Φωτεινή Μαστρογιάννη
Οικονομολόγος - Καθηγήτρια ΜΒΑ
Η τηλεόραση αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο μετάδοσης μηνυμάτων
και ιδεών και αποτελεί ιδανικό μέσο για τη διάδοση της πολιτικής προπαγάνδας.
Αρκετοί άνθρωποι θεωρούν ότι είναι αρκετά έξυπνοι και ότι μπορούν να παρακολουθήσουν αυτό το «μαζικό
όπλο καταστροφής» (αναφέρομαι πάντα στα συστημικά τηλεοπτικά μέσα) χωρίς να πέσουν θύματά
του γιατί θεωρούν ότι έχουν τη δυνατότητα φιλτραρίσματος της προπαγάνδας.
Δυστυχώς, αυταπατώνται.
Το κλασικό μοντέλο μετάδοσης του μηνύματος προϋποθέτει ότι η πληροφορία μεταφέρεται
μέσα από τα ΜΜΕ στους επηρεαστές της κοινής γνώμης και από αυτούς στο ευρύτερο
κοινό (Katz & Lazarsfeld, 1955). Στο σημείο αυτό θα
πρέπει να υπογραμμισθεί ότι επηρεαστής της κοινής γνώμης μπορεί να είναι ένα
άτομο που εμπιστευόμαστε «επώνυμο» ή λιγότερο «επώνυμο».
Τα πειράματα που έκανε ο Herbert Krugman (1971)
έδειξαν ότι όταν ένα άτομο παρακολουθεί τηλεόραση, η εγκεφαλική δραστηριότητα
μετατοπίζεται από το αριστερό στο δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου. Το αριστερό ημισφαίριο είναι
αυτό στο οποίο εδράζεται η λογική σκέψη ενώ το δεξί δέχεται άκριτα τα δεδομένα
και προκαλεί αντιδράσεις που σχετίζονται με το συναίσθημα και όχι με τη λογική.
Εξαιρετικά σημαντικό είναι το γεγονός ότι αυτή η μετακίνηση από το αριστερό στο
δεξί ημισφαίριο προκαλεί απελευθέρωση των ενδορφινών που είναι τα φυσικά
οπιούχα του ίδιου μας του οργανισμού και έτσι εξηγείται γιατί οι άνθρωποι
δημιουργούν εξάρτηση με την τηλεόραση και πολύ λίγοι είναι σε θέση να
σταματήσουν την παρακολούθησή της ολοσχερώς. Η τηλεόραση μέσω της παθητικής
τηλεθέασης δημιουργεί την παθητική στάση και ως εκ τούτου δεν πρέπει να
απορούμε γιατί οι άνθρωποι εκδηλώνουν απαθή στάση στα τεκταινόμενα, ειδικά εάν
σκεφθεί κάποιος ότι παρακολουθούν τηλεόραση από την παιδική τους ηλικία.
Τα πειράματα σχετικά με την τηλεόραση στον χώρο των
νευροεπιστημών συνεχίστηκαν και τα αποτελέσματά τους έτυχαν ευρείας υιοθέτησης
από το επιστημονικό πεδίο του μάρκετινγκ και ιδιαίτερα εκτεταμένη χρήση στη
διαφήμιση. Μία σημαντική έρευνα ήταν αυτή του Mulholand (1969) η οποία έδειξε ότι οι
τηλεθεατές εισέρχονται σε μία κατάσταση έκστασης (!) όταν παρακολουθούν
τηλεόραση. Το στοιχείο αυτό «εκμεταλλεύθηκαν» οι επαγγελματίες του μάρκετινγκ
και δημιούργησαν διαφημίσεις που παράγουν μη συνειδητές συναισθηματικές
καταστάσεις στον τηλεθεατή. Οι διαφημίσεις αυτές δεν απευθύνονται στη λογική
αλλά στο συναίσθημα και σε συγκεκριμένες στάσεις ως προς το διαφημιζόμενο
προϊόν και τις οποίες θα έχει εφεξής ο καταναλωτής όταν έρχεται σε επαφή με
αυτό. Γι’αυτό και χρησιμοποιούνται για την προβολή προϊόντων διασημότητες ή
άλλα άτομα συμπαθή στο ευρύ κοινό.
Η διάκριση μεταξύ συναισθήματος και λογικής δεν είναι
εύκολη. Για παράδειγμα, όταν παρακολουθούμε μία ταινία τρόμου ενώ γνωρίζουμε
ότι είναι μόνο μία ταινία άρα κάτι μη πραγματικό, η παρακολούθησή της δεν παύει
να μας δημιουργεί συναισθήματα αγωνίας. Το ίδιο συμβαίνει και με τη διαφήμιση αλλά
και με οποιοδήποτε μήνυμα (συμπεριλαμβανομένου του πολιτικού). Ενώ γνωρίζουμε
ότι π.χ. η διαφήμιση προσπαθεί να πουλήσει ένα προϊόν ωστόσο στο μη συνειδητό
επίπεδο επιδρά κάνοντάς μας να αισθανόμαστε ανεπαρκείς εάν δεν έχουμε αποκτήσει
το συγκεκριμένο προϊόν. Το στοιχείο αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για όποιον
προσπαθεί να χειραγωγήσει τους ανθρώπους γιατί ακριβώς σκοπεύει στη μη συνειδητή επίδραση.
O Edward Bernays,
ανιψιός του Φρόυντ και πατέρας των δημοσίων σχέσεων, στο ιστορικό βιβλίο «Προπαγάνδα» που έγραψε το 1928 αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η συνειδητή
και έξυπνη χειραγώγηση των συνηθειών και της γνώμης των μαζών αποτελεί
σημαντικό στοιχείο της δημοκρατικής κοινωνίας. Αυτοί που χειρίζονται αυτό τον
αθέατο μηχανισμό της κοινωνίας αποτελούν μία αθέατη κυβέρνηση που είναι και η
πραγματική εξουσία της χώρας μας».
Φυσικά η χειραγώγηση δεν γίνεται μόνο μέσω της τηλεόρασης
αλλά και των κινηματογραφικών ταινιών. Είναι γνωστή η σχέση του Πενταγώνου με
το Χόλλυγουντ. Τόσο στην τηλεόραση όσο και στις ταινίες, η βία όταν γίνεται από
κάποιον που αποτελεί μέρος του συστήματος (στρατιωτικός, αστυνομικός)
επαινείται. Παράλληλα καλλιεργείται ο μαζικός φόβος και η δημιουργία συνεχών
απειλών που μόνο ένα στρατιωτικού τύπου καθεστώς μπορεί να «κατευνάσει». Σε
αυτό το καθεστώς τρόμου, ο άνθρωπος θα επιζητά το Σωτήρα – Ηγέτη που θα τον
σώσει από την απειλή. Δεν είναι τυχαίες δηλώσεις πολιτικών όπως είναι αυτή του
κου Σαμαρά περί απευθείας συνομιλίας του με το Θεό. Μόνο ένας Μεσσίας μπορεί να
μιλά απευθείας με το Θεό!
Φυσικά, η τηλεόραση, κατ’εντολή των πολιτικών διαμορφώνει
την κοινή γνώμη κατά τρόπο που εξυπηρετεί τον πολιτικό σχεδιασμό τους. Στο
μεταναστευτικό πρόβλημα που βιώνει η Ελλάδα, τα μέσα δεν δίστασαν να δείξουν
ψεύτικες και τεχνητές εικόνες (γέννηση μωρού μετανάστριας μέσα στις λάσπες) ή
και να διαμορφώσουν συναισθήματα συμπάθειας (για παράδειγμα στην αντίδραση των
Ελλήνων για την τελείως διαφορετική με αυτούς μουσουλμανική κουλτούρα των
μεταναστών, τα μέσα δημιούργησαν μία
εικόνα που θύμιζε ταινίες του Αγγελόπουλου όπου μία νέα και συμπαθητική
Σύρια νέα έπαιζε πιάνο στην Ειδομένη κάτω από μία πλαστική τέντα με βροχερό καιρό – το γεγονός
ότι η δυτική μουσική δεν επικροτείται από το ισλάμ ήταν άνευ σημασίας για τη
δημιουργία της εξόφθαλμα τεχνητής αυτής σκηνής). Φυσικά τα παραδείγματα βρίθουν
και δεν περιορίζονται μόνο στο μεταναστευτικό, αναφέρθηκα σε αυτό γιατί είναι
της τρέχουσας επικαιρότητας.
Εξυπακούεται ότι τα Μέσα δημιουργούν την κρατούσα άποψη και
όποιος αντίκειται σε αυτή είναι καταδικαστέος, γραφικός, ρατσιστής, φασίστας.
Έτσι αποδομείται πλήρως όποιος έχει αντίθετη άποψη ή δεν υποκύπτει στις παραπλανητικές
τεχνικές τους.
Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι ο άνθρωπος είναι πλήρως
ανίσχυρος στις τεχνικές των νευροεπιστημών. Δεν είναι όμως εύκολη και η
αντίδρασή του. Πρέπει να έχει το κουράγιο να αντισταθεί στην κριτική όσων έχουν
πέσει θύματα χειραγώγησης, ήδη από την παιδική τους ηλικία – πόσοι άραγε στη
χώρα μας δεν αποκαλούν φασίστες όσους δεν συμφωνούν με την κρατούσα άποψη, παραβλέποντας ότι και μόνο η μη αποδοχή της διαφορετικής γνώμης είναι "φασιστική/απολυταρχική" στάση (το γεγονός ότι ουδέποτε στη χώρα μας είχε επικρατήσει ο
φασισμός ως ιδεολογία είναι άνευ σημασίας για τους φωνασκούντες).
Πρέπει να καταλάβουμε ότι η πραγματικότητα είναι εκτός του matrix που
μας δημιουργούν τα μέσα και ότι απαιτεί προσπάθεια, και μάλιστα σε συλλογικό
επίπεδο, απεγκλωβισμού από αυτά. Είναι μακρύς ο δρόμος αλλά αξίζει τον κόπο…
Βιβλιογραφία
Bernays,
E. (1928). Propaganda. Διαθέσιμο από τον
Παγκόσμιο Ιστό: http://www.whale.to/b/bernays.pdf.
Katz, E.,
& Lazarsfeld, P. (1955). Personal influence: The part played by people in
the flow of mass communications. Glencoe, IL: Free Press.
Krugman, H.E.
(1971).Brain wave Measures of Media Involvement, Journal of Advertising Research 11.1, pp. 3-9.
Mulholland, T. (1969). The concept of
attention and the electroencephalographic alpha rhythm. In Attention in Neurophysiology, eds C. Evans and
T.Mulholland. London, Butterworths, pp. 100-127.