Φωτεινή Μαστρογιάννη
Οικονομολόγος, καθηγήτρια ΜΒΑ
Σε πολλές
συζητήσεις που γίνονται για το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδας, ο μέσος Έλληνας διαπιστώνει
την ανυπαρξία κάποιου ηγέτη. Συνήθως, υπονοεί ότι ο ηγέτης αυτός πρέπει να
είναι άνδρας χωρίς όμως να αποκλείει, πιο δύσκολα μεν, την ύπαρξη γυναίκας
ηγέτη.
Οι Ελληνίδες
ήδη, με βάση τα στοιχεία της απογραφής, αποτελούν το 51% του πληθυσμού έναντι
49% των ανδρών.Είναι γεγονός ότι οι Ελληνίδες μπήκαν σχετικά αργά στην
παραγωγή, δηλαδή μετά τη Μεταπολίτευση. Το 2009 το ποσοστό της γυναικείας
απασχόλησης ανέρχονταν στο 48,7%.
Εάν και αργά,
σύμφωνα με έρευνα της Grant Thornton,
οι Ελληνίδες κατάφεραν να κατέχουν ευρωπαϊκό ρεκόρ (27%) στην ανάληψη διοικητικών θέσεων, με
82% των επιχειρήσεων να έχουν γυναίκες στο διοικητικό συμβούλιο έναντι 68% που
είναι στον υπόλοιπο κόσμο. Ωστόσο, η Ελληνίδα κατόρθωσε με πολύ μεγαλύτερο κόπο
σε σχέση με τις υπόλοιπες Ευρωπαίες να επιβληθεί στις θέσεις αυτές.
Οι Ελληνίδες
έχουν να αντιπαλέψουν ισχυρά στερεότυπα και προκαταλήψεις. Σύμφωνα με έρευνα
της ICAP ένα 20% των
εταιρειών που αναζητούν ανώτερα στελέχη θέτουν ως προϋπόθεση οι υποψήφιοι να
είναι άνδρες ενώ το 30% τελικά θα επιλέξουν τον άνδρα υποψήφιο.
Πέραν αυτού, από τις
γυναίκες που κατέχουν ηγετικές θέσεις είτε στην πολιτική είτε στο επιχειρείν
μας λείπει η ποιοτική ανάλυση. Δηλαδή η ανάλυση του πόσες από αυτές ανελίχθηκαν
λόγω της θέσης του πατέρα και του συζύγου και πόσες όχι. Η ποιοτική αυτή ανάλυση θα αναδείξει την ύπαρξη πιθανής συσχέτισης μεταξύ των στερεοτύπων όσον αφορά το φύλο και την κοινωνική/ταξική θέση της Ελληνίδας ηγέτιδας.
Είναι γεγονός
ότι τα εμπόδια που αντιμετωπίζει η Ελληνίδα στην επαγγελματική της εξέλιξη
σχετίζονται με τα ήδη υπάρχοντα κοινωνικά στερεότυπα. Ακόμα στην Ελλάδα υπάρχουν
περιοχές που ως παιδί καλείται το αγόρι και όχι το κορίτσι.Στα εφηβικά
χρόνια, η Ελληνίδα αντιμετωπίζει μεγαλύτερους περιορισμούς σε σχέση με τα
αγόρια όσον αφορά τις βραδινές εξόδους και τη σύναψη ερωτικών σχέσεων οι οποίες
για το αγόρι θεωρούνται τρόπαιο ενώ για το κορίτσι ντροπή. Τα κορίτσια επίσης
ωθούνται σε επαγγέλματα μισθωτής εργασίας και μειωμένου κύρους σε σχέση με τα
αγόρια. Όσον αφορά το ακαδημαϊκό περιβάλλον, οι γυναίκες θεωρούνται ότι έχουν
μεγαλύτερη δυνατότητα να αποτύχουν στις σπουδές τους, παρά τα μεγαλύτερα
ποσοστά επιτυχίας τους στις εισαγωγικές εξετάσεις, σε σχέση με τους άντρες. Η
«απειλή» αυτή είναι τόσο έντονη που αρκετές γυναίκες διστάζουν να προχωρήσουν
στις σπουδές τους ή να μπουν σε χώρους όπως είναι η πολιτική.
Όσες δε
κατορθώνουν να μπουν σε επαγγέλματα υψηλού κύρους και προβολής τότε έχουν να
αντιμετωπίσουν το φαινόμενο της γυάλινης οροφής. Σύμφωνα με το φαινόμενο αυτό, οι υφιστάμενες προκαταλήψεις εναντίον των γυναικών, εμποδίζουν την περαιτέρω ιεραρχική τους εξέλιξη.Ενδιαφέρον θα
ήταν επίσης να υπήρχαν, σχετικά με την τελευταία κατηγορία γυναικών, στοιχεία
που να αφορούν το στυλ ηγεσίας των Ελληνίδων.
Σύμφωνα με τη
διεθνή βιβλιογραφία, υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ του στυλ ηγεσίας
ανδρών και γυναικών. Σε γενικές γραμμές, οι γυναίκες είναι περισσότερο συμμετοχικές, ηθικές,
συμπονετικές, ενδιαφέρονται για το παγκόσμιο και το κοινό καλό. Τείνουν να
δημιουργούν καλύτερες σχέσεις, παρακινούν με θετικό τρόπο το προσωπικό και
συνδυάζουν καλύτερα στην ηγεσία τα ανδρικά με τα γυναικεία χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, σύμφωνα
με μελέτες, όταν και τα δύο φύλα βρίσκονται στην κορυφή της ιεραρχίας τείνουν να
συμπεριφέρονται με τον ίδιο στερεοτυπικό τρόπο. Έτσι δεν είναι απορίας άξιον, ότι σύμφωνα με την υπάρχουσα περιρρέουσα αντίληψη η οποία καλό όμως θα ήταν να
στοιχειοθετηθεί με στοιχεία ερευνών, οι Ελληνίδες σε θέση εξουσίας
ενσωματώνουν αντρικό στυλ ηγεσίας ήτοι γίνονται αυταρχικές, σκληρές, άκρως
ανταγωνιστικές ειδικότερα με τις άλλες γυναίκες, αγενείς, τιμωρητικές,
εκδικητικές και φυγόπονες χωρίς διάθεση εξέλιξης των ικανοτήτων τους και του
γνωστικού τους πεδίου.
Όπως είπαμε αυτό αφενός πρέπει να στοιχειοθετηθεί, αφετέρου να αναλυθεί με την ήδη υπάρχουσα εθνική (ελληνική) κουλτούρα που είναι όπως έχει αναφερθεί σε προγενέστερο άρθρο πατριαρχική και ως εκ τούτου αυταρχική.
Συνεπώς, θα μπορούσε κάποιος να εξάγει το συμπέρασμα ότι η υιοθέτηση
αυταρχικών συμπεριφορών από την πλευρά των Ελληνίδων γίνεται προκειμένου να καταστεί αποτελεσματικότερη η συνταύτισή τους με την ελληνική πατριαρχική κουλτούρα
και ως εκ τούτου να γίνουν πιο αποδεκτές από το κοινωνικό περιβάλλον.
Παραβλέπουν όμως το γεγονός ότι μια τέτοιου τύπου συμπεριφορά είναι περισσότερο
αποδεκτή σε έναν άντρα παρά σε μία γυναίκα (Vroom 2005) και ότι ο αυταρχισμός δεν συνεπάγεται αυτόματα και
αποτελεσματικότητα, τις περισσότερες φορές φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα.
Σύμφωνα με
στοιχεία έρευνας του Kotter
(1986) – εάν και έχουν μεσολαβήσει αρκετές μεταγενέστερες έρευνες που
επιβεβαιώνουν τα ευρήματά του – σε δεκαπέντε κορυφαίους μάνατζερ από εννέα
μεγάλες εταιρείες, ο αποτελεσματικός ηγέτης θα πρέπει να έχει τα ακόλουθα
χαρακτηριστικά: να είναι φιλόδοξος και προσανατολισμένος στο επίτευγμα, να έχει
άνεση στην άσκηση εξουσίας και να είναι συναισθηματικά σταθερός, αισιόδοξος, με
νοημοσύνη άνω του μέσου όρου, να έχει μετρίως ισχυρή αναλυτική σκέψη, ισχυρή
διαίσθηση, να είναι ευπαρουσίαστος και καλός στην ανάπτυξη σχέσεων με τους
ανθρώπους. Πέραν αυτών, να μπορεί να σχετίζεται με ένα ευρύ φάσμα ειδικών, να
είναι πολύ καλός γνώστης της επιχείρησης και να διαθέτει ισχυρές εργασιακές
σχέσεις και δίκτυα.
Ως εκ τούτου, τόσο οι
Ελληνίδες όσο και οι Έλληνες που ασκούν ή θέλουν να ασκήσουν εξουσία, καλό
είναι να διαθέτουν τα παραπάνω
χαρακτηριστικά, προκειμένου να είναι αποτελεσματικοί και να παράξουν έργο που τόσο χρειάζεται η πατρίδα μας.
Βιβλιογραφία
Kotter, J. 2001.
ΗΓΕΤΗΣ ΣΤΙΣ ΑΛΛΑΓΕΣ. Αθήνα: Εκδόσεις Κριτική ΑΕ.
Vroom, V. (2005,
Ιούνιος 30). Ηγεσία και αποτελεσματική συμμετοχή της ομάδας.
Μαστρογιάννη, Φ. 2016. Ο Ελληνας ηγέτης. Διαθέσιμο στον Παγκόσμιο Ιστό: <http://mastroyanni.blogspot.gr/2016/03/blog-post_23.html>