Φωτεινή Μαστρογιάννη
«Είναι μια εποχή
όπου το να αναρωτιέσαι φθίνει απειλώντας σοβαρά τον δημοκρατικό μας διάλογο».
Eloi Laurent
Τα βασικά
χαρακτηριστικά μίας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας είναι: η διενέργεια εκλογών με
διαφανή τρόπο, όλοι οι ενήλικες να έχουν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι,
να υπάρχει ελευθερία λόγου και κριτικής
της κυβέρνησης χωρίς τον φόβο αντιποίνων και τέλος οι εκλεγμένοι να είναι
ελεύθεροι να κυβερνήσουν.
Στις ημέρες μας
όμως έχουμε την άνοδο αυτού που καλείται ανταγωνιστικός απολυταρχισμός ή
κατ’άλλους ψευδοδημοκρατία όπου τα παραπάνω συχνά παραβιάζονται και εάν και
διενεργούνται εκλογές χωρίς νοθεία ή χωρίς εκτεταμένη νοθεία, οι ταγοί
καταχρώνται συνεχώς την κρατική περιουσία, αρνούνται στις αντιπολιτευτικές
φωνές να έχουν επαρκή κάλυψη από τα ΜΜΕ, παρενοχλούν και «ρίχνουν λάσπη» στους
πολιτικούς αντιπάλους και στους οπαδούς τους και σε κάποιες περιπτώσεις
παραβιάζουν τα εκλογικά αποτελέσματα. Οι αντιπολιτευτικές φωνές μπορεί να
παρακολουθούνται και σε κάποιες περιπτώσεις να συλλαμβάνονται και να
δολοφονούνται.
Μία χώρα
καταλήγει στον σύγχρονο απολυταρχισμό εάν υπήρξε θύμα συνεχών πολιτικών και
οικονομικών κρίσεων (η ιστορία του σύγχρονου ελληνικού κράτους είναι κλασικό παράδειγμα). Οι σύγχρονες απολυταρχικές κυβερνήσεις χρησιμοποιούν τη
διαφθορά (δωροδοκίες) αλλά και διαφόρων ειδών «νόμιμες» διώξεις προκειμένου να
διατηρηθούν στην εξουσία χωρίς όμως να προκαλέσουν αντιδράσεις στο εσωτερικό
και διεθνή κατακραυγή. Όσο πιο έντονη δε είναι η οικονομική κρίση τόσο
μεγαλύτερα ποσά δαπανούν στην προπαγάνδα και στη λογοκρισία.
Τα ΜΜΕ
διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στο πνίξιμο των αντιδράσεων αλλά θα μπορούσαν
να αποτελέσουν και παράγοντα ανατροπής αυτού του καθεστώτος εάν ήταν
ανεξάρτητα, δεν είναι όμως.
Στα καθεστώτα
αυτού του τύπου τα ΜΜΕ ελέγχονται από την κυβέρνηση ή από φίλα προσκείμενους
συμμάχους της κυβέρνησης (βλ. επιχειρηματίες). Ωστόσο σε αντίθεση με τα πλήρως
αυταρχικά καθεστώτα όπου οι ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι διώκονται, στα καθεστώτα
του σύγχρονου απολυταρχισμού, οι κυβερνώντες προσπαθούν με τη δωροδοκία, την
ανάθεση κρατικών διαφημίσεων σε έντυπα, τη διαγραφή των χρεών των ΜΜΕ και με
τους περιοριστικούς νόμους στην ελευθεροτυπία να θέτουν σοβαρά εμπόδια έκφρασης στους ελεύθερους και ανεξάρτητους δημοσιογράφους. Άλλα εμπόδια που θέτουν είναι και η πρόσληψη χάκερς
για επιθέσεις στις αντιπολιτευόμενες ιστοσελίδες αλλά και η δωροδοκία
ιδιοκτητών και δημοσιογράφων «ανεξάρτητων» μέσων προκειμένου να σταματήσουν να
αρθρογραφούν εναντίον τους. Ο ρόλος των φιλικά προσκείμενων προς την κυβέρνηση επιχειρηματιών/επενδυτών είναι επίσης σημαντικός γιατί αυτοί αγοράζουν ΜΜΕ και
τα αποδυναμώνουν μετατρέποντάς τα σε κούφια κελύφη. Είναι δε κανόνας, οι εξαγορές
αυτές να γίνονται με χρήματα των φορολογούμενων (στην Ελλάδα το βιώνουμε συνεχώς).
Στο σημείο αυτό
θα πρέπει να αναφερθεί ότι τα απολυταρχικά καθεστώτα τα οποία βασίζονται σε μία
επαναστατική/προοδευτική ιδεολογία τείνουν να είναι πιο καταπιεστικά από ότι τα
παραδοσιακά απολυταρχικά καθεστώτα (Kirkpatrick, 1979).
Χρησιμοποιούν τη
βία μεν για να σταματήσουν διαδηλώσεις και αντιδράσεις αλλά όχι τόσο έντονα όσο θα έκανε ένα
παραδοσιακό απολυταρχικό καθεστώς. Στόχος τους δεν είναι η τρομοκράτηση αλλά η
χειραγώγηση των πεποιθήσεων (γι’αυτό και ο σημαντικός ρόλος των ελεγχόμενων ΜΜΕ
και του διαδικτύου μέσω τρολς).
Ωστόσο
παρατηρούμε ότι ξεκάθαρη και σαφής ιδεολογία δεν υπάρχει σήμερα στον
απολυταρχισμό νέου τύπου και ως εκ τούτου δεν προσπαθούν να εξάγουν την
ιδεολογία τους γι’αυτό και δεν θεωρούνται απειλητικά. Δεν προσπαθούν να
επιβάλλουν κάποια ιδεολογία αλλά προβάλλουν ως προσόν την ικανότητα
διακυβέρνησης (βλέπε μέτρα, ανάπτυξη κτλ.). Επικρατεί μία οικονομική ρητορική
που έχει παραγκωνίσει πλήρως τον πολιτικό λόγο. Ο οικονομισμός παρουσιάζεται λοιπόν ως
κυρίαρχο στοιχείο και ως λύση στα προβλήματα παραγνωρίζοντας εσκεμμένα το
γεγονός ότι στην οικονομία δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια αλλά προτάσεις και
δοκιμές επί των προτάσεων.
Τη δήθεν "ικανότητα" οικονομικής διακυβέρνησης του σύγχρονου απολυταρχισμού, προβάλλουν τα ΜΜΕ κυρίως μέσω της
παραπληροφόρησης και της ελλιπούς πληροφόρησης.
Λόγω της
έλλειψης ιδεολογίας, οτιδήποτε υποστηρίζει ο σύγχρονος απολυταρχισμός δεν
θεωρείται απειλητικό γι’αυτό και η αντίσταση από τους λαούς είναι ανύπαρκτη.
Ένας άλλος λόγος
μη αντίστασης είναι η μετανάστευση συγγενικών ατόμων και έτσι οι
εναπομείναντες (που είναι ως επί το πλείστον μεσήλικες και ηλικιωμένοι) δεν βρίσκουν λόγο να αντιδράσουν. Πολλοί επίσης από τους
εναπομείναντες βρίσκουν λύση στα κοινωνικά μέσα και στο διαδίκτυο που καθηλώνουν (θα έλεγα και αποχαυνώνουν) και πολλές φορές μέσω των τρολς παραπληροφορούν όπως κάνουν άλλωστε κατά κόρον και τα κυρίαρχα ΜΜΕ.
Συνεπώς, δεν υπάρχει, δυστυχώς,η κρίσιμη μάζα που θα προκαλούσε την αλλαγή όσο και εάν
πολλοί ευελπιστούν σε κάτι τέτοιο χωρίς όμως να αποκλείονται οι θετικές
εκπλήξεις που, κατά την άποψή μου, θα προκύψουν μόνο από μία φωτισμένη πρωτοπορία, διαφορετικά, στην αντίθετη περίπτωση, ο απολυταρχισμός θα γιγαντωθεί και θα θεωρείται πλέον νομοτέλεια.
Προτεινόμενη
βιβλιογραφία
Eloi, L. 2016. Οι οικονομικοί μας μύθοι. Αθήνα: Εκδ. Πατάκη.
Guriev, S., Treisman, D. 2015. How Modern Dictators Survive: An
Informational Theory of the New Authoritarianism. Διαθέσιμο
στο:
Kirkpatrick, 1979. Dictatorships
& Double Standards. New York :
Simon & Schuster.
Levitsky, S. , Way.L.A. 2002. The
rise of competitive authoritarianism. Διαθέσιμο στο: https://scholar.harvard.edu/levitsky/files/SL_elections.pdf