1017 επιχειρήσεις, αυξήθηκε κατά 17%. Αύξηση επίσης συντελέστηκε στις Ο.Ε. και Ε.Ε. κατά 1%  (από 30,73% σε 29,68%).
Παρατηρούμε δηλαδή δύο φαινόμενα:

  1. Εκτεταμένης έκτασης φοροδιαφυγή των νομικών προσώπων στα πλαίσια μίας κρατικής πολιτικής που κάνει τα «στραβά μάτια» προκειμένου να δημιουργηθεί ανάπτυξη.
  2. Φορολογική στήριξη των μεγαλύτερων επιχειρήσεων έναντι των μικροτέρων.

Η πολιτική αυτή εντάσσεται στα πλαίσια των σχετικών υποδείξεων της ΕΕ για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των Ελληνικών επιχειρήσεων μέσω της αναδιάρθρωσης της οικονομίας κάτι όμως που σαφέστατα ευνοεί τις μεγάλες επιχειρήσεις σε βάρος των μικρότερων. Οι συνεχείς φορολογικές ελαφρύνσεις υπέρ των μεγάλων επιχειρήσεων και εις βάρος των μικροτέρων που γίνεται στα πλαίσια προσέλκυσης επενδύσεων δεν έχουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα πόσω δε μάλλον συνηγορούν στην πλήρη απομάκρυνση από το κοινωνικό κράτος δεδομένου ότι ο κρατικός προϋπολογισμός χάνει έσοδα που σε μία διαφορετική περίπτωση μπορεί να χρησιμοποιούνταν για κοινωνικές δαπάνες που θα διευκόλυναν τη ζωή πολλών  Ελλήνων.  
Οι μεγάλες επιχειρήσεις, παρά τις ελαφρύνσεις, βρίσκονται σε χαμηλή θέση όσον αφορά την ανταγωνιστικότητά τους και σε μεσαία θέση όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα των διευθυντικών στελεχών τους σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ.
Συνεπώς η πολιτική της Ελλάδας που ακολουθεί πιστά την οικονομική πολιτική που της επιβάλλει η συμμετοχή της στην ΕΕ οδηγεί σε ολιγοπωλιακές συνθήκες αγοράς, επικράτηση των πολυεθνικών, στραγγαλισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, δημιουργία επιχειρήσεων μη ανταγωνιστικών στο παγκόσμιο περιβάλλον και οι οποίες δεν επανεπενδύουν μέρος των κερδών τους στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην έρευνα και ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων αλλά φοροδιαφεύγουν σε μεγάλο βαθμό. Το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον της χώρας είναι ένας ακόμα παράγοντας που δρα αρνητικά στα παραπάνω.
Τόσο η ΕΕ όσο και η Ελλάδα ως μέλος της χρειάζεται να αναθεωρήσουν τη στρατηγική όσον αφορά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που πολλές από αυτές και καινοτομούν και δημιουργούν θέσεις εργασίας και να περιορίσουν την ευνοϊκή πολιτική στα ολιγοπώλια.

Φωτεινή Μαστρογιάννη
Οικονομολόγος, Καθηγήτρια ΜΒΑ


Παραπομπές











Φωτεινή Μαστρογιάννη & Σάββας Καλεντερίδης Take the money and Run 04 12 15

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

11ος αιώνας, ομοιότητες με τη σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα

Την Παρασκευή 27/11/2015, προσκεκλημένος της οικονομολόγου Φωτεινής Μαστρογιάννη στη διαδικτυακή εκπομπή Take the money and run, ήταν ο ιστορικός και ερευνητής της Βυζαντινής Ιστορίας κος Δημήτρης Ζερβός. 
Την εκπομπή μπορείτε να παρακολουθήσετε στον παρακάτω σύνδεσμο:
O κος Ζερβός επισήμανε τις παρακάτω ομοιότητες και διαφορές του 11ου αι. με τη σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα:


Κοινά Σημεία 11ου αιώνος με την σημερινή εποχή
·        Απαλλαγή από τους φόρους των «Δυνατών» και των Μοναστηριών και υπερβολική επιβάρυνση των μικροϊδιοκτητών, των βιοτεχνών, των μικρεμπόρων. Ειδικά η επαρχία κλήθηκε να πληρώσει τις υπέρογκες σπατάλες της αυτοκρατορικής αυλής. Ως εκ τούτου υπήρξε μεγάλη δυσαρέσκεια έναντι της πρωτευούσης, της Κωνσταντινουπόλεως, τότε και τώρα
·        Όλα τα κεντρικά πόστα, τα κλειδιά του κράτους (διοίκηση, οικονομία, στρατός και στόλος) τα κατείχαν οι διεφθαρμένοι κεντρικοί γραφειοκράτες της Κωνσταντινουπόλεως, οι οποίοι ήταν δίπλα στον αυτοκράτορα και τον επηρέαζαν. Οι ίδιοι, μάλιστα, τον εξέλεγαν, τότε και τώρα
·        Διαφθορά κρατικών αξιωματούχων τότε και τώρα
·        Απόκτηση αξιωμάτων επί πληρωμή τότε και τώρα
·        Αθρόοι διορισμοί στο δημόσιο και υπέρογκη αύξηση των μισθών των Δημοσίων υπαλλήλων (ειδικά επί Κων/νου Ι Δούκα 1059-1067) τότε και τώρα
·        Διορισμοί στο κράτος ημετέρων, κρατικό χρήμα στους ημέτερους (π.χ Ιωάννης ο Ορφανοτρόφος αδελφός του Μιχαήλ Δ' του Παφλαγόνα και ευνούχος της αυλής διόριζε ανθρώπους της οικογενείας του σε κρατικές θέσεις και τους σίτιζε με δημόσιο χρήμα) τότε και τώρα
·        Διορισμοί ανίκανων προσώπων σε θέσεις κλειδιά (σχετικές αναφορές στην «Χρονογραφία» του Μιχαήλ Ψελλού) τότε και τώρα
·        Νόθευση του Χρυσού Σόλιδου (το Δολάριο του Μεσαίωνος) με ευτελή μέταλλα με αποτέλεσμα να χάνει την αξία του και από νόμισμα 24 καρατίων, την εποχή που ανέβηκε στον θρόνο ο Αλέξιος Α' Κομνηνός (1081-1118), κατήντησε νόμισμα μόλις 6 καρατίων. Η τότε νόθευση αντιστοιχεί με την σημερινή υποτίμηση του νομίσματος (Ευρώ) στην διεθνή αγορά
·        Κατάργηση του στρατού των Θεμάτων και της στρατιωτικής θητείας. Η θητεία μπορούσε να εξαγοραστεί. Δημιουργία μισθοφορικού στρατού, κυρίως από ξένους (Βαράγγους, Ούζους, Πετσενέγκους, Φράγκους, Νορμανδούς κ.λ.π), οι οποίοι ενδιαφέρονταν περισσότερο για την μισθοδοσία τους παρά στο πως θα υπερασπιστούν αποτελεσματικότερα τα σύνορα του Βυζαντίου. Σήμερα έχουμε τους «Ελληνοποιηθέντες» στον ελληνικό στρατό καθώς και την εισαγωγή του θεσμού των επαγγελματιών οπλιτών, ήδη από το 1985. Επίσης, μεγάλη μείωση στα κονδύλια για τις στρατιωτικές δαπάνες, απαξίωση του στρατεύματος, τότε και τώρα. 
·        Εμφάνιση και ραγδαία εξάπλωση του πατσιφιστικού ιδεολογήματος περί «διαρκούς ειρήνης» και σταδιακή άμβλυνση του στρατιωτικού χαρακτήρα της αυτοκρατορίας, πιθανόν και λόγω της κοπώσεως από τους προηγούμενους πολέμους των στρατιωτικών αυτοκρατόρων. Σε αντίθεση με την έως τότε επικρατούσα ιδεολογία του Βυζαντίου, όπως αναφέρεται σε Νεαρά επί βασιλείας του Κωνσταντίνου Η' του Πορφυρογεννήτου: «ώσπερ εν σώματι κεφαλή, ούτως εν πολιτεία στράτευμα»). Στην εποχή μας επικρατεί μία γενικότερη τάση απαξίωσης του θεσμού της στρατιωτικής θητείας και του στρατού γενικότερα λόγω της κυριαρχίας αριστερίστικων διεθνιστικών πατσιφιστικών αντιλήψεων περί συναδελφώσεως των λαών. 

           Φωτεινή Μαστρογιάννη
           Οικονομολόγος, Καθηγήτρια ΜΒΑ
e         en-athinais.webnode.gr
          mastroyanni.blogspot.gr

Ελλάδα, επιχειρήσεις και οικονομική κρίση. Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου

Η επιχειρηματικότητα παγκόσμια θεωρείται παράγοντας οικονομικής ανάπτυξης. Στην Ελλάδα, δε, ήταν μεγάλης σημασίας γιατί μέχρι πρόσφατα το 15% του ενεργού πληθυσμού ασχολούνταν με το επιχειρείν. Οι περισσότεροι από τους επιχειρηματίες ήταν μικρομεσαίοι. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αντιστοιχούσαν στο 96% των ελληνικών επιχειρήσεων, συνεισέφεραν στο 33% της συνολικής προστιθέμενης αξίας του επιχειρηματικού τομέα και απασχολούσαν το 58% του εργατικού δυναμικού.
Με τα απανωτά μνημόνια όμως, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα βρέθηκαν σε δυσμενή θέση όταν πάνω από 100.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν κλείσει άνω των 200.000 εργαζομένων έχουν χάσει τις θέσεις εργασίας τους και από το 2009 μέχρι σήμερα οι θέσεις εργασίας χάνονται συνεχώς σε όλες τις επιχειρήσεις ανεξαρτήτως μεγέθους.



Οι ελληνικές επιχειρήσεις συναντούν πλήθος εμποδίων τόσο όσον αφορά την έναρξή τους όσο και την καθημερινή τους λειτουργία και αυτό δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της κρίσης. Σύμφωνα με μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε από την Παγκόσμια Τράπεζα (2008), για την ευκολία της έναρξης μιας επιχείρησης, η Ελλάδα είναι η ευρωπαϊκή χώρα, μεταξύ 20 άλλων, όπου παρουσιάζονται οι μεγαλύτερες δυσκολίες για την έναρξη μιας επιχείρησης.
Η αδυσώπητη φορολογία, η γραφειοκρατία αλλά και η κακή ψυχολογία της αγοράς αποτελούν μεγάλα εμπόδια και οι προτάσεις του ΔΝΤ κάθε άλλο παρά συνέβαλλαν στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Οι φορολογικοί συντελεστές αυξήθηκαν, η γραφειοκρατία παρέμεινε στα ίδια επίπεδα και η ψυχολογία της αγοράς είναι κάκιστη λόγω των συνεχών περικοπών στους μισθούς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Οι Ελληνικές κυβερνήσεις θα έπρεπε να στηρίζουν τις ΜΜΕ αλλά δεν το έχουν πράξει παραβλέποντας τη σημαντική τους συνεισφορά στην οικονομία. Η συχνά επικαλούμενη από τους κυβερνώντες, ανάπτυξη θα μπορούσε πιθανόν να επιταχυνθεί μέσω της επιχειρηματικότητας.  Όπως επισημαίνουν οι  Antje Stobbe της Deutsche Bank και ο Peter Pawlicki αφού η Ελλάδα δεν μπορεί να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της μέσω της εξωτερικής υποτίμησης, θα πρέπει να επικεντρωθεί στην ενίσχυση της παραγωγικότητας (OECD, 2015).
Η ανάπτυξη του επιχειρείν στην Ελλάδα θα δημιουργούσε νέες θέσεις εργασίας αλλά και θα συντελούσε στη διαφοροποίηση της οικονομίας που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε παραδοσιακούς κλάδους όπως είναι ο τουρισμός, η ναυτιλία και η γεωργία. Εάν για παράδειγμα δίνονταν έμφαση στην υψηλή τεχνολογία, κάτι τέτοιο θα λειτουργούσε πολλαπλασιαστικά γιατί είναι ένας κλάδος που λόγω της διαρκούς καινοτομίας δημιουργεί γρήγορα πλούσιους επιχειρηματίες οι οποίοι με τη σειρά τους θα μπορούσαν να επενδύσουν σε νέες επιχειρήσεις.
Η οικονομική κρίση απειλεί την επιχειρηματικότητα λόγω της δυσκολίας εύρεσης χρηματοδότησης, τις καθυστερήσεις πληρωμών και τη γενικότερη μείωση ρευστότητας κάτι που οδηγεί στη χρεοκοπία.  
Ως τρόπο αντίδρασης στο δυσμενές οικονομικό περιβάλλον, οι επιχειρήσεις έχουν δύο επιλογές, είτε να συμπεριφέρονται με προ-κυκλικό τρόπο (δηλ. να περικόψουν τα κόστη, να μειώσουν και να εξορθολογίσουν την επένδυση συμπεριλαμβανομένων των δαπανών για καινοτομία) ή να πάνε κόντρα στο ρεύμα και να διατηρήσουν ή ακόμα και να αυξήσουν την καινοτόμα δραστηριότητα τους δηλαδή με άλλα λόγια να συμπεριφερθούν αντι-κυκλικά  (Filippetti & Archibugi,2011). Κάποιες Ελληνικές επιχειρήσεις ακολούθησαν το δεύτερο επιβεβαιώνοντας τη Σουμπετεριανή δημιουργική καταστροφή που αναφέρεται στην εμφάνιση νέων καινοτόμων («επιχειρηματιών») οι οποίοι μπορεί να μην ήταν δραστήριοι πριν την κρίση αλλά  θέλουν να εκμεταλλευθούν την αναταραχή της κρίσης και να διεκδικήσουν τα μερίδια αγοράς των πρώην μονοπωλιακών επιχειρήσεων ή να μπουν σε  νέες αγορές (Archibugi et al., 2013).
Η συνεχής όμως έλλειψη ρευστότητας και η μειωμένη ζήτηση συμβάλλουν στην περικοπή του κόστους για Έρευνα και Ανάπτυξη και μένει να δούμε υπό το φως όλων των παραπάνω ποιες τελικά θα είναι οι επιχειρήσεις που θα καταφέρουν να επιβιώσουν στην Ελλάδα της κρίσης αλλά και των δύσκολων γεωπολιτικών συνθηκών.

Φωτεινή Μαστρογιάννη
Οικονομολόγος – Καθηγήτρια ΜΒΑ

Βιβλιογραφία
Archibugi, D., Filippetti, A., & Frenz, M. (2013a). Economic crisis and innovation:
Is destruction prevailing over accumulation? Research Policy, 42(2), 303–314.

European Commission. (2013a), European Economic Forecast - Spring
2013. European Economy Series. Brussels: European Commission.

Filippetti, A., & Archibugi, D. (2011). Innovation in times of crisis: National
Systems of Innovation, structure, and demand. Research Policy, 40(2), 179–192.

Gaiotti, E. (2013). Credit availability and investment: Lessons from the “great
recession”. European Economic Review, 59, 212–227.

Natarajan, G. & Amish, A. (2009). Entrepreneurship development. Mumbai. Global Media Publishing.