Οικονομικό Σπουδαστήρι

Οικονομικό Σπουδαστήρι
Γι'Αυτούς που Θέλουν Εξειδίκευση
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα οικονομική ανάπτυξη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα οικονομική ανάπτυξη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2019

Κρίση, Επιχειρηματικότητα και Οικονομική Ανάπτυξη

Φωτεινή Μαστρογιάννη

Από τα φλέγοντα ζητήματα της συζήτησης για την οικονομία είναι η οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Στα πλαίσια αυτά δόθηκαν πρόσφατα διάφορες φορολογικές απαλλαγές για την ενίσχυση των επιχειρήσεων χωρίς όμως να είναι σαφές το στρατηγικό πλαίσιο για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, ειδικότερα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, παρά τα κατά καιρούς διάφορα προγράμματα που αναγγέλλονται και πραγματοποιούνται για τη στήριξή της. 

Hiring, Financial Planning, Money, Finance, Banking

Η επιχειρηματικότητα αναπτύσσεται όταν ο επιχειρηματίας διακρίνει επιχειρηματικές ευκαιρίες σε οποιεσδήποτε οικονομικές συνθήκες. Ωστόσο, η οικονομική κατάσταση μίας χώρας επηρεάζει τον τύπο της επιχειρηματικής δραστηριότητας γιατί παράγοντες όπως είναι το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης, η σταθερότητα των μακροοικονομικών συνθηκών και το επίπεδο εισοδήματος και ανεργίας μπορούν να περιορίσουν τις επιχειρηματικές ευκαιρίες. 

Όταν μία χώρα βιώνει παρατεταμένη οικονομική ανάπτυξη και σταθερές μακρο-οικονομικές συνθήκες (που δεν είναι δυστυχώς η περίπτωση της Ελλάδας) τότε είναι πιθανό ότι η μορφή της επιχειρηματικότητας που θα πραγματοποιείται να είναι μεγάλης προστιθέμενης  αξίας για τη χώρα. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ο χαμηλός βαθμός καινοτομίας και η χαμηλής αξίας επιχειρηματικότητα θα μειωθούν προς όφελος μίας υψηλής αξίας και καινοτόμου  επιχειρηματικότητας λόγω της οικονομικής σταθερότητας.

Σε εποχές δύσκολων οικονομικών συνθηκών, όπως είναι η τελευταία δεκαετία που βιώνουμε στην Ελλάδα, η ενασχόληση με το επιχειρείν βρίσκεται  αρχικά σε έξαρση όσον αφορά τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων. Η έξαρση αυτή συχνά ακολουθείται από ένα μεγάλο αριθμό χρεοκοπιών και σε μείωση της χρηματοδότησης η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε μείωση του αριθμού των νέων επιχειρήσεων. 
Credit Squeeze, Taxation, Purse, Tax, Economic Stress

Σύμφωνα με τους Wilderman et al. (1998),ο βαθμός ανεργίας είναι αυτός που παρέχει κίνητρα στους ανθρώπους να ασχοληθούν με την επιχειρηματικότητα δηλαδή με απλά λόγια, όταν κάποιος δεν μπορεί να βρει εργασία ως μισθωτός τότε καταφεύγει στο επιχειρείν εάν έχει κάποιο διαθέσιμο κεφάλαιο ή μπορεί να βρει διαθέσιμο κεφάλαιο. Άλλες μελέτες υποστηρίζουν όμως ότι ο βαθμός ανεργίας δεν επηρεάζει την έναρξη καινούριων επιχειρήσεων (Gomez & Spencer, 2004). 

Σίγουρα όμως ο δείκτης επιχειρηματικότητας επηρεάζεται από το εισόδημα το οποίο και αποτελεί δείκτη ευημερίας. Όταν το επίπεδο εισοδήματος σε μία χώρα είναι υψηλό, τότε αυτό μεταφράζεται σε διαθεσιμότητα πόρων που διευκολύνει τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων. Το κατά κεφαλήν εισόδημα ως οδηγός δημιουργίας νέων επιχειρήσεων υποστηρίζεται σε διαφορετικές μελέτες (Tan, Begley & Schock, 2005).  Όσο πιο υψηλό είναι το διαχρονικό επίπεδο εισοδήματος τόσο υψηλότερος είναι ο βαθμός δημιουργίας νέων επιχειρήσεων. Συνεπώς, στη χώρα μας υπάρχει μία αντίφαση, από τη μία υποστηρίζουμε τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων και από την άλλη το επίπεδο εισοδήματος διατηρείται σε χαμηλά επίπεδα.

Ως τρόπο αντίδρασης σε ένα δυσμενές οικονομικό περιβάλλον, οι επιχειρήσεις έχουν δύο επιλογές, είτε να συμπεριφέρονται με προ-κυκλικό τρόπο (δηλ. να περικόψουν τα κόστη, να μειώσουν και να εξορθολογίσουν τις επενδύσεις τους συμπεριλαμβανομένων των δαπανών για καινοτομία) ή να πάνε κόντρα στο ρεύμα και να διατηρήσουν ή ακόμα και να αυξήσουν την καινοτόμα δραστηριότητα δηλαδή με άλλα λόγια να συμπεριφερθούν αντι-κυκλικά  (Filippetti & Archibugi,2011). 


Man, Figure, Toys, Pokes Fun At, Blade, Money, EuroΗ τελευταία αντίδραση εξηγείται από δύο αντίθετους μηχανισμούς δηλαδή τη δημιουργική συσσώρευση και τη δημιουργική καταστροφή  (Archibugi et al., 2013a). Η δημιουργική συσσώρευση αφορά τη διαδικασία συνεχούς καινοτομίας των επιχειρήσεων σε κανονική βάση ακολουθώντας τις τεχνολογικές πορείες  που έχουν επιλέξει (Pavitt, 1999). Ποιες όμως επιχειρήσεις μπορούν να καινοτομήσουν; Οι μεγάλες σε μέγεθος που μπορούν να επενδύσουν σημαντικά ποσά στην έρευνα και ανάπτυξη(Archibugi et al., 2013a) . Συνεπώς, οι διαρκείς προτάσεις και παραινέσεις από την ΕΕ για καινοτομία δεν αφορά, εκ των πραγμάτων, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Για να συνεχίσουμε όμως στην άλλη επιλογή που δεν είναι παρά η Σουμπετεριανή δημιουργική καταστροφή που αναφέρεται στην εμφάνιση νέων καινοτόμων («επιχειρηματιών») οι οποίοι μπορεί να μην ήταν δραστήριοι πριν την κρίση και οι οποίοι θέλουν να εκμεταλλευθούν την αναταραχή της κρίσης και να διεκδικήσουν τα μερίδια αγοράς των πρώην μονοπωλιακών επιχειρήσεων ή να εισάγουν νέες αγορές (Archibugi et al., 2013a). Ενδιαφέρον, θα ήταν να εξετασθεί ο αριθμός αυτός των νέων καινοτόμων επιχειρηματιών στην Ελλάδα.

Γενικότερα, η επένδυση στην Έρευνα και Ανάπτυξη (και άλλες μακροχρόνιες επενδύσεις) τείνει να είναι προ-κυκλική και μειώνεται κατά τη διάρκεια της ύφεσης, κάτι που παρατηρείται ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σημαντικούς  πιστωτικούς περιορισμούς (Aghion et al., 2012). Ο λόγος για την προ-κυκλικότητα είναι ότι η επένδυση στην Έρευνα και Ανάπτυξη χρηματοδοτείται κυρίως από τις ταμειακές ροές και συστέλλεται κατά τη διάρκεια της ύφεσης λόγω της μειωμένης ζήτησης (Paunov, 2012a). 

Επιπλέον, οι περιορισμοί στη δανειοδότηση που είναι συνηθισμένοι στις οικονομικές κρίσεις καθιστά δύσκολη την πρόσβαση στην εξωτερική χρηματοδότηση και, ως εκ τούτου, οι δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη μειώνονται (Paunov, 2012a). Η εξάρτηση της επένδυσης στην Έρευνα και Ανάπτυξη από τους οικονομικούς περιορισμούς θεωρείται ότι ισχύει επίσης και για τη χρηματοδότηση κεφαλαίου (π.χ. έκδοση νέων μετοχών) (Brown et al., 2012). Ωστόσο, τα στοιχεία από την κρίση του 2007 δείχνουν μία μείξη τόσο κυκλικών όσο και αντι-κυκλικών προτύπων.

Η οικονομική κρίση απειλεί την επιχειρηματικότητα λόγω της δυσκολίας εύρεσης χρηματοδότησης, τις καθυστερήσεις πληρωμών και τη γενικότερη μείωση ρευστότητας, στοιχεία που οδηγούν στη  χρεοκοπία. 



Φωτεινή Μαστρογιάννη
Συνεπώς, η επιχειρηματικότητα πρέπει να ενισχυθεί με εύκολο δανεισμό προκειμένου και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να γίνουν καινοτόμες και ανταγωνιστικές αλλά και να βελτιωθεί το μέσο εισόδημα έτσι ώστε να ενισχυθεί η ζήτηση. Είναι προφανές ότι η ανταγωνιστικότητα προϋποθέτει και περαιτέρω ανάλυση που πιθανόν να αποτελέσει θέμα ενός καινούριου άρθρου.



Βιβλιογραφία

Aghion, P., Askenazy, P., Berman, N., Cette, G., & Eymard, L. (2012). Credit
Constraints and the Cyclicality of R&d Investment: Evidence from France. Journal
of the European Economic Association, 10(5), 1001–1024.
Archibugi, D., Filippetti, A., & Frenz, M. (2013a). Economic crisis and innovation:
Is destruction prevailing over accumulation? Research Policy, 42(2), 303–314.
Brown, J. R., Martinsson, G., & Petersen, B. C. (2012). Do financing constraints matter for R&D? European Economic Review, 56(8), 1512–1529.
Brunnermeier, M. K. (2009). Deciphering the Liquidity and Credit Crunch 2007-
2008. Journal of Economic Perspectives, 23(1), 77–100.
Filippetti, A., & Archibugi, D. (2011). Innovation in times of crisis: National
Systems of Innovation, structure, and demand. Research Policy, 40(2), 179–192.
Gomez, C. & Spencer, W. (2004). The relationship among national institutional structures, economic factors, and domestic entrepreneurial activity: a multi-country study. Journal of Business Research, 57, 1098-1107.
Paunov, C. (2012a). The global crisis and firms’ investments in innovation.
Research Policy, 41(1), 24–35.
Tan, W.L., Begley, T.M., & Schock, H. (2005). Politico-economic factors associated with interest in starting a business: a multi-country study. Entrepreneurship: Theory and Practice.
Wileman, R.E, Noorderhaven, N., Hofstede, G., Wennekers, A., Thurik, A., & Veroeven, W. (1998). Cultural and economic determinants of entrepreneurship: An international study. Presented at the Annual Meetings of the Academy of International Business, Vienna, Austria.




Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2017

Δεν αρκεί να είσαι έξυπνος, πρέπει να είναι και οι άλλοι!

Φωτεινή Μαστρογιάννη 


Η συζήτηση για την ευφυΐα των λαών αποτελεί, εδώ και αρκετό καιρό, αντικείμενο ενδιαφέροντος για τους ψυχολόγους και τους οικονομολόγους. Οι οικονομολόγοι ενδιαφέρονται και γιατί ήδη υπάρχει από το 1950 μία τάση συνδυασμού της οικονομίας και της κοινωνιολογίαςως συνέχειας της κλασικής οικονομικής σχολής αλλά και γιατί σχετίζουν τον εθνικό δείκτη ευφυΐας με την οικονομική ανάπτυξη.

Ο οικονομολόγος Γκάρετ Τζόουνς αναφέρεται στο «παράδοξο της ευφυΐας» όπου παρατήρησε ότι μία αύξηση ενός βαθμού στο δείκτη νοημοσύνης ενός ατόμου εντός μίας χώρας οδηγεί σε 1%υψηλότερο εισόδημα ανά άτομο ενώ μεταξύ διάφορων χωρών αυτή η αύξηση του ενόςβαθμού οδηγεί σε 6% υψηλότερο εισόδημα ανά άτομο. Συνεπώς, κατέληξε ότι ο συνολικός δείκτης ευφυΐας (IQ)  των κατοίκων μίας χώρας είναι πιο σημαντικός από τον ατομικό δείκτη.


Ο υψηλός δείκτης ευφυΐας συνδέεται με την υπομονή, την ανάληψη κινδύνου, τη συνεργασία –συλλογικότητα (ως γνωστόν, η έλλειψη συνεργασίας και ο υπέρμετρος ατομικισμός κοντεύουν όχι απλώς να θεωρούνται εθνικά χαρακτηριστικά στην Ελλάδα αλλά με την κρίση να επιδεινώνονται και συνεπώς να αποτελούν ένδειξη ανοησίας παρά ευφυΐας) και με πολλά θετικά οικονομικά αποτελέσματα. Το υψηλό εθνικό IQ σε ένα περιβάλλον ανοικτής οικονομίας βοηθά τις χώρες αυτές να αποκτούν το παγκόσμιο κεφάλαιο και να κατέχουν περιουσιακά στοιχεία χαμηλού κινδύνου.


Οι ερευνητές θεωρούν ότι το εθνικό IQ μπορεί να αυξηθεί (ή και να μειωθεί όπως θα δούμε στην περίπτωση του ελληνικού IQ).

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα διάφορων ερευνών, ο εθνικός δείκτης ευφυΐας αυξάνεται όταν οι χώρες βιώνουν γρήγορη οικονομική ανάπτυξη (στην Ελλάδα, λοιπόν, λόγω της πολλά υποσχόμενης αλλά ανέφικτης,υπό τις παρούσες συνθήκες, ανάπτυξης, θα πρέπει να αναμένουμε περαιτέρω μείωση του εθνικού δείκτη ευφυΐας).

Ένας σημαντικός παράγοντας διατήρησης χαμηλής εθνικής ευφυΐας είναι οι κληρονομικές ασθένειες (βλ. Αφρική) που είναι όμως σε κάποιο βαθμό αποτέλεσμα της μηδενικής οικονομικής ανάπτυξης των χωρών αυτών (και κατά συνέπεια της ελλιπούς υγειονομικής περίθαλψης).

Ο εθνικός δείκτης ευφυΐας αυξάνει και με τη μετανάστευση. Τι είδους όμως μετανάστευση; Όχι όλων αλλά ατόμων με υψηλότερη ευφυΐα από τον μέσο εθνικό όρο. Αυτή είναι η πολιτική που ακολουθούν οι ΗΠΑ αλλά και η Γερμανία με την αθρόα προσέλκυση Ελλήνων επιστημόνων. Οι χώρες αυτές δίνουν κίνητρα σε μετανάστες υψηλών προσόντων να εισέλθουν στη χώρα παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να εργασθούν νόμιμα.


Στην Ελλάδα, η εικόνα είναι τελείως διαφορετική και πάντα προς το χειρότερο. Σύμφωνα με την έρευνα του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης για την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2016, όσον αφορά το μορφωτικό επίπεδο των μεταναστών «οι μισοί ερωτηθέντες ανέφεραν τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ενώ το20% ανέφερε την πρωτοβάθμια. 17% ανέφερε μορφωτικό επίπεδο τριτοβάθμιαςεκπαίδευσης ενώ το υπόλοιπο 17% ανέφερε ότι δεν έχει λάβει κανενός είδους εκπαίδευση ή ότι έχει παρακολουθήσει επαγγελματική εκπαίδευση». Συνεπώς, η μετανάστευση στην Ελλάδα δεν θα συντελέσει στην αύξηση του εθνικού δείκτη ευφυΐας.

Στην Ελλάδα ο εθνικός δείκτης ευφυΐας, σύμφωνα με έρευνα που διενήργησαν το διάστημα 2002-2006 οι καθηγητές Λυν και Βανχάνεν σε 80 χώρες, είναι 92 και δέκατη πέμπτη στον κόσμο αλλά στο μέσο όρο των χωρών κυρίως της Ανατολικής Ευρώπης ενώ στη Δυτική Ευρώπη τον υψηλότερο δείκτη ευφυΐας έχουν οι Φινλανδοί με 101 ενώ οι περισσότερες χώρες της Δυτικής Ευρώπης έχουν 98-99. Τον χαμηλότερο δείκτη εθνικής ευφυΐας έχουν οι Αλβανοί με 82.

Η Ελλάδα λοιπόν υπολείπεται των χωρών της Δύσης κατά 6-7 μονάδες στον δείκτη ευφυΐας. Εντυπωσιακό όμως είναι το στοιχείο που έδωσε ο βικτωριανός πολυμαθής Φράνσις Γκάλτον  στο κλασικό του βιβλίο «Κληρονομική Μεγαλοφυΐα» το 1869. 

Στην εποχή του δεν υπήρχε η μέτρηση IQ η οποία εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1912 από τον Στερν ή κατ’άλλους το 1916 από τον Τέρμαν.  Κάνοντας την αναγωγή στη σύγχρονη μέτρηση IQ, οι αρχαίοι Έλληνες είχαν εθνικό δείκτη ευφυΐας 125 -130 (αρκετά πάνω του μέσου όρου εάν σκεφθεί κάποιος ότι ένας απόφοιτος πανεπιστημίου έχει περίπου 113) . Με αυτό τον δείκτη ευφυΐας, οι αρχαίοι Έλληνες θα έβλεπαν τους Ευρωπαίους μάλλον ως κρετίνους και θα απορούσαν με θλίψη για τους νεοέλληνες

Μερικοί από τους παράγοντες που συνετέλεσαν στον υψηλό δείκτη ευφυΐας των αρχαίων Ελλήνων ήταν το αρκετά μεγάλο ποσοστό, για την εποχή, εγγράμματων και η οικονομική ευημερία η οποία συνετέλεσε και στο καλό επίπεδο διατροφής αλλά και στο ύψος αφού οι αρχαίοι Έλληνες ήταν από τους ψηλότερους λαούς της εποχής. Ένας άλλος παράγοντας ήταν το υγιεινό φυσικό περιβάλλον το οποίο δεν ευνοούσε την ανάπτυξη επιδημιών.

Η κατάσταση στη σύγχρονη Ελλάδα όμως είναι διαφορετική. Η χρόνια ξενοκρατία, κατοχή και υποτέλεια προκάλεσαν και προκαλούν εμπόδια στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας και συνετέλεσαν στη μείωση του εθνικού δείκτη ευφυΐας. 

Το ποσοστό αναλφαβητισμού στη σύγχρονη Ελλάδα είναι σχετικά χαμηλό (βαίνει όμως αυξανόμενο ήδη υπήρχαν το 2012 3,8 εκατομμύρια τα οποία είχαν βγάλει το γυμνάσιο ή ήταν αναλφάβητοι) ωστόσο υπάρχει πλήθος λειτουργικά αναλφάβητων δηλαδή ατόμων που ενώ έχουν διδαχθεί το αλφάβητο δεν μπορούν να γράψουν με σωστή ορθογραφία και σύνταξη ακόμα και εάν έχουν πανεπιστημιακό πτυχίο. Η χρήση των γκρήκλις (άλλο ένα σημάδι υποτέλειας), το ατονικό, η χρήση των λατινικών σημείων στίξης είναι όλα ενδείξεις του σοβαρού λειτουργικού αναλφαβητισμού. Όλα αυτά είναι αποτέλεσμα της κάκιστης παιδείας στη χώρα μας- από την πρωτοβάθμια μέχρι την τριτοβάθμια.


Άλλοι παράγοντες που συντελούν στη μείωση του εθνικού δείκτη ευφυΐας είναι η πεντάωρη (!) καθημερινή τηλεθέαση των Ελλήνων, τηλεθέαση τροφοδοτούμενη με τηλεσκουπίδια και παραπληροφόρηση της ιδιωτικής τηλεόρασης τα οποία ο μέσος Έλληνας δέχεται αδιαμαρτύρητα, ανίκανος για οποιαδήποτε κριτική σκέψη, έρμαιο χειραγώγησης. 

Η έλλειψη κριτικής σκέψης και γενικότερης παιδείας φαίνεται και από το ότι το 40% των Ελλήνων δεν διαβάζει ΚΑΝΕΝΑ βιβλίο και μόνο ένας στους έντεκα ενδιαφέρεται να ενημερωθεί. Η κατάσταση είναι χειρότερη με τους νέουςπου διαβάζουν πολύ λιγότερο από ότι οι προηγούμενες γενιές. Η κρίση φυσικά επιδεινώνει την κατάσταση με την περικοπή των θέσεων εργασίας, την ακρίβεια, τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, την περικοπή των δαπανών για την παιδεία και την υγεία. 

Από την άλλη, αυτοί που διαθέτουν ακόμα κάποια εισοδήματα προτιμούν τον άκρατο καταναλωτισμό αντί της απόκτησης καλύτερης παιδείας. Ο χυδαίος ηδονισμός προτιμάται από τον καλό δάσκαλο και η ποιοτική παιδεία θα ανήκει μόνο σε μία πολύ περιορισμένη ελίτ.

Το μέλλον προβλέπεται άκρως δυσοίωνο για τον ελληνικό εθνικό δείκτη ευφυΐας και η επιστροφή σε ένα παρελθόν όπου ο δάσκαλος πληρώνονταν με τρόφιμα και μορφωμένος θεωρούνταν ο απόφοιτος του Σχολαρχείου είναι ante portas
Φωτεινή Μαστρογιάννη

Στα πλαίσια της στρατηγικής της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας (αλλά και της κοινωνικής ευημερίας εάν αυτό ακόμα ενδιαφέρει κάποιους) επείγει να ληφθεί υπόψη και αυτός ο παράγοντας γιατί είναι απορίας άξιον πως σε ένα άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον ελπίζουμε να επιβιώσουμε με έναν πληθυσμό γερασμένο και «αναλφάβητο».  




Προτεινόμενα αναγνώσματα

Μαστρογιάννη, Φ. 2016.Γιατί είναι σημαντική η φυγή των νέων επιστημόνων από την Ελλάδα; Διαθέσιμο στο: <http://mastroyanni.blogspot.gr/2016/01/blog-post_24.html>

Barro,R.J.και Sala-i-Martin, Χ. 2003. Economic growth. Διαθέσιμο στο:<http://piketty.pse.ens.fr/files/BarroSalaIMartin2004Chap1-2.pdf>

Galton, F. 1869. Hereditary Genius. Διαθέσιμο στο:<http://galton.org/books/hereditary-genius/text/pdf/galton-1869-genius-v3.pdf>

Jones, G. 2011. National IQ and National Productivity: The Hive Mind Across Asia. Διαθέσιμο στο:
<http://mason.gmu.edu/~gjonesb/JonesADR.pdf>



Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2015

Οικονομική Ανάπτυξη – αλήθεια και ψέματα

Φωτεινή Μαστρογιάννη

Οι ελληνικές κυβερνήσεις επικαλούνται συνεχώς την ανάπτυξη ως αποτέλεσμα της θυσίας (οικονομικής και όχι μόνο) που υφίσταται ο Ελληνικός λαός.
Δεν αποσαφηνίζουν όμως σε τι ακριβώς συνίσταται η ανάπτυξη την οποία επικαλούνται. Αναφέρονται σε προσέλκυση ξένων επενδύσεων υπονοώντας τις επενδύσεις στην πραγματική οικονομία και όχι στην χρηματιστηριακή. Φυσικά δεν γίνεται καμία αναφορά στη δημιουργία νέων επιχειρήσεων από Ελληνες επιχειρηματίες.



Ως εκ τούτου, η επίκληση στην ανάπτυξη μπορεί να θεωρηθεί ότι άπτεται περισσότερο της επικοινωνίας και όχι της οικονομίας κι αυτό γιατί δεν βασίζεται σε πραγματικά δεδομένα.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση δημιουργεί προβλήματα στην επιχειρηματικότητα σε παγκόσμια κλίμακα γιατί οι επιχειρήσεις δεν βρίσκουν εύκολα χρηματοδότηση τόσο για έρευνα και ανάπτυξη όσο και για απόκτηση κεφαλαίων κίνησης, οι πελάτες καθυστερούν την αποπληρωμή των οφειλών τους και γενικότερα υπάρχει αύξηση τόσο των χρεοκοπιών όσο και της αφερεγγυότητας. Στο Βέλγιο, σε σχετικές έρευνες, το 43% των επιχειρήσεων δήλωσαν ότι δυσκολεύονται να εισπράξουν τις απαιτήσεις τους ενώ στην Ολλανδία το 50% των επιχειρήσεων δήλωσαν ότι οι πελάτες τους ζητούσαν μεγαλύτερες περιόδους αποπληρωμής. 
red wooden framed glass broken windowΗ οικονομική ανάπτυξη σε μία χώρα δεν πραγματοποιείται αυθόρμητα, όπως υπονοείται από τις Ελληνικές κυβερνήσεις αλλά βασίζεται στους ανθρώπινους πόρους που διαθέτει μία χώρα και ειδικά στην επιχειρηματικότητα. Ο τύπος, ωστόσο, της επιχειρηματικής δραστηριότητας επηρεάζεται από τις περιστάσεις που επικρατούν σε μία οικονομία οι οποίες είναι αυτές που επηρεάζουν τόσο τις επιχειρηματικές ευκαιρίες αλλά και τον τύπο της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Οι περιστάσεις αυτές είναι το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης, οι μακροοικονομικές συνθήκες και η σταθερότητα αυτών, το διαθέσιμο εισόδημα αλλά και το επίπεδο ανεργίας. Σε περιβάλλον κρίσης, παρατηρείται χαμηλός βαθμός καινοτομίας και επιχειρηματικότητας χαμηλής αξίας   – γι’αυτό και τα άπειρα καφέ  που βλέπουμε στη χώρα μας.  Είναι γεγονός ότι στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες παρατηρούμε αύξηση των νέων επιχειρήσεων, με τα χαρακτηριστικά που προαναφέρθηκαν, αλλά η αύξηση αυτή ακολουθείται από πολλές χρεοκοπίες και περαιτέρω πτώση της χρηματοδότησης (εάν υφίσταται) που με τη σειρά τους προκαλούν μείωση της έναρξης νέων επιχειρήσεων
Για τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων το επίπεδο εισοδήματος είναι καθοριστικός παράγοντας γιατί όταν είναι υψηλό συνεπάγεται διαθεσιμότητα πόρων που με τη σειρά τους διευκολύνουν τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων κάτι που έχει υποστηριχθεί από διάφορες μελέτες όπως είναι αυτή των Tan, Begley & Schock (2005).  Όσο πιο υψηλό είναι το διαχρονικό επίπεδο εισοδήματος τόσο υψηλότερος είναι ο βαθμός δημιουργίας νέων επιχειρήσεων. Τα μνημονιακά όμως μέτρα που εφαρμόζονται έχουν μειώσει και μειώνουν δραστικά το επίπεδο εισοδήματος και προβλέπεται να το μειώσουν ακόμα περισσότερο.
Πέραν αυτού η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος οδηγεί σε μείωση της αγοραστικής ζήτησης που με τη σειρά της προκαλεί μείωση των πωλήσεων και κατ’επέκταση σε χρεοκοπία και όχι σε ανάπτυξη των επιχειρήσεων. 
Πώς όμως ευελπιστούμε ότι θα  δημιουργηθεί ανάπτυξη όταν δεν ευνοείται η αύξηση του εισοδήματος; Η μήπως προσδοκούμε στη δημιουργία ρευστότητας που δεν είναι εφικτή; Το σοκ ρευστότητας που έχει δημιουργηθεί εξαιτίας της κρίσης αποθαρρύνει τις επιχειρήσεις να επενδύσουν ειδικότερα μακροπρόθεσμα. Αυτό όσον αφορά τους Ελληνες επιχειρηματίες γιατί οι εκτός συνόρων δεν έχουν προβλήματα ρευστότητας, άρα η επιχειρηματικότητα διαρκώς θα αφελληνίζεται. Συνεπώς, η οικονομική κρίση εμποδίζει την οικονομική ανάπτυξη και επιβάλλει υψηλή μεταβλητότητα. 
Η κρίση επιφέρει αρνητικές επιπτώσεις όχι μόνο στην εύρεση επενδυτικού κεφαλαίου αλλά και στην ίδια τη σύνθεση των επενδύσεων. Οι πιστωτικοί περιορισμοί που τίθενται δημιουργούν το «φαινόμενο κατανομής των περιουσιακών στοιχείων» όπου σύμφωνα με αυτό οι επιχειρήσεις που διαθέτουν κάποια εναπομείνασα ρευστότητα αντί να επενδύσουν σε άυλα περιουσιακά στοιχεία όπως είναι οι πατέντες κτλ. στρέφονται σε επενδύσεις από τις οποίες προσδοκούν υψηλές αποδόσεις. 
Φωτεινή Μαστρογιάννη
Το ερώτημα παραμένει. Πώς θεωρούμε ότι μπορεί να γίνει ανάπτυξη μέσα σε αυτές τις δυσμενείς συνθήκες, ποια είναι τα σχέδιά για την ανάπτυξη του επιχειρείν ειδικά των Ελληνικών επιχειρήσεων και ποια είναι η εθνική στρατηγική για την επιχειρηματικότητα; Πολύ φοβάμαι ότι το ερώτημα αυτό θα μείνει αναπάντητο.


Βιβλιογραφικές Αναφορές

Aghion, P., Angeletos, G.-M., Banerjee, A., & Manova, K. (2010). Volatility and
growth: Credit constraints and the composition of investment. Journal of Monetary
Economics, 57(3), 246–265.
Fernández, A. I., González, F., & Suárez, N. (2013). The real effect of banking
crises: Finance or asset allocation effects? Some international evidence. Journal of
Banking & Finance, 37(7), 2419–2433.

Tan, W.L., Begley, T.M., & Schock, H. (2005). Politico-economic factors associated with interest in starting a business: a multi-country study. Entrepreneurship: Theory and Practice.