Στην εκπομπή Take the money
& run στις 17/9/2016, προσκεκλημένος της Φωτεινής Μαστρογιάννη ήταν
ο κος Τζανής Γκούσκος, οικονομολόγος, μέλος της Επιτροπής Διεκδίκησης Κατοχικών
Δανείων και Κλαπέντων Πολιτιστικών Θησαυρών, συγγραφέας του βιβλίου « Ιδού ο
λογαριασμός κυρία Μέρκελ. 300 δις Ευρώ απ’τα κατοχικά δάνεια. Τι αφορούν, πως
προκύπτουν, η στρατηγική διεκδίκησης» (εκδ. Κάδμος).
Ο κος Γκούσκος ανέφερε τα ακόλουθα:
Μετά τις πρώτες ημέρες της κατοχής δηλαδή μετά το τέλος
Απριλίου 1941, οι γερμανοί άρχισαν να τυπώνουν τα δικά τους νομίσματα στην
Ελλάδα. Είχαν φέρει κάποιες τροχήλατες άμαξες και μέσα εκεί είχαν φέρει κάποια
πρόχειρα τυπογραφεία, τύπωναν χρήμα και το έδιναν στους στρατιώτες για να
κάνουν τις αγορές τους.
Αυτό το χρήμα ήταν πληθωριστικό και οι Έλληνες δεν το
αποδέχονταν. Το νόμισμα αυτό καλούνταν Ράιχσμαρκ. Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε
μέχρι τον Αύγουστο 1941. Στην Ελλάδα κυκλοφορούσαν τότε 3 νομίσματα: το
γερμανικό μάρκο, η ιταλική λίρα και η ελληνική δραχμή. Στην οικονομία
επικρατούσε χάος.
Η κυβέρνηση Τσολάκογλου έκανε μία αρχική συμφωνία με τους
Γερμανούς και τους Ιταλούς σύμφωνα με την οποία έπρεπε να σταματήσουν να
εκδίδουν ψεύτικο νόμισμα και να δίνουν δραχμές σε ότι χρειάζονταν. Το ψεύτικο
χρήμα έπρεπε να εξαγορασθεί και να αποσυρθεί από την κυκλοφορία.
Οι δαπάνες των στρατευμάτων κατοχής ήταν πάρα πολύ υψηλές
γιατί ο στρατός κατοχής στην Ελλάδα ξεπερνούσε τις 550.000 στρατιώτες (350.000
Γερμανοί και 200.000 Ιταλοί). Καμία άλλη χώρα της Ευρώπης δεν είχε τόσο μεγάλο
στρατό κατοχής.
Οι γερμανοί λόγω του ότι είχαν τη στρατιά του Ρόμελ στην
Αφρική έπρεπε να μεταφέρουν εφόδια από την Ελλάδα. Αυτός ήταν και ο λόγος
που έγιναν κάποιες συμφωνίες με το
ελληνικό δημόσιο σύμφωνα με τις οποίες το ελληνικό δημόσιο θα τους έδινε κάθε
μήνα 1,5 δισεκατομμύριο δραχμές – τα μισά θα τα έπαιρναν οι Γερμανοί και τα
άλλα μισά οι Ιταλοί. Ότι παραπάνω χρήματα χρειάζονταν θα τα έπαιρναν από το
ελληνικό δημόσιο. Το δάνειο αυτό θα το επέστρεφαν μετά την 1η Απριλίου
1943.
Η νομισματική κυκλοφορία στην Ελλάδα με την έναρξη της
κατοχής ανέρχονταν περίπου στα 17 δισεκατομμύρια δραχμές. Μέσα σε ένα χρόνο
έφθασε τα 80 δισεκατομμύρια δραχμές, το 80% των οποίων πήραν τα στρατεύματα
κατοχής κυρίως οι γερμανοί. Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε και αργότερα σε πιο
έντονο βαθμό. Μέχρι το τέλος της Κατοχής οι Γερμανοί δανείστηκαν 2,3 τετράκις
εκατομμύρια δραχμές. Τα λεφτά που χρωστά η Γερμανία στην Ελλάδα από το κατοχικό
δάνειο ανέρχονται στα 371 δισεκατομμύρια Ευρώ. Το δάνειο αυτό είναι άμεσα απαιτητό
και ληξιπρόθεσμο. Οι αποζημιώσεις και οι επανορθώσεις αφορούν άλλα ποσά.
Όσον αφορά τις απώλειες στον πληθυσμό, αυτές ξεπερνάνε το
18% δηλαδή άνω των 750.000 Ελλήνων. Δεν είναι μόνο οι εκτελέσεις αλλά και οι
Έλληνες που χάθηκαν από την πείνα. Το μεγαλύτερο ποσοστό θανάτων ήταν κυρίως
από την πείνα.
Τον χειμώνα 1941-42, 250.000 άνθρωποι πέθαναν από την πείνα
στα μεγάλα αστικά κέντρα. Οι Έλληνες πέθαιναν από την πείνα γιατί οι γερμανοί
και οι ιταλοί με τα λεφτά που τραβούσαν «σάρωναν» όλη την αγορά και δεν έμενε
τίποτα να πάρει ο Έλληνας για να συντηρηθεί.
Λεφτά έβγαλαν οι μαυραγορίτες που μετά την απελευθέρωση
έγιναν οικονομικοί παράγοντες στην Ελλάδα. Εκείνο τον χειμώνα 1941-42, εκτός
από τους γερμανούς και τους ιταλούς, οι βρετανοί είχαν κάνει εμπορικό
αποκλεισμό στην Ελλάδα και δεν άφηναν να έρχονται τρόφιμα, εφόδια και φάρμακα
προκειμένου να εξαναγκάσουν τον λαό να εξεγερθεί εναντίον των γερμανών. Η
κατάσταση αυτή πολιορκίας μαζί με το «σάρωμα» της αγοράς των γερμανών και των
ιταλών προκάλεσε όλα αυτά τα θύματα στις πόλεις.
Η κυβέρνηση Τσολάκογλου είχε ορίσει διατίμηση. Τα γερμανικά
στρατεύματα κατοχής αγόραζαν σε τιμές διατίμησης π.χ. ένα αυγό τότε στη
διατίμηση ήταν μία δραχμή για τους γερμανούς ενώ για τους Έλληνες ήταν 10.000
δραχμές. Επομένως τα λεφτά που δίναμε στους γερμανούς είχαν αγοραστική δύναμη.
Λέγεται ότι οι γερμανοί επέστρεψαν κάποιες δόσεις και ως εκ
τούτου είχαν αναγνωρίσει το δάνειο. Από τον Απρίλιο του 1943 έπρεπε να
επιστρέψουν τα δανεικά. Τι έκαναν οι γερμανοί; Έγραφαν ένα ένταλμα 800
δισεκατομμυρίων δραχμών και το έστελναν στον τότε υπουργό οικονομικών. Το
έπαιρνε ο υπουργός αρχιδοσίλογος Τσιρονίκος της κυβέρνησης Ράλλη, το
οπισθογραφούσε και το έστελνε στην Τράπεζα της Ελλάδος για να χρεωθεί ο
λογαριασμός των Γερμανών. Φευ, ο λογαριασμός ήταν άδειος. Το γεγονός αυτό το
επιβεβαιώνει το 1956, ο πρώτος υπουργός οικονομικών επί Κατοχής Γκοτζαμάνης τον
οποίο αντικατέστησαν με τον Τσιρονίκο. Ο Κοτζαμάνης επεσήμανε ότι ήταν
αδιανόητο τα εντάλματα αυτά να έμεναν ανείσπρακτα. Φαίνεται λοιπόν ότι οι
γερμανοί πλήρωσαν κάποια χρήματα τα οποία δεν εισπράχθηκαν ποτέ. Οι γερμανοί
ήταν μια ζωή μπαταχτσήδες.
Εάν αναφερθούμε στο χρέος και στο τι έγινε αντίστοιχα στο
γερμανικό χρέος, το πρώτο κούρεμα του γερμανικού χρέους από τον Α’ Παγκόσμιο
Πόλεμο ήταν το 1922, το δεύτερο έγινε το 1932 και το 1953 γίνεται ένα τρίτο
κούρεμα με τη Συνθήκη του Λονδίνου.
Το προπολεμικό χρέος της Γερμανίας κουρεύεται κατά 64%.
Οποιαδήποτε απαίτηση αποζημιώσεων δημιουργήθηκε από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο,
αφήνεται μέχρι την επανένωση της Γερμανίας. Εμείς όμως, αντίθετα, πρέπει να
πληρώσουμε το χρέος στο ακέραιο γιατί όπως είπε ο Δραγασάκης οι δανειστές μας
είναι υπερχρεωμένες χώρες και δεν μπορούν να μας στηρίξουν (!!!).
Δηλώσεις όπως οι παραπάνω αναδεικνύουν το πρόβλημα του
πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι
πολλές οικογένειες του σημερινού πολιτικού συστήματος είχαν συνεργασθεί με τους
γερμανούς και δημιούργησαν περιουσίες.
Το 1947, ο Πωλ Πόρτερ ήρθε να δει τι γίνεται στην Αθήνα με
αυτούς που έπαιρναν την αμερικανική βοήθεια από το σχέδιο Μάρσαλ. Ο Πόρτερ είπε
ότι ενώ κάποιοι συγκεκριμένοι «έτρωγαν» τα χρήματα από στο σχέδιο μετά ζητούσαν
πάλι βοήθεια.
Το 1950, ο δημοσιογράφος Τζόζεφ Χάρισον είπε ότι έπρεπε να
βρεθεί κάποιο μέτρο για τα αρπακτικά των Αθηνών που αποτελούνταν από 5.000
πολιτικούς, βιομήχανους και εισαγωγείς, οι οποίοι εκ συστήματος και από
αναισθησία απομυζούσαν τον πλούτο της χώρας. Αυτοί οι άνθρωποι δεν είχαν κανένα
πρόβλημα να υπογράψουν οποιαδήποτε
συνθήκη υποτέλειας.
Αναφορικά με τους κλαπέντες θησαυρούς, υπάρχει μία έκθεση του
1947 του Διευθυντή του Αρχαιολογικού Μουσείου ο οποίος αναφέρει ότι κλάπηκαν
8.500 αντικείμενα από τους γερμανούς, μεταφέρθηκαν στα μουσεία τους και ακόμα
και σήμερα μπαίνουν σε δημοπρασίες.
Τα αρχαία μπορούμε να τα πάρουμε πίσω γιατί υπάρχει η
συνθήκη του ΟΗΕ σύμφωνα με την οποία τα κλεμμένα επιστρέφονται στη χώρα στην
οποία ανήκουν. Το κατοχικό δάνειο μπορούμε επίσης να το πάρουμε πίσω, οι
αποζημιώσεις όμως είναι τεράστιο θέμα.
Στην πρώτη εκτίμηση που έγινε στη Συνθήκη των Παρισίων το
1947, οι αποζημιώσεις ανέρχονταν στα $16 δισεκατομμύρια. Το ποσό αυτό δεν έγινε
αποδεκτό και δόθηκαν ελάχιστα ως αποζημιώσεις σε υλικό εξοπλισμό και όχι σε
μετρητά. Το 1960 δόθηκαν 115 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα για την αποκατάσταση
θυμάτων ιδεολογίας και θρησκείας τα
οποία πήγαν κυρίως στην εβραϊκή κοινότητα που είχε μεγάλες απώλειες λόγω
θρησκείας.
Η Ελλάδα μπορεί μόνο δικαστικά να διεκδικήσει τις
αποζημιώσεις και τις επανορθώσεις από τη Γερμανία γιατί κάτι τέτοιο ορίζεται
από τη Συνθήκη του Λονδίνου το 1953.
Το κατοχικό δάνειο, όμως, δεν χρειάζεται δικαστική
διεκδίκηση, η κυβέρνηση μπορεί να προβεί σε ρηματική διακοίνωση και το δάνειο
να εγγραφεί στον προϋπολογισμό του κράτους.
Όπως είπαμε, οι αποζημιώσεις-επανορθώσεις μπορούν να
διεκδικηθούν μόνο δικαστικά και μάλιστα σε ξένο δικαστήριο βάσει της αρχής της
ετεροδικίας.
Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους σε ένα πρόσφατο πόρισμα της
Βουλής αναφέρει ότι υπάρχουν δύο τρόποι διεκδίκησης των αποζημιώσεων –
επανορθώσεων:
- Το δικαστήριο του Λονδίνου όπου όμως σε αυτό η Γερμανία έχει τέσσερα μόνιμα μέλη από τα εννέα και ενδεχομένως έχει τη δυνατότητα να διορίσει άλλα δύο και να επηρεάσει άλλα τρία.
- Το δικαστήριο της Χάγης όπου όμως για θέματα που αφορούν δικαιοδοσία του δικαστηρίου της Χάγης, η Γερμανία δεν αποδέχεται πράξεις για όσα έχουν συμβεί πριν την 1/5/1985.
Το ζήτημα λοιπόν των επανορθώσεων – αποζημιώσεων δεν μπορεί
να λυθεί δικαστικά παρά μόνο επηρεάζοντας την κοινή γνώμη.
Επικοινωνιακά και διπλωματικά θα πρέπει με ρηματική διακοίνωση να ζητήσουμε τα
χρήματα. Η Γερμανία είτε θα το αποδεχτεί είτε θα προτείνει ένα χαμηλό ποσό. Το
πιο πιθανό είναι να πει ότι λέει μέχρι τώρα δηλαδή ότι δεν χρωστά, ότι το θέμα
αυτό έχει λήξει εδώ και χρόνια κτλ.
Η ρηματική διακοίνωση, όμως, προϋποθέτει έγγραφη απάντηση.
Εάν η Γερμανία αρνηθεί να πληρώσει, αυτό σημαίνει άρνηση του χρέους κάτι που
εμείς μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε στρέφοντας τους δανειστές προς τη Γερμανία.
Είναι σημαντικό να δημιουργήσουμε συμμαχίες βάζοντας τους Ευρωπαίους απέναντι
στη Γερμανία και τότε να προχωρήσουμε σε παύση πληρωμών και διαγραφή του
χρέους.
Κάτι τέτοιο όμως προϋποθέτει ένα υγιές πολιτικό σύστημα. Ο
Μίχαελ Κούτσενροϊτερ (αυτός που κρατούσε τα μαύρα ταμεία της Ζήμενς) στην κατάθεσή
του στην εισαγγελία του Μονάχου το 2005 ανέφερε ότι με αναλογία 3-2-1 η Ζήμενς
έδινε τις μίζες στα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα. Τρία μερτικά έδιναν για την εκάστοτε
κυβέρνηση, δύο μερτικά για την εκάστοτε αντιπολίτευση και ένα μερτικό σε κάποιο
μικρό κόμμα. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι οι «Έλληνες» πολιτικοί έχουν λερωμένη
τη φωλιά τους και κανένας δεν τολμά να σηκώσει το κεφάλι απέναντι στη Γερμανία.
Ο Χριστοφοράκος στο καρνέ του έγραφε πόσες συναντήσεις έκανε
με τους Έλληνες πολιτικούς. Τις πιο πολλές έκανε η οικογένεια Μητσοτάκη.
Ο Θουκυδίδης είχε πει ότι ήταν τόσο πολλοί οι εχθροί και οι
πράκτορές τους που ο λαός φοβόταν γιατί δεν ήξερε με ποιους έχει να κάνει.
Πρέπει να ξέρουμε λοιπόν από ποιους περιμένουμε να μας κυβερνήσουν.
Εάν μπορέσουμε να στελεχώσουμε ένα υγιές πατριωτικό κίνημα,
το οποίο να πάρει κάποια στιγμή την εξουσία της χώρας τότε θα μπορούμε να
μιλάμε για το εθνικό συμφέρον και για ανάπτυξη. Πριν την ανάπτυξη όμως
προηγείται η απονομή δικαιοσύνης.
Ο κόσμος θέλει μια πρωτοπορία που να βγει μπροστά, δυστυχώς
όμως λείπει η συμμετοχική συνείδηση, ο καθένας είναι εναντίον του άλλου για
οποιοδήποτε θέμα.
Επιστρέφοντας στο κατοχικό δάνειο, όσον αφορά το πόρισμα της
Επιτροπής της Βουλής, η Επιτροπή Διεκδίκησης Κατοχικών Δανείων και Κλαπέντων
Πολιτιστικών Θησαυρών θα κάνει αναφορά στον εισαγγελέα. Το πόρισμα αυτό της
Βουλής είναι αχαρακτήριστο. Αναφέρει ότι οι γερμανοί χρωστάνε 10,3
δισεκατομμύρια ευρώ από το κατοχικό δάνειο ενώ το πραγματικό ποσό είναι 371
δισεκατομμύρια ευρώ ! Ενώ το πόρισμα έχει ένα παράρτημα 68 σελίδων το οποίο
είναι έργο του κου Τζανή Γκούσκου, εν τούτοις δεν το λαμβάνουν υπόψη.
Οι «Έλληνες» πολιτικοί λεηλατούν τη χώρα. Το 1958 αντί να
ζητήσουν τα χρήματα από τη Γερμανία, ζήτησαν αντίθετα από τη Γερμανία να τους
δώσει ένα δάνειο. Η Γερμανία έδωσε 200 εκατομμύρια μάρκα, ένα δάνειο
εικοσαετίας με επιτόκιο 6%. Μας
δανείζανε από τα δικά μας λεφτά. Το δάνειο αυτό ήταν διακρατικό αλλά
διακρατικό είναι και το κατοχικό δάνειο με βάση τις τότε συμβάσεις.
Αυτά προς γνώση όλων αυτών που λένε ότι χρωστάμε και πρέπει
να πληρώσουμε. Όπως και στην Κατοχή, όμως, έτσι και τώρα, υπάρχουν πολλοί
«Έλληνες» που επωφελούνται από την κατάσταση. Στην Κατοχή, υπήρχε μία περίεργη
φάρα, η φάρα των εμπόρων της Ερμού. Όταν ο Ρόμελ κέρδιζε στην Αφρική ανέβαζαν
τις τιμές γιατί πίστευαν ότι κανείς δεν θα τους πείραζε. Ήταν, δε, τόσο
περιχαρείς που έβγαιναν έξω από τα
μαγαζιά τους και φώναζαν «Βάστα Ρόμελ». Σήμερα αυτοί που επωφελούνται είναι
αυτοί που λένε «Βάστα Μέρκελ» και «Βάστα Σόιμπλε».
Ακόμα και ο πρώτος υπουργός οικονομικών στην κυβέρνηση
Τσολάκογλου, ο μαιευτήρας από τα Γιαννιτσά Γκοτζαμάνης ανέφερε ότι ξένοι και
«Έλληνες» ήταν ασύδοτοι με το δημόσιο χρήμα και ήθελε να διασπάσει την αγαστή
συνεργασία ξένων και ημετέρων εις βάρος του Ελληνικού δημοσίου.
Αυτά έλεγε ένας δωσίλογος. Οι δωσίλογοι εκείνης της εποχής,
όμως, ήταν στρατηγοί που πολέμησαν στην Αλβανία, έχασαν και παρέδωσαν τη χώρα.
Οι σημερινοί όμως πού πολέμησαν; Υπέγραψαν σχέσεις υποτέλειας χωρίς να
πολεμήσουν.
Ο κος Τζανής Γκούσκος έκλεισε τη συνέντευξη με ένα αισιόδοξο
μήνυμα λέγοντας ότι η αξιοπρέπεια του ελληνικού λαού θα επανέρθει και κάποιοι
από όλους εμάς θα δώσουν το παράδειγμα.
Την εκπομπή μπορείτε να παρακολουθήσετε στον παρακάτω σύνδεσμο: