Φωτεινή Μαστρογιάννη
«…εκφράζεται ένα
αντι-κίνημα, που σε κάποιο μέλλον, θα καταργήσει αυτόν τον πραγματοποιημένο
μηδενισμό»
Χαρακτηριστικό
δείγμα του μηδενισμού, θεωρώ ότι είναι το παρακάτω απόσπασμα που διάβασα στο
πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του Ζαν-Κλωντ Μισεά «Τα μυστήρια της Αριστεράς» (σελ.
141).
«Στις 12 Ιουνίου
2012, το σουηδικό κόμμα της αριστεράς (που διαθέτει 22 βουλευτές στο σουηδικό
κοινοβούλιο) κατέθεσε ενώπιον του γενικού συμβουλίου της κομητείας
Σόρμλαντ-μέσω του τοπικού του σταρ, Βίγκο Χάνσεν- ένα νομοσχέδιο με στόχο να
απαγορευτεί στο εξής, σε όλα τα «άτομα του ανδρικού φύλου», να ουρούν όρθια. Το γεγονός- ασφαλώς αδιανόητο στον 21ο
αιώνα- ότι δεν υπάρχει ακόμα σουηδικός νόμος που μπορεί να καθορίζει έναν τρόπο
ούρησης που να μπορεί επιτέλους να είναι ο ίδιος
για όλους συνιστά, πράγματι – στα μάτια των οπαδών αυτού
του κόμματος της άκρας αριστεράς -, μια σκανδαλώδη και ιδεολογικά απαράδεκτη
διάκριση (και, συνακόλουθα, ο μοναδικός δημοκρατικός τρόπος ούρησης δεν θα μπορούσε
, βεβαίως, να είναι εκείνος που επιβάλλει το αρσενικό πρότυπο)».
Η κίνηση αυτή
της σουηδικής αριστεράς είναι στα πλαίσια της πολιτικής ορθότητας. Όσον αφορά
το φύλο, αυτό θεωρείται κοινωνική κατηγορία δηλαδή διαμορφώνεται από το
κοινωνικό πλαίσιο και ως εκ τούτου, μπορεί να αλλάξει χωρίς όμως να
αποσαφηνίζεται πλήρως τι είναι ανδρικό φύλο και τι γυναικείο. Στη θεώρηση της
σουηδικής αριστεράς παραβλέπεται η ανατομική διαφορά και η λειτουργία της όπως
είναι στο παραπάνω παράδειγμα της ανδρικής ούρησης, η οποία θεωρείται ότι
μπορεί με νόμο να αλλάξει (!). Προφανώς πρόκειται περί μίας πολύ μεγάλης
διανοητικής σύγχυσης.
Γενικότερα, οι
θεωρήσεις περί φύλου, σχέσεων, ερωτικών προτιμήσεων, εθνικής ταυτότητας,
ιστορίας, γλώσσας, θρησκείας έχουν ενταχθεί στο πλαίσιο των ατομικών δικαιωμάτων. Με άλλα λόγια, το άτομο μπορεί να επιλέξει το τι είναι
παραβλέποντας το όποιο κοινωνικό πλαίσιο το οποίο θεωρείται εξ ορισμού καταπιεστικό
(ακόμα και εάν δεν είναι) και ως τέτοιο
πρέπει να αλλάξει ακόμα και με τη χρήση νομοθετικών ρυθμίσεων, παρά τη θέληση
των ανθρώπων τους οποίους αφορά.
Το ενδιαφέρον
και επικίνδυνο συνάμα είναι ότι όλα αυτά έχουν αποκλειστικά ως επίκεντρο το
άτομο, παραβλέποντας τη σχέση του ατόμου με την κοινότητα, καταργώντας έτσι
οποιαδήποτε έννοια συλλογικότητας. Συνεπώς, η επίκληση για τα ατομικά δικαιώματα υπακούει πλήρως στα κελεύσματα του οικονομικού φιλελευθερισμού στον
οποίο τα πάντα αγοράζονται και πωλούνται με στόχο την ικανοποίηση του ατόμου και
μόνον αυτού.
Εντυπωσιακό
είναι επίσης ότι οι υπερασπιστές των ατομικών δικαιωμάτων, δεν υπερασπίζονται
βασικά ανθρώπινα δικαιώματα όπως είναι το δικαίωμα στην εργασία, και στην αξιοπρεπή διαβίωση. Δεν καταγγέλλουν
την πλήρη εξαθλίωση του εργαζόμενου στο εργασιακό περιβάλλον, την υποαμειβόμενη
ή καθόλου αμειβόμενη εργασία (όπως είναι η τάση στη χώρα μας τελευταίως), την
παρενόχληση ψυχολογική και σωματική (η οποία μπορεί να προκαλείται και από γυναίκες σε γυναίκες και όχι μόνο από άντρες), τα ατυχήματα στον χώρο
εργασίας, την ελλιπή εργονομία, τις κακές συγκοινωνίες που εξαναγκάζουν πολλούς
εργαζόμενους να δαπανούν άνω των δύο ωρών ημερησίως για να μεταβούν στον χώρο
εργασίας με όποιες συνέπειες μπορεί η ταλαιπωρία αυτή να έχει στη σωματική
και ψυχική τους υγεία κοκ.
Υποστηρίζουν ακόμα τη μαζική μετανάστευση ολόκληρων
πληθυσμών για εύρεση εργασίας γιατί δεν θέλουν να θέσουν τον δάκτυλον επί τον
τύπον των ήλων που δεν είναι άλλο παρά η καταδίκη της αποτυχίας της φιλελεύθερης
οικονομικής πολιτικής και η οποία ως αποτυχημένη πρέπει να αλλάξει. Δεν το
κάνουν όμως γιατί θεωρούν τον οικονομικό φιλελευθερισμό μονόδρομο ή κάποιοι από
αυτούς περιμένουν να πέσει ο καπιταλισμός ως ώριμο φρούτο για να δούμε άσπρη
μέρα. Παρατηρούμε μία μάλλον θεοκρατική αντίληψη της οικονομίας, πολύ επικίνδυνη
εάν όχι απλά αφελή.
Είναι επίσης
εντυπωσιακό ότι ενώ υποστηρίζουν τα ατομικά δικαιώματα και τη διαφορετικότητα,
δεν υποστηρίζουν την ατομική αξία. Κατ’αυτούς πρέπει να είναι όλοι όμοιοι και
όχι ίσοι γιατί όπως προανέφερα το ίσοι προϋποθέτει και ριζική αλλαγή του
οικονομικού μοντέλου κάτι που δεν εντάσσεται στην ατζέντα προβληματισμού τους.
Όσο για το
όμοιοι αυτό είναι χαρακτηριστικό μάλλον ισοπεδωτικών και απολυταρχικών
ιδεολογιών. Η ισοπέδωση αυτή αγνοεί το γεγονός ότι όλοι οι άνθρωποι είναι καλοί
σε κάτι και δεν είναι απαραίτητο, αλλά δεν θα είχε και ενδιαφέρον, να είμαστε
όλοι καλοί στο ίδιο αντικείμενο, ευτυχώς δεν είμαστε ακόμα ανθρωποειδή. Εάν
κάποιος, για παράδειγμα, είναι άριστος στη Φυσική δεν σημαίνει ότι κάποιος που
δεν του αρέσει η Φυσική πρέπει να αισθάνεται μειονεκτικά. Αντίθετα, μπορεί να
είναι καλός π.χ. στη Λογοτεχνία. Όπως λένε και οι ψυχολόγοι, οφείλουμε να
ενδυναμώσουμε τα καλά μας στοιχεία και όχι να μετατρέψουμε τα αρνητικά σε
θετικά. Είναι πολύ προτιμότερο να γίνει κάποιος άριστος στη Λογοτεχνία που
είναι η κλίση του παρά σε κάτι άλλο.
Είναι επίσης προφανές ότι και στους δύο πρέπει να παρέχουμε τις ίσες
ευκαιρίες και από εκεί να μπορούν να επιλέξουν.
Με το να
εξαναγκάσουμε τους ανθρώπους να γίνουν όμοιοι, δεν δεχόμαστε τη
διαφορετικότητα της φύσης τους.
Η
διαφορετικότητα, για τους υπερασπιστές των ατομικών δικαιωμάτων, είναι σεβαστή για ορισμένες μειονότητες και
όχι για το σύνολο όπως π.χ. λαοί. Για παράδειγμα, οφείλουμε να σεβόμαστε τη διαφορετικότητα
των ομοφυλόφιλων με βάση τη σεξουαλική τους προτίμηση. Πόσοι όμως ομοφυλόφιλοι
θέλουν να τους σέβονται για τις σεξουαλικές τους προτιμήσεις και όχι για τις
ικανότητές τους; Ένας ομοφυλόφιλος μπορεί να εργάζεται ως λογιστής και να θέλει
να τον σεβόμαστε ως καλό επαγγελματία λογιστή και όχι ως ομοφυλόφιλο. Είναι σίγουρο δε, ότι οι πελάτες του, τον έχουν
επιλέξει για τις γνώσεις του ως λογιστή και όχι για τη σεξουαλική του
προτίμηση. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι αρκετοί ομοφυλόφιλοι έχουν αντιδράσει
στην ισοπεδωτική προσέγγιση των ατομικών δικαιωμάτων που φαίνεται ότι είναι
κατά βάθος ρατσιστική σε αντίθεση με αυτά που με ηχηρό και αρκετές φορές με βίαιο τρόπο υποστηρίζουν.
Οι υπερασπιστές
των ατομικών δικαιωμάτων υποστηρίζουν και τα δικαιώματα των γυναικών
ιδωμένα από μία εξίσου περίεργη οπτική.
Κατ’αρχάς, οι γυναίκες δεν αποτελούν μειοψηφία αλλά το μισό πληθυσμό του
πλανήτη. Το να τις κατατάσσει κάποιος σε πλαίσια «μειοψηφίας» είναι μία
αντιδραστική αντιμετώπιση. Ειδικότερα στο εξωτερικό, οι υπερασπιστές των
ατομικών δικαιωμάτων, έχουν στραφεί σε έναν ακραίο φεμινισμό στρεφόμενοι κατά
του λευκού άνδρα ως βασικού εκπρόσωπου της πατριαρχίας και αιτία σχεδόν όλων
των δεινών π.χ. αποικιοκρατία κτλ.
Η
πατριαρχία, βέβαια, με την καταπιεστική για τις γυναίκες μορφή των προηγούμενων
αιώνων, δεν υφίσταται, ωστόσο καταπίεση των γυναικών υφίσταται και δεν είναι αποτέλεσμα
της κυριαρχίας του ανδρικού φύλου αλλά του ίδιου του κοινωνικοπολιτικοοικονομικού
συστήματος. Η ασαφής αναφορά στην πατριαρχία δεν περιλαμβάνει όμως ζητήματα
όπως είναι οι χαμηλότερες αμοιβές των γυναικών, οι χειρότερες θέσεις εργασίας,
η έλλειψη νηπιακών σταθμών και σχολείων, ο υποβιβασμός της οικιακής εργασίας
και φροντίδας των υπερήλικων μελών ως μη αμειβόμενης άρα και ως μη υφιστάμενης
καπ. Δεν γίνεται επίσης καμία αναφορά στη δυσμενή θέση των γυναικών στις
αναπτυσσόμενες χώρες όπου πολλές γυναίκες δεν έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση, υφίστανται
κλειτοριδεκτομή, όπου η παραμικρή ένδειξη μη συμφωνίας με τον θρησκευτικό νόμο
τιμωρείται διά λιθοβολισμού, κτλ. και υπεύθυνος γι’αυτά δεν είναι ο λευκός
άντρας.
Το ειρωνικό είναι ότι ειδικά στην τελευταία περίπτωση, οι καλοθρεμένοι
και βολεμένοι δυτικοί, υποστηρίζουν ότι οι ίδιες οι γυναίκες πρέπει να πάρουν
την κατάσταση στα χέρια τους αποδεικνύοντας έτσι την πλήρη έλλειψη κατανόησης
του περιβάλλοντος των χωρών αυτών και έτσι νίπτουν απλώς υποκριτικά τας χείρας
τους.
Φωτεινή Μαστρογιάννη |
Το θέμα χρήζει
περισσότερης ανάλυσης και επιφυλάσσομαι σε νεότερο κείμενο. Ωστόσο, κρούεται ο
κώδωνας του κινδύνου. Η ανθρωπότητα βρίσκεται σε έναν κινούμενο βάλτο, έχουν
χαθεί οι σταθερές που εκφράζονται μέσω των αξιών. Το ερώτημα είναι εάν θα
ξαναβρεί τις αξίες της και ξεφύγει από τον μηδενισμό ή εάν θα παραδοθεί στην
ενόρμηση του θανάτου.
Ζαν-Κλωντ Μισεά.
Τα μυστήρια της Αριστεράς. Από το ιδεώδες
του Διαφωτισμού, στον θρίαμβο του απόλυτου Καπιταλισμού», Εναλλακτικές Εκδόσεις/ σειρά: Δοκίμιο 28.
Φρήντριχ Νίτσε. Ο Ευρωπαϊκός Μηδενισμός. Ευθύνη.
Αναλόγιο θ’.